Η φωτογραφία έκανε πριν από 75 χρόνια τον γύρο του κόσμου. Τρεις ηγέτες, ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ρούσβελτ και ο ηγέτης της ΕΣΣΔ Γιόζεφ Στάλιν να κάθονται ο ένας δίπλα στον άλλο, τυλιγμένοι μέσα στα παλτά τους που έμοιαζαν με ασπίδες, να αντικρίζουν τον φακό με αυστηρό βλέμμα. Μια σκηνή που ήθελε να μεταφέρει κλίμα συναίνεσης ανάμεσα στις τότε μεγάλες δυνάμεις και ελπίδας για διαρκή ειρήνη μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που προκάλεσε η ναζιστική Γερμανία. Η φωτογράφιση έγινε κατά τη Διάσκεψη της Γιάλτας, που συγκάλεσε στο παλάτι της Λιβάντια η Σοβιετική Ένωση στην λουτρόπολη Γιάλτα της Μαύρης Θάλασσας. Εκεί, οι ισχυροί τρεις ηγέτες ξεκίνησαν σαν σήμερα πριν από 75 χρόνια διαπραγματεύσεις για την τελική φάση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τηλέγραφοι και τηλέφωνα υψηλής συχνότητας
Στα δυτικά και νότια της Ευρώπης προέλαυναν αμερικανικές και βρετανικές δυνάμεις παρά την αντίσταση της Βέρμαχτ. Από τα ανατολικά ο Κόκκινος Στρατός βρίσκονταν μόλις 100 χιλιόμετρα μακριά από το Βερολίνο. Στις 30 Απριλίου ο Χίτλερ εκτελείται στο μπούνκερ του Φύρερ και στις 8 Μαΐου η Γερμανία συνθηκολογεί. Οι ανθρώπινες απώλειες στην τελευταία φάση φτάνουν τα 50 εκατομμύρια. Μετά τις πρώτες βολιδοσκοπήσεις στην Τεχεράνη, η Γιάλτα όπου παλαιότερα οι τσάροι και η αριστοκρατία έκαναν τις διακοπές τους, έγινε ο τόπος των ιστορικών διαπραγματεύσεων για να καθορίσουν οι τότε 3 ηγέτες τις βασικές γραμμές μιας νέας ειρηνικής τάξης πραγμάτων με στόχο να διαμελίσουν και να αποναζιστικοποιήσουν τη Γερμανία. Επιπλέον, οι τρεις ηγέτες θα έπρεπε να θέσουν τις βάσεις για νέο διαμερισμό εξουσιών. Σε αυτόν ανήκει και η ίδρυση ενός σημαντικού οργανισμού, του ΟΗΕ. Η Διάσκεψη βρέθηκε ενώπιον ενός δύσκολου στόχου: να μπουν τα μερικώς διαφορετικά συμφέροντα των νικητριών χωρών του πολέμου σε έναν κοινό παρονομαστή. Εκείνο που τις ένωνε, ήταν ο κοινός εχθρός, η Γερμανία. Τότε δεν διαφαίνονταν ότι οι σύμμαχοι εναντίον του Χίτλερ, λίγο αργότερα, με την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου το 1947 θα γίνονταν αντίπαλοι.
Με επιλογή του τόπου της Διάσκεψης τη Γιάλτα, ούτε ο Ρούσβελτ αλλά ούτε και ο Τσόρτσιλ ήταν ικανοποιημένοι. Ο βαριά άρρωστός αμερικανός πρόεδρος έπρεπε να διανύσει 11.000 χιλιόμετρα με το πλοίο και το αεροπλάνο για να φτάσει εκεί. Από τον βρετανό πρωθυπουργό μεταφέρεται η δήλωση ότι «χειρότερο τόπο δεν μπορούσε να βρει κανείς, ακόμη και μετά από 10 χρόνια αναζήτησης». Για τον Στάλιν όμως ήταν εξαιρετικά σημαντικό να γίνονταν η Διάσκεψη επί σοβιετικής επικράτειας για να μπορεί ως οικοδεσπότης να έχει συνεχώς τα ηνία στο χέρι. Φρόντισε να υπάρχουν τηλέγραφοι και τηλέφωνα υψηλής συχνότητας. Για να παρακολουθεί τα λεγόμενα ξένων αντιπροσωπειών, διέταξε να τοποθετηθούν μικρόφωνα στους θάμνους του ανακτόρου. Για την περίπτωση έκτακτης ανάγκης ετοιμάστηκε ακόμη και ειδικό καταφύγιο. «Από την άλλη πλευρά Ρούσβελτ και Τσόρτσιλ ήξεραν με ποιον είχαν να κάνουν» λέει ο ιστορικός Βίλφριντ Λοτ, ειδικός σε θέματα ανατολικής Ευρώπης στο Πανεπιστήμιο Ντούισμπουργκ – Έσεν. «Ο απίστευτα βίαιος σοβιετικός δικτάτορας ήθελε να επεκτείνει την επιρροή του στην Ευρώπη. Και δεν είχαν αυταπάτες».
