Προνοήσατε να μετακινηθείτε εγκαίρως και να βρείτε καταφύγιο αυτές τις δύσκολες ημέρες στο σπίτι σας στην Επίδαυρο. Ποιες είναι οι σκέψεις σας;
Σε αυτό που ζούμε τώρα – που εύχομαι να κλειστεί σε μια παρένθεση και να γίνει «κάποτε» και να ανήκει στο παρελθόν -, εκτός από τα βιολογικά μικρόβια που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, με τον εγκλεισμό που αναγκαστικά μάς έχει επιβληθεί για να αντεπεξέλθουμε στην πανδημία, αρχίζουμε να πολιορκούμαστε από τα πνευματικά μικρόβια. Και επειδή είναι άυλα δεν θεωρούμε ότι είναι επικίνδυνα. Σκέψου τώρα πόσες καταθλίψεις θα έχουμε μέσα στα σπίτια και πόσοι άνθρωποι θα είναι αβοήθητοι.
Και η τέχνη θα συμφωνήσετε ότι δεν θα είναι η ίδια.
Η τέχνη, κλεισμένη τώρα κι αυτή στο σπίτι της, ελλοχεύει και σίγουρα θα απαντήσει όταν όλα αυτά θα γίνουν μια παρένθεση. Είναι σίγουρο ότι θα αντιδράσει, αλλά αυτή τη στιγμή είναι ανενεργή. Σιωπά όπως όλοι μας. Θα κληθεί όμως να απαντήσει και να δημιουργήσει. Τώρα επιβάλλεται να σιωπήσει. Πιστεύω ότι αυτή η σιωπή θα λειτουργήσει ευεργετικά. Μας δίνεται μια τεράστια δυνατότητα να κάνουμε restart. Είναι σίγουρο ότι αυτό που θα έρθει θα είναι πιο διαυγές.
Ησασταν πάντα αισιόδοξος άνθρωπος.
Νομίζω, ναι. Αν και είχα μια φυσική συστολή από μικρή, ήμουν ένα παιδί με ταλέντα τα οποία βέβαια ήταν και ευκολίες. Δεν εξαίρω αυτά τα ταλέντα, δεν τα περιγράφω σαν κάτι μοναδικό.
Και φυσικά το πρώτο ταλέντο που εκδηλώσατε ήταν η ζωγραφική.
Ναι, αλλά ευνουχίστηκε νωρίς.
Ποιος σας απέτρεψε;
Ο πατέρας μου, ο οποίος όταν άκουγε τους άλλους να με επαινούν και να με παροτρύνουν να συνεχίσω αντιδρούσε λέγοντας «μην της φουσκώνετε τα μυαλά γιατί θα σπουδάσει». Εννοούσε κάτι σοβαρό, μια επιστήμη.
Πώς αντιδράσατε απέναντι σε αυτή την άρνηση του πατέρα σας;
Οδηγήθηκα στον αθλητισμό και όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μου ταιριάζει πέρασα στη μουσική. Αρχισα να διδάσκομαι κλασικό τραγούδι για τέσσερα χρόνια. Εμεινα δηλαδή αρκετά. Η μουσική μετά με οδήγησε στη ζωγραφική. Και όταν άρχισα να διδάσκομαι ζωγραφική, πραγματικά η αδερφή μου στη μουσική με βοήθησε να καταλαβαίνω διαφορετικά. Οταν ο δάσκαλός μου στη Σχολή Καλών Τεχνών, ο Μπότσογλου, μας έλεγε θέλω να ζωγραφίσετε ρυθμό, αντιλαμβανόμουν πιο γρήγορα και πιο εύκολα τι ακριβώς λέει επειδή είχα διδαχθεί μουσική. Και επειδή διδάχθηκα τη μουσική μπόρεσα να καταλάβω καλύτερα το θέατρο. Πιστεύω ακράδαντα στους νόμους των τεχνών. Για να μάθεις μουσική, για παράδειγμα, πρέπει να χωρέσεις μέσα σε μια κλίμακα επτά τόνων όλη σου την τέχνη. Αυτό έχει νόμους και κανόνες. Και η ζωγραφική έχει νόμους και κανόνες, και το θέατρο έχει νόμους και κανόνες.
