Σε αγώνα αντοχής αναμένεται να εξελιχθεί η μάχη κατά του νέου κορωνοϊού, με τους επιστήμονες να αντιμετωπίζουν το δεύτερο κύμα ως βεβαιότητα. Και καθώς μεγάλη μερίδα του πληθυσμού δεν θα έχει αναπτύξει ανοσία, αλλά ούτε αναμένεται να έχει δημιουργηθεί εμβόλιο έως το ερχόμενο φθινόπωρο, οι ειδικοί επεξεργάζονται ήδη το σενάριο να κυκλοφορεί ο SARS-CoV-2 παράλληλα με τη γρίπη, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο «κοκτέιλ».
Ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμώξεων και εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό Σωτήρης Τσιόδρας περιγράφοντας το μέλλον μας με τον SARS-CoV-2 επεσήμανε ότι «οι περισσότεροι επιστήμονες αυτή τη στιγμή μιλούν για τη σίγουρη παρουσία ενός δεύτερου κύματος το επόμενο φθινόπωρο ή χειμώνα και μιλούν για σταδιακή εφαρμογή μέτρων περιορισμού και άρσης τους».
Κάνοντας δε προβολή στο μέλλον, περιέγραψε ένα σχήμα του τύπου «βάζω μέτρα, τα σηκώνω όταν η κατάσταση είναι καλύτερη στη χώρα μου, χρησιμοποιώντας μαζικούς ελέγχους όταν δω ότι η κατάσταση ξεφύγει». Και το παρομοίωσε με ένα αυτοκίνητο που «μπορεί να φρενάρει και έπειτα να επιταχύνει», με μοναδικό στόχο το αυτοκίνητο να «φτάσει ασφαλές στον προορισμό του».
Υπό τα δεδομένα αυτά, ο αντιγριπικός εμβολιασμός θεωρείται και σε αυτή την περίπτωση η βασική ασπίδα προστασίας του πληθυσμού, με έμφαση στις ευπαθείς ομάδες, όπως έχει επισημάνει ο κ. Τσιόδρας.
Το καλοκαίρι
Παρ’ όλα αυτά, η δυναμική επιστροφή του SARs-CoV-2 τον ερχόμενο χειμώνα είναι μόνον ένα από τα σενάρια που μελετούν οι επιστήμονες, καθώς είναι πιθανόν να χτυπήσει νωρίτερα. O βασικός αριθμός αναπαραγωγής της γρίπης – οι επιστήμονες χρησιμοποιούν το κωδικό όνομα «Ro» όταν αναφέρονται στη μεταδοτικότητα ενός ιού, υπολογίζοντας έτσι τον αριθμό ανθρώπων που θα μολύνει ένας ασθενής – είναι 1,3.
«Οταν ανεβαίνει η θερμοκρασία, η μεταδοτικότητά της πέφτει κατά 30%, δηλαδή κάτω του ενός, με αποτέλεσμα να συρρικνώνεται η επιδημία. Σε ό,τι αφορά τον νέο κορωνοϊό, ο βασικός αριθμός μεταδοτικότητας έχει υπολογιστεί στο 2-3. Συνεπώς και κατά 30% να μειωθεί η μεταδοτικότητά του, είναι πιθανόν να μη σταματήσει η κυκλοφορία του» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας στο εργαστήριο Επιδημιολογίας, Υγιεινής και Ιατρικής Στατιστικής του ΕΚΠΑ, όπου είναι επιστημονικά υπεύθυνος, Γκίκας Μαγιορκίνης.
Υπό το κρίσιμο αυτό δεδομένο, σημείο-«κλειδί» όταν θα αρθούν τα μέτρα στη χώρα μας είναι να έχει επιτευχθεί εκρίζωση του SARS-CoV-2. «Η εκρίζωση είναι πιθανή, δεδομένου ότι έχει ήδη συμβεί σε επαρχίες στην Κίνα, στην Κορέα και στη Σιγκαπούρη. Παρ’ όλα αυτά, προϋπόθεση για να μην υπάρξει αναζωπύρωση κρουσμάτων τους καλοκαιρινούς μήνες είναι να καταγραφούν αντίστοιχα αποτελέσματα και στις υπόλοιπες χώρες».
Και αυτό διότι ο SARS-CoV-2 είναι πιθανόν να… προσγειωθεί εκ νέου στη χώρα μας όταν η Ελλάδα ανοίξει τα σύνορά της στους τουρίστες. Αυτός είναι και ο λόγος που η κυβέρνηση σε συνεργασία με τους επιστήμονες στη χώρα μας επεξεργάζονται σχέδια ώστε αφενός να μην ατονήσει ο τουρισμός το καλοκαίρι, αφετέρου να μην μπει η χώρα σε έναν νέο κυκεώνα κρουσμάτων.
Μοιραία ο περιορισμός των τουριστών σε συγκεκριμένες και «στενές» γεωγραφικές περιοχές, ο έλεγχός τους προτού επισκεφτούν τη χώρα μας αλλά και το επιλεκτικό άνοιγμα των συνόρων μας μόνον σε ταξιδιώτες που προέρχονται από περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί «ελεύθερες» από τον νέο κορωνοϊό είναι μόνον μερικές από τις προτάσεις που προκρίνονται.
Η εποχικότητα
Εν τω μεταξύ, ένα ακόμη αναπάντητο προς το παρόν ερώτημα είναι εάν ο νέος κορωνοϊός θα αναπτύξει εποχικότητα, κάνοντας έτσι κάθε χρόνο την εμφάνισή του (όπως, δηλαδή, συμβαίνει και με την εποχική γρίπη). «Η πανδημία της γρίπης το 1918 δεν έκανε εποχικότητα για αρκετά χρόνια. Και αυτό διότι συνήθως ένας νέος πανδημικός ιός προκαλεί ένα βαρύ κύμα και μετά, έπειτα από χρόνια, επέρχεται η εποχικότητά του» καταλήγει ο κ. Μαγιορκίνης.
Οι ελπίδες
Και καθώς το μέλλον παραμένει αβέβαιο, η επιστημονική κοινότητα επενδύει τις ελπίδες της στον εντοπισμό της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση των μέτρων αποστασιοποίησης (όπου και όταν χρειάζεται). Παράλληλα όμως, και καθώς στη χώρα μας έχει κερδηθεί πολύτιμος χρόνος με την έγκαιρη λήψη αυστηρών μέτρων, το σύστημα Υγείας έχει ενδυναμωθεί σημαντικά με προσωπικό, υλικά και νέες κλίνες σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, σε μια προσπάθεια να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει (και) το επόμενο κύμα.