Η κίνηση αυτή πολεμήθηκε με ποικίλους τρόπους από έναν ετερόκλητο συνασπισμό πολιτικών, επιχειρηματικών και ποδοσφαιρικών συμφερόντων.
Εξαρχής την πολέμησε ο ΣΥΡΙΖΑ, όπου προεξαρχόντων των κκ. Τσίπρα και Παππά η πρωτοβουλία αυτή είχε παρουσιαστεί ως προσπάθεια δημιουργίας «μονοπωλίου» και ελέγχου του τοπίου της ενημέρωσης.
Όμως, η πολεμική αυτή δεν αφορούσε απλώς την προσπάθεια αντιμετώπισης της «διαπλοκής». Μάλλον, εξυπηρετούσε και τα συγκεκριμένα συμφέροντα που πολεμούσαν τη συμφωνία αυτή, με πιο χαρακτηριστική τη στάση του Ιβάν Σαββίδη.
Αυτό οδήγησε και σε όλη την πολεμική, την οποία υιοθέτησε και ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι υπήρχε υποτίθεται πρόβλημα θεσμικό ασυμβίβαστου ,επειδή η Alter Ego είναι ιδιοκτησίας του Βαγγέλη Μαρινάκη και η Forthet λειτουργεί και εκμεταλλεύεται τη συνδρομητική πλατφόρμα της Nova, που διαθέτει τα τηλεοπτικά δικαιώματα αρκετών ποδοσφαιρικών ομάδων.
Η πολεμική αυτή αποσιωπούσε, ότι περιπτώσεις, όπου ιδιοκτήτες ή μέτοχοι ποδοσφαιρικών ομάδων, που ήταν και ιδιοκτήτες ΜΜΕ ,που διαχειρίζονται τηλεοπτικά δικαιώματα είχαν υπάρξει και στο παρελθόν, χωρίς να τεθεί θέμα.
Πάνω από όλα αυτή η πολεμική παρέβλεπε , ότι επρόκειτο για μια συμφωνία, που θα εξασφάλιζε την ανάπτυξη της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένης και της Nova και άρα θα έδινε μεγαλύτερα περιθώρια και στην αγορά των ποδοσφαιρικών τηλεοπτικών δικαιωμάτων, προς όφελος των ομάδων.
Η υπονόμευση της επιτυχούς ολοκλήρωσης της συμφωνίας και ο ρόλος του κ. Θεόδωρου Αθανασόπουλου της Alpha Bank
Η πολεμική ενάντια σε αυτή τη συμφωνία δεν έμεινε στα λόγια. Πήρε και πολύ πιο άμεσες προσπάθειες να υπονομευθεί στην πράξη η συμφωνία, παρά τα υπαρκτά βήματα προόδου, που είχαν γίνει και παρότι η Alter Ego είχε ανταποκριθεί στα αιτήματα των τραπεζών.
Ομως η υπαναχώρηση από κρίσιμες πλευρές της συμφωνίας και κυρίως από τους όρους της εξασφάλισης χρηματοδότησης στην ενδιάμεση περιόδο ανάμεσα στην υπογραφή της συμφωνίας και την έγκριση της απο την Ανεξάρτητη Αρχή της Επιτροπής Ανταγωνισμού ήταν το βήμα, που θα οδηγούσε την Forthnet να στερηθεί τις απαραίτητες εγγυητικές επιστολές για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή της στο ΣΥΖΕΥΞΙΣ II, ένα έργο σημαντικό, που θα εδραίωνε τη θέση της εταιρείες στη συγκεκριμένη αγορά και θα της απέφερε σημαντικά έσοδα.
Περαιτέρω, παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις δεν τηρήθηκε η αποδοχή του όρου συνέχισης της ομαλής παροχής ρευστότητας στη Forthnet μέσω της αποδέσμευσης λογαριασμών εισπράξεων μεγάλων πελατών ύψους άνω των 5,5 εκ, ευρώ, η οποία πραγματοποιείτο κανονικά τους τελευταίους 18 μήνες. Η υπαναχώρηση αυτή βέβαια στερεί ουσιαστική ρευστότητα της Εταιρείας και τορπιλίζει τις σχέσεις της με σημαντικούς προμηθευτές (π.χ. ποδοσφαιρικές ΠΑΕ).
Κομβικό ρόλο σε αυτές τις διαπραγματεύσεις (και τις υπαναχωρήσεις της Alpha Bank) φαίνεται, ότι έπαιξε ο κ. Θεόδωρος Αθανασόπουλος, εκ των εντεταλμένων γενικών διευθυντών της Τράπεζας, με χώρο ευθύνης τα εταιρικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια (Corporate NPLs), τον οποίο δημοσιεύματα έφεραν να αναλαμβάνει υψηλή θέση και στη Cepal Hellas την εταιρεία, που θα διαχειρίζεται τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα της Τράπεζας.
Σημειώνουμε εδώ, ότι ως εκ της θέσεώς του ο κ. Αθανασόπουλος, που πληροφορίες τον φέρνουν να έχει σχέση και επικοινωνία με τον κ Παππά και άλλα υψηλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, είχε παίξει ρόλο και στη διαχείριση των δανείων της Alpha στο Mega, με τρόπο, που συνέβαλε στο κλείσιμο τελικά του μεγάλου καναλιού. Μάλιστα, ήταν σε εκείνη την περίοδο, που ενώ το Mega διέθετε διαφημιστικά έσοδα, που πήγαιναν στις τράπεζες, ήταν ιδίως η τράπεζα, που εκπροσωπούσε εκείνη , που προέβαλε εμπόδια να διατεθεί μέρος των εσόδων αυτών για την πληρωμή δεδουλευμένων των εργαζομένων.
Σε κάθε περίπτωση η υπόθεση της Forthnet είναι μία ακόμη ένδειξη των τοξικών επιπτώσεων μιας στρεβλής αντίληψης της πολιτικής πολεμικής αλλά και του επιχειρηματικού ανταγωνισμού που καταλήγει στο να υπονομεύει μεγάλες επενδύσεις σε εποχές, που υποτίθεται, ότι αυτές είναι η κύρια προτεραιότητα.