Στη Βουλή καταφθάνει το επόμενο διάστημα το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο όπου θα αλλάξει τα δεδομένα για παλαιούς και νέους συνταξιούχους, όπως και για τις εισφορές.
Το υπουργείο Εργασίας έχει ανακοινώσει ότι θα κατατεθεί έως την Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου με στόχο να ψηφιστεί έως τις 21 του μήνα.
Σε κάθε περίπτωση το νέο ασφαλιστικό πρέπει να έχει ψηφιστεί πριν τα τέλη Φεβρουαρίου, ώστε οι εισφορές Ιανουαρίου των μη μισθωτών που πληρώνονται τέλη Φεβρουαρίου να καταλογιστούν με το νέο σύστημα και να πληρωθούν εγκαίρως.
Το νέο ασφαλιστικό
Το προσχέδιο περιλαμβάνει 104 άρθρα τα οποία αφορούν την κύρια ασφάλιση, την επικουρική, τις εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών και των αγροτών, αλλά και τις εισφορές των μισθωτών, με την κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι «διορθώνει» αδικίες του λεγόμενου Νόμου Κατρούγκαλου και την αντιπολίτευση να ασκεί δριμεία κριτική.
Η αναλογιστική μελέτη που το συνοδεύει επιβεβαιώνει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος για ακόμη 50 χρόνια, δηλαδή έως το 2070.
Οι αλλαγές στα ποσοστά αναπλήρωσης
Σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων στο τμήμα της ανταποδοτικής διαμορφώνονται ανάλογα με τα έτη ασφάλισης ως εξής:
– 15 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 0,77%.
– 15,01 έτη έως 18 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 0,84%.
– 18,01 έως και 21 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 0,90%.
– 21,01 έως και 24 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 0,96%
– 24,01 έως και 27 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 1,03%.
– Από 27,01 έως και 30 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 1,03%
– Από 30,01 έως και 33 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 1,21%.
– Από 33,01 έως 36 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 2,50% (έναντι 1,59%)
– Από 36,01 έως 40 έτη: ποσοστό αναπλήρωσης 2,55% (έναντι 1,80%).
– Από 40,01 και πάνω έτη: προσαυξάνεται κατά 0,5% ανά έτος.
Από την 1η.10.2019 οι συντάξεις που έχουν ήδη υπολογισθεί ή και καταβληθεί ή εκκρεμεί ο υπολογισμός τους αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης.
Στις αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου του 2019 το ποσό της σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς. Η διαφορά καταβάλλεται στον δικαιούχο.
Οι επανυπολογισθείσες κύριες συντάξεις που εκδόθηκαν σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου υπολογίζονται και πάλι από 1.10.2019 με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης. Σε περίπτωση που το καταβαλλόμενο ποσό είναι μεγαλύτερο από εκείνο του νέου υπολογισμού, ο δικαιούχος εξακολουθεί να λαμβάνει το επιπλέον ποσό. Αν είναι μικρότερο, τότε η σύνταξη αυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της πρόσθετης διαφοράς για την περίοδο από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 31η Δεκεμβρίου 2020 και ισόποσα κατ’ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024.
Οι αλλαγές στις εισφορές
Η σαρωτική μεταρρύθμιση του υπουργείου Εργασίας, όπως αναφέρει η naftemporiki στο ασφαλιστικό σύστημα φέρνει αλλαγές και στα ποσά των εισφορών που καλούνται να πληρώσουν μισθωτοί, αλλά και περίπου 1,5 εκατομμύριο ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες. Αυτές θα ισχύσουν από το 2020.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του νομοσχεδίου, που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση και αναμένεται να ψηφιστεί στη Βουλή μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου, από την 1η Ιουνίου στις περιπτώσεις πλήρους απασχόλησης οι ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών μειώνονται κατά 0,90 μονάδες.
Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες μειώνονται τα ασφάλιστρα υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργαζομένου.
Το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25 ποσοστιαίες μονάδες και κατανέμεται 2,69 ποσοστιαίες μονάδες στον εργοδότη και 1,56 μονάδες στον εργαζόμενο. Κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ του ενιαίου λογαριασμού για την εφαρμογή κοινωνικών πολιτικών.
Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες μειώνονται τα ασφάλιστρα υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργαζομένου. ενώ το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25 ποσοστιαίες μονάδες και κατανέμεται 2,69 ποσοστιαίες μονάδες στον εργοδότη και 1,56 μονάδες στον εργαζόμενο. Κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ του ενιαίου λογαριασμού για την εφαρμογή κοινωνικών πολιτικών.