Τους οποίους πρέπει να υπερβαίνει κανείς.
Βεβαίως πρέπει κάποιες φορές να σπάνε, αλλά αυτό για να συμβεί είναι ανάγκη να τους έχεις κατακτήσει και να τους έχεις κατανοήσει πρώτα. Ολα αυτά τα χρωστάω στους δασκάλους μου οι οποίοι πόνταραν πάνω μου και με πίστεψαν.
Εκτός από τον Χρόνη Μπότσογλου, ποιους άλλους θεωρείτε δασκάλους σας;
Αυτός ήταν επίσης ο πρώτος ο όποιος με προέτρεψε να κάνω έκθεση ζωγραφικής αμέσως μόλις τελείωσα τη Σχολή Καλών Τεχνών, κάτι που δεν το συνηθίζει. Είχα την τύχη μάλιστα να προλογίσει και τον κατάλογο της έκθεσης, ήταν πάρα πολύ συγκινητικός. Μου δημιούργησε και μια πίστη μέσα μου για να προχωρήσω. Βεβαίως δάσκαλό μου θεωρώ και τον Διονύση Φωτόπουλο, με τον οποίο είμαστε πια οικογένεια. Υπάρχει όμως και ο δάσκαλος του δασκάλου, αν και δεν με δίδαξε ποτέ.
Γιατί τον αποκαλείτε έτσι;
Δάσκαλος για μένα, χωρίς ποτέ να τον έχω γνωρίσει, ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης. Τον μελετούσα και τον ερευνούσα από μικρή. Πολλές φορές όταν βρισκόμουν σε μια δύσκολη κατάσταση άνοιγα ένα βιβλίο του σε μια τυχαία σελίδα και ό,τι και να διάβαζα ήταν σαν να μου απαντούσε, σαν να κρυβόταν εκεί στα γραφόμενά του η λύση του προβλήματός μου. Ολα αυτά μου δημιουργούσαν μια πίστη μέσα μου και με οδηγούσαν σε μια κανονικότητα μετάβασης κάθε φορά.
Η στιγμή της μεγάλης αποκάλυψης πότε ήρθε για εσάς;
Οταν έφτασα 18 ετών, συνειδητοποίησα αυτό που έλεγε ο Γιάννης Τσαρούχης, τότε άρχισα να γεύομαι τη χαρά και την πίκρα της γνώσης.
Με ποιο τρόπο το αντιληφθήκατε αυτό;
Φυσικά και χαίρεσαι όταν μαθαίνεις πράγματα, αλλά την ίδια στιγμή εμπεριέχεται σε όλη αυτή τη γνώση και μια πίκρα. Συνειδητοποιείς ένα τεράστιο σύμπαν, έναν τεράστιο κόσμο, και πόσο μικρός είσαι εσύ μέσα σε αυτό.
Οι άνθρωποι που είναι αδαείς
είναι σαφώς πιο ευτυχισμένοι.
Ετσι ένιωσα κι εγώ μικρή μέσα στον κόσμο της ζωγραφικής. Αργότερα και έπειτα από μια ώριμη σκέψη μεταφέρθηκα με αίσθημα έρωτα στο φάσμα του θεάτρου. Ακόμα και τώρα όταν με ρωτούν αν μου λείπει η ζωγραφική απαντώ «μα εγώ τώρα ζωγραφίζω». Οι δουλειές που κάνω έχουν μια βάση στη ζωγραφική. Τώρα καταλαβαίνω και την αλληλουχία που με οδηγεί κάθε φορά σ’ αυτό. Το βέβαιο είναι ότι εργάστηκα με αίσθημα αφοσίωσης στο θέατρο. Ακόμη κι αν έκανα έργα που δεν προορίζονταν για τη σκηνή.
Τι εννοείτε;
Ακόμη κι αν οι συνεργασίες που έκανα δεν άνθιζαν, έβρισκα έναν τρόπο για να κρατήσω ζωντανό τον ενθουσιασμό μου. Ελα, Εύα, δεν πειράζει, κοίτα να κάνεις Στρίντμπεργκ που αγαπάς, έχεις τον Μπέκετ που σου μιλάει κάθε μέρα. Και αυτό το πράγμα ήταν μεγάλη παρηγοριά για τις συνεργασίες που δεν ευδοκίμησαν.
