Είναι το πρόσωπο των ημερών. Ο καθηγητής και εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας Σωτήρης Τσιόδρας αναδείχθηκε στην επικαιρότητα λόγω κορωνοϊού αλλά κέρδισε τη γενική αποδοχή λόγω της προσωπικότητάς του. Στις τηλεφωνικές και διαδικτυακές κουβέντες με φίλους, γνωστούς και συγγενείς (πιο συχνές σε αυτές τις συνθήκες) η αναφορά στο όνομα του μοιάζει με ανακουφιστική όαση σιγουριάς σε ένα δυστοπικό και κλυδωνιζόμενο τοπίο. Μας λέει δυσάρεστα πράγματα, μας μεταφέρει αρνητικές ειδήσεις, πώς όμως γίνεται και αυτός ο αγγελιαφόρος κακών μαντάτων (πρόσωπο μοιραίο ακόμη και στη δραματουργία) «γράφει» τόσο θετικά στην καθημερινότητα και τη συνείδησή μας;
Δεν έχει τα τυπικά επικοινωνιακά προσόντα. Εννοώ ως προς τα χαρακτηριστικά του και τον τρόπο που μιλάει. Σκεφτόμουν αν ένας σκηνοθέτης που θα έκανε μία ταινία γι’ αυτό που ζούμε, θα έδινε σε έναν «τύπο Τσιόδρα» τον αντίστοιχο ρόλο. Μόνο αν θα μπορούσε να ανιχνεύσει και να αναδείξει τη φιλοσοφική ουσία της Επιστήμης.
Και κυρίως την ταπεινότητα που συνεπάγεται. «Μου αρέσει γιατί είναι σεμνός» λέει ένας φίλος. Δεν νομίζω ότι πρόκειται ακριβώς περί σεμνότητας αλλά για μια αίσθηση των μέτρων και των μεγεθών.
Ο Σωτήρης Τσιόδρας, από τη θέση του εκπροσώπου του υπουργείου Υγείας, μας απευθύνεται ως γνήσιος επιστήμων. Που έχει συνείδηση ότι εκεί που σταματά η κεκτημένη γνώση αρχίζει το απεριόριστό της. Και αυτός ο τεκμηριωμένος, χαμηλότονος επιστημονικός λόγος του μας ανακουφίζει έτσι όπως είμαστε σαστισμένοι από όσα συμβαίνουν αλλά και ταλαιπωρημένοι, τα τελευταία χρόνια, από την έπαρση του συναισθήματος στον δημόσιο διάλογο.
Περί πίστης
Στο διαδικτυακό τράφικ του δόθηκαν πολλοί μελλοντικοί ρόλοι. Για παράδειγμα, του υπουργού Υγείας. Δεν νομίζω ότι θα ήταν κατάλληλος για μια τέτοια θέση. Εχει μια βασική διαφορά από τους πολιτικούς κι αυτή ακριβώς είναι που τον κάνει ιδανικό στην τωρινή του θέση. Ο Σωτήρης Τσιόδρας δεν έχει την επικοινωνιακή πειθώ του καλού ρήτορα. Δεν σε πείθουν αυτά καθαυτά τα λόγια του αλλά η δική του πίστη στα επιστημονικά στοιχεία που παραθέτει.
Και σου δίνει πάντα την εντύπωση ότι για να είναι εκεί, κάθε απόγευμα στις έξι, διέκοψε τη δουλειά του στην οποία θα επιστρέψει όταν τελειώσει η συνάντησή του με τους συντάκτες Υγείας.