Κοιτάζω τη θλίψη για το θάνατο της ποιήτριας Κικής Δημουλά.
Δεύτερη μεγάλη απώλεια μετά τον πρόσφατο θάνατο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουλ.
Δεν είναι η τυπική έκφραση θλίψης που βλέπεις όταν πεθαίνει μια «προσωπικότητα».
Είναι κάτι πιο βαθύ.
Οι άνθρωποι γράφουν ως πραγματικά να είναι μια απώλεια.
Διαλέγουν τους στίχους που τους σημάδεψαν, τους παραθέτουν, θυμούνται πότε πρωτοσυνάντησαν την ποίηση της Δημουλά.
Είναι μια θλίψη που έρχεται πραγματικά από την ψυχή τους.
Σημαίνει ότι κάτι τους άγγιξε πραγματικά.
Αυτό είναι το μεγαλείο της ποίησης, θα μου πείτε.
Ναι, αλλά αυτή η κοινοτοπία κάποιες φορές γίνεται κουβέντα βαθιά.
Γιατί η μεγάλη τέχνη και η μεγάλη ποίηση, είναι αυτή στην οποία μπορείς να αναγνωρίσεις τον εαυτό σου, να ταυτίσεις μια στιγμή σου, να πεις, μέσα σου, το «αυτό είναι σαν να το έχει γράψει για μένα».
Γι’ αυτό και η μεγάλη τέχνη παράγει άλλης τάξης συγκίνηση.
Τα κοιτάζω όλα αυτά και μετά σκέφτομαι πόσο φτωχή είναι κατά τα άλλα η «δημόσια σφαίρα μας».
Ναι, τα κανάλια και τα ΜΜΕ «έπαιξαν» την είδηση του θανάτου της Δημουλά.
Όμως, πόσο είχαν ασχοληθεί μαζί της προηγουμένως;
Και δεν λέω μόνο για αυτήν.
Μιλώ συνολικά για όλες και όλους εκείνους που δικαιούνται να λέγονται «πνευματικοί άνθρωποι».
Η απάντηση είναι αναγκαστικά αρνητική.
Μόνο που αυτό είναι και το πρόβλημα.
Γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι συγκινούνται από λέξεις και μουσικές και εικόνες που τους αγγίζουν στα αλήθεια.
Όμως, στη δημόσια σφαίρα προβάλλονται όλα τα άλλα.
Τώρα η Δημουλά έγινε είδηση στα κανάλια και τα ΜΜΕ.
Όμως, υπό «κανονικές συνθήκες», δεν θα γινόταν.
Αντίθετα, θα γινόταν η κάθε τηλεπερσόνα και το κάθε χαζό κουτσομπολιό.
Ή η όποια προσπάθεια φιλόδοξων πολιτικών να κερδίσουν λίγα λεπτά ακόμη προβολής.
Δηλαδή, θα προβάλλονταν όλα αυτά που η κοινωνία, στην πραγματικότητα, θεωρεί ευτελή και ανούσια.
Αυτά που «το κοινό» θεωρεί σημαντικά, είναι αυτά που θρηνεί όταν χάνονται.
Τα εφήμερα, τα προσπερνά.