«Στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είμαστε μόνο με τα ερευνητικά πλοία μας και τα γεωτρύπανά μας, αλλά και με τις φρεγάτες μας και τα αεροσκάφη μας. Και πριν από 500 χρόνια ήμασταν εκεί και σήμερα είμαστε εκεί θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να αλλάξουμε τον ρου των γεγονότων και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και στο πεδίο της μάχης […]
Στην Ανατολική Μεσόγειο, για κάθε πρόβλημα που θα αποφύγουμε να αντιμετωπίσουμε, στο μέλλον θα χρειαστεί να πληρώσουμε μεγαλύτερο λογαριασμό». Οι προχθεσινές αυτές δηλώσεις Ερντογάν όχι απλώς πιστοποιούν για πολλοστή φορά την ποιοτική μεταβολή που έχει επέλθει στα ελληνοτουρκικά, αλλά δείχνουν και δύο ακόμα διαστάσεις: τον μόνιμο χαρακτήρα και την οξεία επιθετικότητά της. Ολα αυτά συμβαίνουν με την Ελλάδα να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει, δείχνοντας ότι απλώς περιμένει το μοιραίο, ή ελπίζοντας μάταια ότι θα το ανασχέσει μέσα από διαδικασίες τύπου Χάγης.
Εως και οι ακραιφνείς υποστηρικτές τέτοιων απόψεων, γνωρίζουν όμως και ομολογούν κατ’ ιδίαν ότι είναι εντελώς αδύνατο η Τουρκία να περιορίσει τις απαιτήσεις της ακόμα κι αν δεχθούμε τη Χάγη, ακόμα και αν αυτή δικάσει με τρόπο που θα είναι ευνοϊκός για τις τουρκικές απαιτήσεις. Ο,τι κι αν δώσει το Δικαστήριο στην Τουρκία, πλέον δεν της αρκεί.
Μέχρι πολύ πρόσφατα στο επίκεντρο του προβλήματος βρισκόταν το Καστελλόριζο: οι πιο μεγάλες ανησυχίες αφορούσαν τους κινδύνους για το ακριτικό νησί, που η θέση του στον χάρτη ενοχλεί τρομερά την Τουρκία: βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τα σύνορά της, αλλά γεωγραφικά μακριά από τον ελληνικό ηπειρωτικό κορμό.
Ομως, σήμερα, η συζήτηση έχει μετακινηθεί εντελώς: περίπου ουδείς αναφέρεται πια στο Καστελλόριζο, καθώς το τουρκολιβυκό σύμφωνο μεγεθύνει το πρόβλημα και το μεταφέρει αυτούσιο στην… Κρήτη. Για τον Ερντογάν η Κρήτη δεν υπάρχει στον χάρτη, ακριβώς με τον τρόπο που μέχρι πολύ πρόσφατα δεν υπήρχε το Καστελλόριζο. Αν πριν από λίγο καιρό έλεγε κανείς ότι θα ήταν δυνατόν να ακουστούν τέτοιου είδους απόψεις και να εγερθούν τέτοιες απαιτήσεις, θα τον έλεγαν τρελό.
Ομως, τελικά, συνέβη. Και συνέβη και κάτι χειρότερο: όχι απλώς οι διεκδικήσεις άλλαξαν επίπεδο, μα ήδη έχει γίνει περίπου αποδεκτό ότι αυτή είναι η ατζέντα που θα κυριαρχεί από εδώ και στο εξής. Ο Ερντογάν επέβαλε αυτή τη συζήτηση. Με κάποιο τρόπο πέτυχε ουσιαστικά να τη «νομιμοποιήσει» πολιτικά. Εχει πλέον ήδη εδραιωθεί ένα πολύ μεγαλύτερο κάδρο τουρκικών απαιτήσεων και οι «παραδοσιακές» απειλές για το Ανατολικό Αιγαίο είναι πια απλώς ένα τμήμα του.
Οποια εξέλιξη και να υπάρξει, δεν θα αφορά πια μόνον εκείνα τα ζητήματα, αλλά μια πολύ ευρύτερη ατζέντα την οποία η Τουρκία έχει πλέον θέσει στο τραπέζι με την απειλή των όπλων. Και αν αύριο το πρωί η Ελλάδα δεχθεί να πάει στη Χάγη, θα πρέπει να γνωρίζει ότι θα πάει για πολύ περισσότερα απ’ όσα μέχρι πρότινος φανταζόταν.
Αυτό, υπό την προϋπόθεση βέβαια να δεχθεί και η Τουρκία να πάει στη Χάγη όπως εμμέσως πλην σαφώς η ελληνική κυβέρνηση την παρακαλεί να πράξει για να φύγει από πάνω της με κάποιο «εύσχημο» τρόπο το πρόβλημα.
Ομως το πρόβλημα δεν φεύγει. Ο Ερντογάν δεν είναι παιδάκι. Και δεν πρόκειται να πάρει πίσω τις απαιτήσεις του στη νέα τους κλίμακα, είτε με Χάγη, είτε χωρίς. Δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του. Θέλει αυτά που θέλει. Και είναι αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να τα πάρει. Σε αντίθεση με εμάς, που τρέμουμε. Γιατί αυτό κάνουμε.