Εκείνο όμως πάντα σας αφυπνίζει νέα έρευνα, έτσι δεν είναι;
Θυμάμαι, όταν εργαζόμουν για το έργο του Στρίντμπεργκ «Το παιχνίδι της φωτιάς», είχα βρει ότι ο συγγραφέας όταν το έγραφε μελετούσε τα επίπεδα του φλοιού της Γης και πώς αναπτύσσονται οι ρίζες. Εκανε πειράματα. Ετσι έφτιαξα ένα γυάλινο σκηνικό όπου μέσα διαδραματιζόταν η ιστορία των ηρώων εν είδει πειράματος.
Τις γνώσεις σας τις μεταλαμπαδεύετε;
Είναι σημαντικό για μένα να διδάξω ό,τι μου έμαθε ο Διονύσης (Φωτόπουλος) μέσα από τον δάσκαλό του, τον Γιάννη Τσαρούχη. Λέω πάντα στις βοηθούς μου, δεν έχει νόημα να συνεργαζόμαστε και να μην μπορώ να σας περάσω ό,τι έχω μάθει εγώ από τους δασκάλους μου. Ετσι γινόμαστε όλοι μαζί αυτή η ωραία αλυσίδα που προχωράει τη ζωή μέσα από την τέχνη που αγαπάμε. Σε αυτήν τη διαδικασία αντιλήφθηκα και τον ρόλο που απολάμβανα και επεδίωκα να έχω. Ημουν πάντα μητρικά στοργική απέναντι στους συνεργάτες μου, στους φίλους μου, στους συντρόφους. Θέλω να φροντίζω και ν’ αναλαμβάνω τους άλλους. Αυτό μεγεθύνθηκε σε στιγμές μεγάλης οδύνης.
Πότε νιώσατε έτσι;
Οταν τελείως ξαφνικά έχασα τη μητέρα μου. Ηταν μια απώλεια που δεν μπόρεσα να αντιληφθώ. Ηταν μια τραγική εμπειρία για μένα. Ηθελα να ειδοποιήσω όλο τον κόσμο, όλους τους φίλους μου και να τους πω: βάλτε το στο μυαλό σας ότι θα συμβεί κάποτε γιατί θα γκρεμιστείτε όπως γκρεμίστηκα κι εγώ. Βίωσα τραγικά όλη αυτή την ιστορία. Αργότερα έζησα και άλλη, ακόμα πιο οδυνηρή απώλεια.
Θέλετε να μου μιλήσετε γι’ αυτή;
Νιώθω αδύναμη. Οσες φορές έπρεπε να το αφηγηθώ, με κοιτούσαν με πόνο. Αλλωστε ακόμη και σε πολύ κοντινούς μου ανθρώπους δεν το είπα για να τους προστατεύσω.
Εσάς τι σας προστάτευσε;
Οταν ήρθε η πραγματική μητρότητα, φωτίστηκαν όλα τα κενά. Οταν απέκτησα παιδιά, αντιλήφθηκα ότι ήταν η μέγιστη πνευματική άσκηση. Και σαφώς το πιο σημαντικό πράγμα που έχω κάνει. Το αμφισβητούσα, αλλά έκανα λάθος, το ομολογώ. Τα παιδιά μάς δίνουν την ευκαιρία να ξανακάνουμε όλο το ταξίδι της ζωής μας από την αρχή. Βλέπουμε τη δική μας ηλικία να ξεδιπλώνεται και έχουμε τη δυνατότητα να εξαργυρώσουμε όλες τις οφειλές.
Μια οφειλή σας είναι και μία ακόμα έκθεση;
Την ετοίμαζα, είχε εγκριθεί από το Φεστιβάλ Αθηνών, αλλά μας πρόλαβαν τα γεγονότα με την αποχώρηση του Γιώργου Λούκου, οπότε έμεινε στο συρτάρι. Είναι σε αυτά που θέλω να γίνουν όταν όλα έρθουν ξανά σε κανονικούς ρυθμούς.