Μια νέα σύγχρονη Γιάλτα;
Ωστόσο τα σχέδια του Στάλιν απέφεραν καρπούς. «Η ατμόσφαιρα σε γενικές γραμμές ήταν καλή. Κάποιες στιγμές όλο και κάποιος ήταν όλο νεύρα, δεν ήθελε να δεχθεί ορισμένα σημεία αλλά συνολικά η συνεργασία κύλησε ομαλά» λέει ο ιστορικός Γοστ Ντίλφερ μιλώντας στην DW. Μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου οι 3 ηγέτες έκαναν παζάρια για το μέλλον της Ευρώπης. Το αποτέλεσμα; Ο Τσόρτσιλ κατάφερε να επιβάλλει τη Γαλλία ως μια ακόμη δύναμη κατοχής, ο Ρούσβελτ απέσπασε την υπόσχεση από τον Στάλιν ότι θα γίνει μέλος του μελλοντικού ΟΗΕ και ότι θα μπει στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας. Από την πλευρά του ο Στάλιν κατάφερε να διατηρήσει την κυριαρχία στα εδάφη, όπου ο οι δυνάμεις του είχαν προελάσει. Επιπλέον ο αρχηγός του Κρεμλίνου έκανε εδαφικούς συμβιβασμούς στην Άπω Ανατολή σε βάρος της Ιαπωνίας και της Κίνας και κατοχύρωσε το δικαίωμα βέτο στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Στο τελικό ανακοινωθέν αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Δεν είναι στις προθέσεις μας να αφανίσουμε το γερμανικό λαό αλλά μόνο όταν ο εθνικοσοσιαλισμός και ο μιλιταρισμός ξεριζωθούν υπάρχει ελπίδα για τους Γερμανούς να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή και να έχουν θέση στην κοινότητα των λαών».
Αλλά ποιο ήταν το αποτέλεσμα της Γιάλτας που θα μείνει στην ιστορία; Εκτός από τη συναίνεση της ΕΣΣΔ να μπει στα ΗΕ ο ιστορικός Λοτ επισημαίνει ένα βασικό σημείο, ότι οι τρεις δυνάμεις μαζί θα έπρεπε από κοινού να αναλάβουν την ευθύνη για το μέλλον της ηττημένης Γερμανίας. Επιπλέον στη Γιάλτα αναδείχθηκε η σημασία και η αναγκαιότητα της υψηλής διπλωματίας. «Οι διαπραγματεύσεις στη Γιάλτα για τη νέα μεταπολεμική τάξη πραγμάτων έγινε υπόθεση των ηγετών και κατέδειξε ότι μόνο όταν οι ηγέτες κάθονται μαζί είναι σε θέση να βρουν συμβιβασμούς και να οικοδομήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης» επισημαίνει ο Λοτ. Βέβαια, οι συμμετέχοντες υπέθεσαν ότι μετά τον τερματισμό του πολέμου, θα μπορούσαν να πάρουν στη συνέχεια τις πραγματικές αποφάσεις για την Ευρώπη. «Υπό αυτήν την έννοια με τη Γιάλτα δεν εξασφαλίστηκε διαρκής ειρήνη» επισημαίνει ο γερμανός ιστορικός. Ο ιστορικός Γοστ Ντίλφερ θεωρεί ότι από την εικόνα που παρουσιάζει ο σύγχρονος κόσμος έχει έρθει η ώρα για μια νέα Γιάλτα. «Μια νέα διάσκεψη των μεγάλων δυνάμεων θα είχε νόημα» υποστηρίζει. «Για να διαμορφωθεί κοινή συνείδηση ότι είναι εφικτή η οικοδόμηση μιας νέας ειρηνικής τάξης πραγμάτων, όπως μετά τον φοβερό Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Ραλφ Μπόζεν
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου