Αυτές είναι τραγικές μέρες για την Ευρώπη και τους πολίτες της. Η εξάπλωση του κορωνοϊού έχει επηρεάσει σοβαρά πολλά κράτη μέλη και είναι ασαφές σε ποιον βαθμό αυτή η κρίση υγείας θα επιδεινωθεί και πόσο ακόμη θα διαρκέσει.
Την ώρα που γιατροί και νοσηλευτές μάχονται ηρωικά κατά της εξάπλωσης του ιού στην πρώτη γραμμή, όλοι εμείς που συμμετέχουμε στη χάραξη οικονομικής πολιτικής πρέπει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να περιορίσουμε τις οικονομικές επιπτώσεις αυτής της κρίσης.
Πράγματι, περιμένουμε πως τα νοικοκυριά, οι μικρές επιχειρήσεις και οι μεγάλες εταιρείες στη ζώνη του ευρώ θα αντιμετωπίσουν εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Γι’ αυτό, τις τελευταίες εβδομάδες η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, ως απάντηση στην οικονομική διαταραχή, ανακοίνωσε πρωτοφανή μέτρα κεφαλαιακής στήριξης και εποπτική ευελιξία, μαζί με σύσταση προς τις τράπεζες για περιορισμό των μερισμάτων και των επαναγορών μετοχών.
Σε αντίθεση με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, οι τράπεζες δεν αποτελούν αυτήν τη φορά την πηγή του προβλήματος. Πρέπει όμως να εξασφαλίσουμε ότι μπορούν να αποτελέσουν μέρος της λύσης.
Τα μέτρα μας για τον περιορισμό των οικονομικών επιπτώσεων αποσκοπούν στο να επιτρέψουν στις τράπεζες να συνεχίσουν να παρέχουν οικονομική στήριξη στα νοικοκυριά και στις βιώσιμες μικρές επιχειρήσεις και μεγάλες εταιρείες που έχουν πληγεί σοβαρότερα από την κρίση.
Οι πρωτοβουλίες μας δεν θα πρέπει να εξεταστούν μεμονωμένα, αλλά σε συνδυασμό με τα νομισματικά και δημοσιονομικά μέτρα. Η ΕΚΤ, ως κεντρική τράπεζα, έχει παράσχει στις τράπεζες πρόσθετες πηγές φθηνής χρηματοδότησης που συμπληρώνονται από ένα έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού. Ως επόπτες των τραπεζών, έχουμε χαλαρώσει τους περιορισμούς που αφορούν το κεφάλαιο και τη ρευστότητα, ενισχύοντας σημαντικά την ικανότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια και να απορροφούν τυχόν ζημίες χωρίς να ενεργοποιηθούν εποπτικά μέτρα. Πολλές κυβερνήσεις αποφάσισαν να εξασφαλίσουν προσωρινή στήριξη σε οφειλέτες μέσω της αναστολής πληρωμών και να υποστηρίξουν τις τράπεζες μέσω της παροχής δανειακών εγγυήσεων, ενώ από την πλευρά μας αυξήσαμε την εποπτική ευελιξία όσον αφορά την κανονιστική μεταχείριση των δανείων που λαμβάνουν τέτοια στήριξη.
Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας ως αρχής προληπτικής εποπτείας, ζητήσαμε επίσης από τις τράπεζες να μετριάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τον φιλοκυκλικό χαρακτήρα στα μοντέλα που χρησιμοποιούν για τον σχηματισμό προβλέψεων έναντι επισφαλών δανείων, τα οποία εκπονούνται σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα (ΔΠΧΑ 9). Με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθεί η μεταβλητότητα στις αποτιμήσεις βάσει ΔΠΧΑ 9 στη διάρκεια της διαταραχής η οποία έχει σημαντικό αντίκτυπο στο κεφάλαιο των τραπεζών και στα αποτελέσματα χρήσης τους.
Επιπλέον, υπό το πρίσμα των κρίσιμων συνθηκών σε λειτουργικό επίπεδο και στις αγορές, αναστείλαμε για περίοδο τουλάχιστον έξι μηνών την οριστικοποίηση και εφαρμογή διαφόρων εποπτικών αποφάσεων και γνωστοποιήσαμε στις τράπεζες ότι θα χρησιμοποιήσουμε τη μέγιστη δυνατή ευελιξία κατά την αξιολόγηση της υλοποίησης των σημερινών σχεδίων για τη μείωση παλαιών μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Είμαι πάντως πεπεισμένος ότι αυτό δεν θα πρέπει να αποτελέσει δρόμο μιας κατεύθυνσης.
Συνεισφορά
Καθώς τα πάντα γύρω μας τίθενται σε κατάσταση αναμονής και όλες οι προσπάθειες των κοινωνιών μας εστιάζονται στην καταπολέμηση του κορωνοϊού, οι τράπεζες και οι μέτοχοί τους πρέπει με τη σειρά τους να συνεισφέρουν σε αυτήν την κοινή προσπάθεια.
Τα ίδια κεφάλαια είναι το πιο αποτελεσματικό εργαλείο που επιτρέπει στις τράπεζες να αντεπεξέρχονται σε διαταραχές που εκδηλώνονται απροσδόκητα. Δυστυχώς, εν προκειμένω μπορούμε να θεωρήσουμε ότι έχουμε προειδοποιηθεί: η οικονομική διαταραχή που απορρέει από αυτήν την κρίση δεν μπορεί πια να κριθεί απροσδόκητη. Αυτό που δεν γνωρίζουμε ακόμη είναι πόσο μεγάλη θα είναι η συρρίκνωση της οικονομικής παραγωγής και τι διάρκεια θα έχει. Ελπίζουμε για το καλύτερο αλλά πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το χειρότερο.
Πρέπει να διατηρήσουμε τα επίπεδα κεφαλαίου μέσα στο σύστημα, να στηρίξουμε την ικανότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια ή να απορροφούν ζημίες σε μια στιγμή που αυτό είναι ιδιαιτέρως αναγκαίο. Γι’ αυτόν τον λόγο, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ συνέστησε στις τράπεζες να μην προβούν σε διανομή μερισμάτων και σε επαναγορές μετοχών τουλάχιστον μέχρι τον Οκτώβριο του 2020. Αυτή η σύσταση ισχύει και για τα μερίσματα του 2019 που δεν έχουν ακόμη διανεμηθεί, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 30 δισεκ. ευρώ σύμφωνα με τα στοιχεία μας. Οι τράπεζες που κάλεσαν τους μετόχους τους να ψηφίσουν όσον αφορά πρόταση διανομής μερισμάτων στις επερχόμενες γενικές τους συνελεύσεις θα πρέπει να τροποποιήσουν αυτές τις προτάσεις σύμφωνα με τη σύστασή μας.
Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτά τα μέτρα είναι προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον των τραπεζών και των μετόχων τους: διατηρώντας τις κρίσιμες λειτουργίες τους και ενισχύοντας τη στήριξη που παρέχουν προς τα νοικοκυριά, τις μικρές επιχειρήσεις, τις μεγάλες εταιρείες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι τράπεζες ουσιαστικά προστατεύουν την αξία τους και βελτιώνουν τη φήμη τους.
Η Ευρώπη και οι πολίτες της αντιμετωπίζουν μια εξαιρετική πρόκληση. Μόνο αν ανταποκριθούμε σε αυτήν την πρόκληση θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε ότι ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας θα παραμείνει ισχυρός και θα μπορέσει να στηρίξει μια ταχεία ανάκαμψη των οικονομιών μας όταν αυτό το πρωτοφανές σοκ θα αποτελεί παρελθόν.