Οι Eλληνες που είναι επιτυχημένοι στο εξωτερικό δεν θα επιστρέψουν σε ένα σύστημα που δεν δείχνει πραγματική δέσμευση για μεταρρύθμιση, διαπιστώνει ο Κέβιν Φέδερστοουν, καθηγητής της έδρας Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών «Ελευθέριος Βενιζέλος» της London School of Economics. Eχοντας βαθιά γνώση του ελληνικού συστήματος διακυβέρνησης, που αποτυπώθηκε άλλωστε στο βιβλίο «Πρωθυπουργοί και το παράδοξο της εξουσίας στην Ελλάδα», ο διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στην LSE εκτιμά για τον σημερινό έλληνα Πρωθυπουργό ότι «ξεκίνησε καλά» στην προσπάθειά του να προκαλέσει την Ελλάδα να αλλάξει πορεία. Αλλά υπογραμμίζει ότι «η πρόοδος που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής είναι πολύ μικρή για να μπορέσουμε να πούμε ότι ξεπερνά τις παλιές συνήθειες και μετασχηματίζει το μονοπάτι στο οποίο η Ελλάδα είχε αυτοεγκλωβιστεί».
Θεωρεί ότι η Ελλάδα θα πρέπει αφενός να επιμείνει στην προσπάθεια επανάκτησης της αξιοπιστίας της στο εξωτερικό και αφετέρου να κάνει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, αφήνοντας πίσω τη βραχυπρόθεσμη προσέγγιση, όπου επικεντρώθηκε τα τελευταία χρόνια το πολιτικό παιχνίδι. Στο πλαίσιο αυτό, ο βρετανός καθηγητής, ο οποίος μίλησε στα «ΝΕΑ» ενόψει της συμμετοχής του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, εκτιμά ότι «μια κυβέρνηση με ισχυρή πλειοψηφία και αρκετή καλή θέληση έχει την υποχρέωση να προσπαθήσει να αλλάξει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού και να αλλάξει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων».
Δεν είναι η πρώτη φορά που συμμετέχετε στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Πριν από δύο χρόνια μιλήσατε για το «σύνδρομο» που περιβάλλει τον τρόπο λειτουργίας του ελληνικού κράτους, τον τρόπο με τον οποίο το κοινό αντιλαμβάνεται το κράτος κ.λπ. Θεωρείτε ότι το «σύνδρομο» αυτό εξακολουθεί να υφίσταται και πώς το αξιολογείτε;
Από την εκλογή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προκαλεί την Ελλάδα να αλλάξει πορεία, αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το κράτος στην οικονομία και την κοινωνία. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εσωτερική μετατόπιση από τότε που ο πατέρας του προσπάθησε να κάνει κάτι παρόμοιο. Aλλοι απέτυχαν, αλλά αυτή τη φορά η προσπάθεια γίνεται μετά τις παρεμβάσεις των προγραμμάτων διάσωσης. Είναι μια τεχνοκρατική λογική που προκαλεί βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες και συνήθειες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι σε θέση να δείξει ότι μπορεί να πετύχει, ότι οι μεταρρυθμίσεις παράγουν κέρδη. Οι περισσότεροι θα έλεγαν ότι ο κ. Μητσοτάκης ξεκίνησε καλά. Ωστόσο, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής είναι πολύ μικρή για να μπορέσουμε να πούμε ότι ξεπερνά τις παλιές συνήθειες και μετασχηματίζει το μονοπάτι στο οποίο η Ελλάδα είχε αυτοεγκλωβιστεί. Πολλοί Eλληνες τον αντιμετωπίζουν θετικά, αλλά δεν έχουν αλλάξει οι προσδοκίες τους για το τι πρέπει να κάνει το κράτος για αυτούς.
