Βασισμένο στην πλούσια επιστολογραφία της Τζένης Μαρξ με το σύντροφό της και επαναστάτη φιλόσοφο Καρλ Μαρξ, είναι το καινούργιο έργο της Σοφίας Αδαμίδου, με τίτλο «Τζένη και Μαρξ», που ανεβαίνει στο θέατρο Olvio.
Η Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη οδηγεί σκηνοθετικά την ηθοποιό Μαρία Κανελλοπούλου, υπό τη συνοδεία της πρωτότυπης μουσικής του Σταμάτη Κραουνάκη.
Η βαρόνη Τζένη φον Βεστφάλεν, με ρίζες στην υψηλή αριστοκρατία και ο, τέσσερα χρόνια μικρότερός της, σχεδόν άπορος νεαρός φοιτητής Καρλ Μαρξ, γνωρίζονταν από παιδιά. Η ιστορία τους όμως δεν ήταν ένα ρομαντικό παραμύθι. Οι δυo τους υπέφεραν, εξορίστηκαν, δοκιμάστηκαν σκληρά από τη φτώχεια, τις στερήσεις και το «κυνηγητό», χωρίς ποτέ να χάσει η Τζένη το χιούμορ της και την εμπιστοσύνη της στον Καρλ Μαρξ, αλλά και στην υπόθεση της εργατικής τάξης. Η αδιάλειπτη στήριξή της στο πλευρό του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ολοκλήρωση του έργου του. Τα σημαντικότερα άρθρα και συγγράμματα του Μαρξ, όπως το «Κεφάλαιο», το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», κ.ά. πέρασαν από τα χέρια της, αφού είχε αναλάβει να καθαρογράφει και να δακτυλογραφεί τα δυσανάγνωστα χειρόγραφα του συζύγου της.
Η αξιοπρέπεια και οι τρόποι της είχαν πάνω σε όλους, όσους την γνώριζαν, μια μαγική επίδραση. Ηταν συγχρόνως μητέρα, φίλη, ερωμένη, έμπιστη και σύμβουλος. Μια όμορφη, δυναμική και θαρραλέα γυναίκα σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας δεν ήταν καθόλου ευνοϊκή.
Μέσα από την πληθωρική επιστολογραφία της Τζένης (έχουν διασωθεί συνολικά 320 επιστολές), αναβιώνει μια ιστορική περίοδος από το 1839 έως το 1869, την περίοδο που στην Ευρώπη συμβαίνουν κοσμοϊστορικά γεγονότα. Είναι η εποχή που οι λαοί σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη επαναστάτησαν και απείλησαν το πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο. Είναι η εποχή που η εργατική τάξη, ξεκινά σε ολόκληρη την Ευρώπη τους αγώνες για τη διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής, με πολιτικά δικαιώματα.
H Mαρία Κανελλοπούλου μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, το ρόλο και την προσέγγισή του προσέγγιση.
- Πώς αντιμετωπίζετε το ρόλο σας;
Σαν μια μεγάλη πρόκληση. Μετά από εφτά χρόνια απουσίας από τη δουλειά, απόμακρη και «απροπόνητη», δοκίμασα τις αντοχές μου σε πολλά επίπεδα κι ακόμα βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή η διαδικασία-καθώς όπως ξέρετε στο θέατρο τίποτα δεν τελειώνει με την πρεμιέρα. Αντιθέτως,μετά αρχίζουν τα περισσότερα!
- Τι προκλήσεις αντιμετωπίζετε με τον συγκεκριμένο μονόλογό σας;
Η μεγαλύτερη πρόκληση-γιατί ήταν πολλές!-είναι η προσπάθεια να «συμπιέσεις» μέσα σε μια ώρα και 15 λεπτά, μια ζωή που κάνει για δέκα. Ανέφικτο. Με την Σοφία Αδαμίδου που έγραψε το έργο, και την Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη που το σκηνοθέτησε, επιλέξαμε να φωτίσουμε, τις λιγότερο η και καθόλου γνωστές πτυχές αυτής της εξαιρετικά «πλούσιας» ζωής! Πλούσιας σε αισθήματα, ιδέες, αγώνες, διώξεις, πλούσιας σε στερήσεις και οικονομική εξαθλίωση και με ότι όλα αυτά συνεπάγονται.
- Πόσο εύκολο είναι να παρουσιάζεται επί σκηνής η προσωπική ζωή ενός ανθρώπου που έμεινε στην ιστορία για το έργο του και την ιδεολογία του;
Καθόλου εύκολο! Πρέπει να «συγκρουστείς», κατά έναν τρόπο με μυθολογίες, ωραιοποιήσεις και στερεότυπα! Τα έργα και οι ιδεολογίες δεν είναι υπόθεση «εξωπραγματικών» ανθρώπων, αλλά ανθρώπων που ερωτεύονται παράφορα, μάχονται ασταμάτητα, πονούν, πεινούν, κρυώνουν, αρρωσταίνουν, βιώνουν ματαιώσεις, ήττες, προδοσίες και απώλειες , με σπαραγμό και συντριβή… «Αυτή τη φορά πίστεψα πως ο Κάρλ θα πέθαινε πάνω απ ’τον τάφο του παιδιού…» γράφει η Τζένη, αναφερόμενη στον θάνατο του γιού τους Έντγκαρ… Φυσικά, είναι άτομα εξαιρετικών διανοητικών ικανοτήτων και σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει και ο Μάρξ αλλά και η-κατά τη γνώμη μου- αδίκως παραγνωρισμένη Τζένη. Άνθρωποι σπάνιοι,πολύ πάνω απ’ τον μέσο όρο.
- Δεδομένης και της κομμουνιστικής σας ιδεολογίες, το έργο αυτό κουβαλάει μια διαφορετική συναισθηματική φόρτιση;
Δεν είσαι πάντα αυτό που δηλώνεις γι’ αυτό αποφεύγω να αυτοπροσδιορίζομαι. Προσπαθώ να βρίσκομαι πάντα στην-κατά τη γνώμη μου ! – σωστή πλευρά της ιστορίας, όμως προτιμώ να «απαντά» για μένα και το τι είμαι πραγματικά, η καθημερινότητα μου, ο τρόπος της ζωής μου, η συμπεριφορά μου στους μαζικούς χώρους, τη γειτονιά, την πόλη, την εργασία. Αλλά σίγουρα το έργο κουβαλάει ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση για μένα καθώς αφορά προσωπικότητες, που η ζωή τους με «συγκινεί» εφ’ όλης της ύλης…
- Αυτή η προσωπική προσέγγιση του Μαρξ, εσάς τι στοιχεία σας αφήνει;
Ενισχύει τον θαυμασμό μου, για την επιμονή, το πείσμα, και την αντοχή αυτών των ανθρώπων, που παρά τις τραγικές αντιξοότητες, δεν έκαναν πίσω από τους κοινωνικούς αγώνες, ούτε μια στιγμή… Κι επίσης παρά τις δοκιμασίες ,μιλάμε για έναν έρωτα εξαιρετικής αντοχής… «…θα το γράψω εκατομμύρια φορές, ώστε οι γενιές που έρχονται να το ξέρουν: Τζένη ,είναι το όνομα του έρωτα…» Έγραψε, ο Μάρξ, αποχαιρετώντας τη γυναίκα του… Συγκλονιστικό;
- Πώς μέσα από το μονόλογό σας περνούν ταυτόχρονα και τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα μιας εποχής;
Έχω ήδη πει, πως η πρόθεση μας ήταν να δείξουμε μέσα από την παράσταση, πράγματα που δεν ήταν ποτέ στο φως. Κυρίως την τραγική καθημερινότητα… Κοινωνικοπολιτικά γεγονότα περνούν μέσα από σύντομες αναφορές. Μιλάμε έτσι κι αλλιώς ,για μια εποχή που παράγει διαρκώς τέτοια γεγονότα! Κάθε ένα απ’ αυτά, μπορεί από μόνο του να εμπνεύσει και να γίνει αφορμή για ταινίες, βιβλία, παραστάσεις!!!
- Τελικά ο έρωτας είναι πιο ισχυρός για εσάς ακόμα και από ιδεολογίες ή πολιτικές τοποθετήσεις;
Για μένα; Αναρωτιέμαι… Πως μπορείς να ερωτευτείς κάποιον που το σύστημα αξιών του διαφέρει δραματικά από το δικό σου; Ίσως, όταν είσαι πολύ νέος. Αλλά όταν έχεις συγκροτηθεί πια σαν προσωπικότητα, έχεις ορίσει προτεραιότητες και κόκκινες γραμμές όπως συνηθίζουμε να λέμε ,όχι… Με βεβαιότητα όχι !