Ο ιστορικός της λογοτεχνίας σήμερα δεν μπορεί παρά να συνδέσει τις κρίσιμες χρονολογίες.
Όταν το 1987 εκδίδεται η Αρραβωνιαστικιά, η επιτάχυνση των ιστορικών γεγονότων έχει ήδη ξεκινήσει με πυκνούς ρυθμούς.
Μέχρι την αρχή της δεκαετίας του ’90, η πτώση του Τείχους και η κατάρρευση του «υπαρκτού» [σοσιαλισμού] θα οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους που είχαν ζήσει την εμπειρία του κομμουνισμού σε καταστάσεις ανάλογες με αυτές που περιγράφει η Άλκη Ζέη στο βιβλίο της.
Σήμερα, που η «μνήμη του κομμουνισμού» έχει οδηγήσει σε λογής-λογής εκ των υστέρων αυτοδικαιώσεις μέσω της καταγγελίας ή του ιδεολογικού εξορκισμού, το βιβλίο της Άλκης Ζέη μας βοηθάει να καταλάβουμε τα πρόσωπα και τα πράγματα της εποχής, μέσα στις ιστορικές τους συνάφειες.
Και είναι αυτή η αίσθηση της ιστορίας που μας υπενθυμίζει σήμερα πως οι διαδρομές των αριστερών αγωνιστών «δεν είναι φτιαγμένες με αθωότητα».
Οι σκληροί αγώνες στους οποίους είχαν εμπλακεί προϋπέθεταν ισχυρές αντοχές στις αντιπαραθέσεις με υπαρκτούς και επινοημένους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς.
Η απόκλιση από την επαναστατική ορθότητα οδηγούσε κάποτε σε διαδικασίες στιγματισμού της ετεροδοξίας· κάποτε και στην πλήρη εξόντωση των συντρόφων.
Η Άλκη Ζέη γνωρίζει αυτόν τον κόσμο, σε όλες του τις εκδοχές: από την επονίτικη «έφοδο στον ουρανό» ώς την τελική συντριβή των ανθρώπων κάτω από την κομματική επιτήρηση και τιμωρία.
Η κομπάρσος που πρωταγωνιστεί στην Αρραβωνιαστικιά είναι ένα «βουβό πρόσωπο» της ιστορίας.
Ο ρόλος της δεν έχει λόγια.
Η καταφυγή στη μνήμη είναι ο μόνος δρόμος για να αφηγηθεί την εμπειρία της και την εμπειρία της γενιάς της, προσπαθώντας να βρει το νόημα της ιστορίας. […]
Γιάννης Παπαθεοδώρου, «Οι επίμονοι κομπάρσοι της ιστορίας», περ. Διαβάζω, τχ. 528 (Απρ. 2012) 89-90
Η Άλκη Ζέη γεννήθηκε στην Αθήνα και πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια στη Σάμο, απ’ όπου καταγόταν η μητέρα της.
Όταν άρχισε το σχολείο, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στο Μαρούσι και στη συνέχεια στην Αθήνα.
Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και στο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο της Μόσχας.
Η σχέση της με το γράψιμο ξεκίνησε από τα γυμνασιακά της χρόνια, γράφοντας έργα για το κουκλοθέατρο, διηγήματα και νουβέλες, που δημοσιεύονταν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά.
Παράλληλα με το γράψιμο, αγωνίστηκε ενεργά για την ελευθερία, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημοκρατία, συμμετέχοντας στο αριστερό κίνημα από τα χρόνια της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα.
Η συμμετοχή της σε αυτόν τον αγώνα καθόρισε την προσωπική ζωή της.
Από το 1952 μέχρι το 1964 η Άλκη Ζέη και ο σύζυγός της, ο θεατρικός συγγραφέας Γιώργος Σεβαστίκογλου, έζησαν ως πολιτικοί πρόσφυγες στη Σοβιετική Ένωση, αρχικά στην Τασκένδη και ύστερα στη Μόσχα, όπου γεννήθηκαν και τα δύο παιδιά τους.
Επέστρεψαν στην Ελλάδα το ’64, για να ξαναφύγουν το ’67 στο Παρίσι, όπου παρέμειναν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70 λόγω της δικτατορίας.
Ο καθαρός τρόπος γραφής, η γλωσσική αρτιότητα, η κριτική στάση απέναντι σε πρόσωπα και καταστάσεις, το χιούμορ και η διεισδυτική ματιά στα γεγονότα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των έργων της Άλκης Ζέη, που αγαπήθηκαν από το ελληνικό και το ξένο αναγνωστικό κοινό.
Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα , Το καπλάνι της βιτρίνας και Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου συμπεριλαμβάνονται στα διαχρονικά ευπώλητα βιβλία της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.
Εκτός από την Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα, τα βιβλία της απευθύνονται κυρίως στα παιδιά και τους εφήβους, πάντα όμως διαβάζονται με μεγάλη ευχαρίστηση και από τους ενηλίκους.
Πηγή έμπνευσης για την Άλκη Ζέη αποτέλεσαν οι προσωπικές εμπειρίες της, που συνυφαίνονται με τα ιστορικά γεγονότα.
Τα ζητήματα που πραγματεύονται τα έργα της είναι καθημερινά και πανανθρώπινα.
Το Καπλάνι της βιτρίνας, το πρώτο της μυθιστόρημα, υπήρξε έργο-σταθμός για την ελληνική παιδική λογοτεχνία και θεωρείται πλέον ένα κλασικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας για παιδιά, με συνεχείς επανεκδόσεις από το 1963, όταν πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα, και πολλές μεταφράσεις και διακρίσεις στο εξωτερικό.
Η Άλκη Ζέη αποτέλεσε, και θα αποτελεί ασφαλώς εις το διηνεκές, πρέσβειρα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό, καθώς το σύνολο του έργου της είναι μεταφρασμένο και κυκλοφορεί σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο.
Η ίδια έχει επίσης μεταφράσει από τα γαλλικά, τα ιταλικά και τα ρωσικά αρκετά βιβλία, ανάμεσα στα οποία έργα των Τζιάνι Ροντάρι και Βέρα Πανόβα.