Ποιο μήνυμα ετοιμάζεστε να αναπτύξετε αυτή τη φορά στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών;
Δύο σημεία. Κατ’ αρχάς ότι η Ελλάδα έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το εξωτερικό έλλειμμα αξιοπιστίας της και πρέπει να επιμείνει στην προσπάθεια αυτή, διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να δώσετε στον εαυτό σας τη δυνατότητα να επιλέξετε. Δεύτερον, ότι πρέπει να κάνετε επιλογές με σχεδιασμό, κοιτάζοντας μακροπρόθεσμα. Τόσο μεγάλο μέρος του πολιτικού παιχνιδιού τα τελευταία χρόνια αποσκοπούσε στο βραχυπρόθεσμο. Αυτό έχει στερήσει στην Ελλάδα το δικαίωμα να κατέχει τη μακροπρόθεσμη ατζέντα της. Πρέπει να καθοριστούν προτεραιότητες, να αποκτηθούν συγκριτικά πλεονεκτήματα, να μεταφερθούν πόροι και να διατηρηθεί το εθνικό σχέδιο. Η χάραξη πολιτικής με συναίνεση ήταν σχεδόν αδύνατη στην Ελλάδα, αλλά υπάρχουν πολιτικά οφέλη όταν πηγαίνει κανείς πέρα από τη φυλετική αφοσίωση και όταν επιδιώκει τη συμμετοχή άλλων. Υπάρχει πιθανώς πλεονέκτημα, όταν κάνει κανείς την πρώτη κίνηση, για να αμφισβητήσει στερεότυπα και να ανοίξει τον κύκλο σε άλλους. Θα πρέπει να υπάρξουν περισσότερες περιπτώσεις από αυτές της Κατερίνας Σακελλαροπούλου ή του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη.
Ως επικεφαλής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου και με έδρα το Λονδίνο, μπορεί να έχετε μια εικόνα του αποκαλούμενου «brain drain» που έχει βιώσει η Ελλάδα την τελευταία δεκαετία. Τι θα λέγατε σε αυτό;
Οι Eλληνες που είναι επιτυχημένοι στο εξωτερικό δεν θα επιστρέψουν για ένα σύστημα που δεν δείχνει πραγματική δέσμευση για μεταρρύθμιση. Η Ελλάδα έχει χάσει πολλούς από τους πιο ταλαντούχους. Θεωρώ ότι οι προοπτικές είναι διαφορετικές από τομέα σε τομέα στην Ελλάδα. Στον δημόσιο τομέα, γιατί να επιστρέψει ένας νέος ερευνητής, για παράδειγμα, σε ένα πανεπιστημιακό σύστημα που δεν επιθυμεί να αλλάξει; Οι προοπτικές σταδιοδρομίας δεν είναι καλές, οι πόροι είναι περιορισμένοι και οι απειλές κατά της επιτυχίας είναι πραγματικές. Ποιος χρειάζεται το άγχος ή τη μικρή φιλοδοξία; Γιατί οι σπουδαστές πηγαίνουν για σπουδές στο εξωτερικό; Δεν λέει κάτι αυτό για το πανεπιστημιακό σύστημα στη χώρα τους; Η μεγαλύτερη υπόσχεση, νομίζω, έρχεται από τον ιδιωτικό τομέα και «από τη βάση στην κορυφή». Η απάντηση στην κρίση από νέες ΜΚΟ, ιδρύματα και δίκτυα υπήρξε μακράν η πιο ελπιδοφόρα από οτιδήποτε άλλο. Οι ευκαιρίες για νεοφυείς επιχειρήσεις έχουν βελτιωθεί και σε εξειδικευμένους τομείς, όπου δραστηριοποιούνται, έχουν δείξει τι μπορεί να γίνει. Σκέφτομαι τον τομέα της πληροφορικής ή μια εταιρεία όπως η BEAT, για παράδειγμα, στα ταξί. Ο ρόλος της κυβέρνησης είναι να παράσχει το πλαίσιο για να μπορούν να ευδοκιμήσουν.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ορισμένες προκλήσεις; Ποιες, κατά τη γνώμη σας, είναι πιο ανησυχητικές;
Η βραχυπρόθεσμη προσέγγιση και ο πολιτικός φυλετισμός. Μια κυβέρνηση με ισχυρή πλειοψηφία και αρκετή καλή θέληση έχει την υποχρέωση να προσπαθήσει να αλλάξει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού και να αλλάξει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων. Είναι μια σπάνια ευκαιρία και δεν πρέπει να χαθεί από το κόμμα στην εξουσία. Τι να μην κάνετε; Να μη δώσετε αφορμή στους σκεπτικιστές να πιστεύουν ότι δεν έχετε αλλάξει ως κόμμα, ότι τα πολιτικά σας ένστικτα είναι τα ίδια με τους προκάτοχους σας. Αντ’ αυτού, δείξτε θάρρος και δέσμευση και προσεγγίσετε άλλους.