Ο δρόμος της επιστροφής στην «κανονικότητα» εν μέσω πανδημίας δεν αποτελεί απλή υπόθεση και απαιτεί υιοθέτηση σειράς ξεκάθαρων και ενεργών μέτρων, που περιλαμβάνουν από την ανίχνευση επαφών και τη στοχευμένη καραντίνα μέχρι την επάνοδο σε ελεγχόμενα lockdown διαμηνύουν ειδικοί, μιλώντας στα «ΝΕΑ», με αφορμή την προσπάθεια κρατών – μελών της ΕΕ να ξεκινήσουν σταδιακή άρση των περιορισμών.
Οι εμπειρογνώμονες εκτιμούν επίσης ότι ένα δεύτερο κύμα εξάπλωσης του ιού είναι αναπόφευκτο ελλείψει φαρμακευτικών παρεμβάσεων. Συγκεκριμένα, ζητήσαμε την άποψη δύο εμπειρογνωμόνων σε κορυφαία ακαδημαϊκά κέντρα παγκοσμίως, οι οποίοι ασχολούνται επισταμένως με την κρίση του Covid-19. Πρόκειται για τον Τόμας Χέιλ, αναπληρωτή καθηγητή Διεθνούς Δημόσιας Πολιτικής στη Σχολή Blavatnik του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, και τον Εστεμπαν Μόρο, επισκέπτη καθηγητή στο MIT Media Lab και μέλος του προγράμματος Connection Science στο Ινστιτούτο Δεδομένων, Συστημάτων και Κοινωνίας (IDSS) του MIT.
Ο πρώτος έχει δημιουργήσει με την ομάδα του, το Oxford COVID-19 Government Response Tracker, το μοναδικό παγκοσμίως σύστημα που καταγράφει συστηματικά τη λήψη μέτρων και τα αποτελέσματά τους σε 73 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού η έρευνα του Μόρο επικεντρώνεται σήμερα στην παροχή συστηματικών και αυστηρών αναλύσεων δεδομένων για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19.
Τόμας Χέιλ
Υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις προς την άρση των αυστηρών μέτρων του lockdown ποικίλλουν σημαντικά από χώρα σε χώρα ακόμη και εντός της ΕΕ, ζητάμε από τον Τόμας Χέιλ να απαντήσει στο ερώτημα ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να βγούμε από τη φάση του κλειδώματος. Προτάσσοντας τις υποδείξεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας τονίζει ότι «ο ΠΟΥ περιέγραψε έξι βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν οι χώρες προκειμένου να εξέλθουν από το lockdown.
Πρώτον, να ελέγχεται η μετάδοση του COVID-19, δεύτερον, να υπάρχει δυνατότητα εξέτασης, ανίχνευσης και απομόνωσης, τρίτον, ελαχιστοποίηση των κινδύνων εκδήλωσης εστιών σε περιβάλλοντα ευπάθειας, όπως είναι τα γηροκομεία, τέταρτον, η θέσπιση προληπτικών μέτρων σε χώρους εργασίας, πέμπτον, η διαχείριση του κινδύνου εξαγωγής και εισαγωγής κρουσμάτων και, έκτον, να υπάρχει πλήρης συμμετοχή των κοινωνιών». Κατά τον καθηγητή της Σχολής Blavatnik της Οξφόρδης, «βάσει των μετρήσεών μας η Ελλάδα έχει σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο στο πρώτο, δεύτερο, πέμπτο και έκτο βήμα».
Σημειώνει, όμως, παράλληλα, ότι «δεν έχουμε πληροροφίες όσον αφορά στο τρίτο και τέταρτο βήμα», υποδεικνύοντας εμμέσως προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθεί επιπλέον η ελληνική κυβέρνηση. Πέρα από την καταγραφή των κυβερνητικών απαντήσεων σε όλο τον κόσμο, το Oxford COVID-19 Government Response Tracker «βαθμολογεί» επίσης τις παρεμβάσεις, συλλέγοντας πληροφορίες σχετικά με δεκατρείς δείκτες κυβερνητικών αποφάσεων, όπως κλείσιμο σχολείων, ακυρώσεις δημόσιων εκδηλώσεων, καθώς και δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα και επείγουσες επενδύσεις στην υγειονομική περίθαλψη. Οπως έχει εξηγήσει ο Χέιλ, ο δείκτης αυτός δεν μπορεί να πει την πλήρη ιστορία και δεν στοχεύσει στη μέτρηση καταλληλότητας της πολιτικής των χωρών, αλλά τα δεδομένα που συλλέγονται προσφέρουν έναν τρόπο σύγκρισης.
Μελλοντική επαγρύπνιση
Βάσει των συμπερασμάτων του Tracker, πώς θεωρεί ο Χέιλ ότι μπορούν να προετοιμαστούν καλύτερα οι κυβερνήσεις για την επόμενη φάση; «Το πιο σημαντικό που μπορούν να κάνουν οι κυβερνήσεις είναι να χρησιμοποιήσουν τον χρόνο που τους εξασφάλισαν οι πολιτικές των lockdown μέτρων για να προετοιμαστούν για το μέλλον.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αυξήσουν την ικανότητα της υγειονομικής περίθαλψης, ιδίως της ικανότητας να γίνονται εξετάσεις, ανίχνευση και απομόνωση των περιπτώσεων σε μεγάλη κλίμακα, να υπάρξει προστασία των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να εισέρχονται σε ελεγχόμενα lockdown στο μέλλον, με μέτρα όπως είναι για παράδειγμα η παροχή επαρκούς οικονομικής υποστήριξης» επισημαίνει ο Χέιλ. Παράλληλα, τονίζει ότι «στο μέλλον θα χρειαστεί περισσότερη ευρωπαϊκή συνεργασία, ειδικά για τη διαχείριση της ασφαλούς κυκλοφορίας των πολιτών εντός της Ευρώπης».
Νέα πρωτόκολλα τουρισμού
Το ζήτημα αυτό, ιδίως ενόψει των καλοκαιρινών διακοπών, εισέρχεται όλο και πιο δυναμικά στον δημόσιο διάλογο και απασχολεί σημαντικά τις χώρες τουριστικούς προορισμούς, όπως είναι η Ελλάδα. Ποιες προκλήσεις βλέπει ο Χέιλ όσον αφορά τη δυνατότητα να υπάρξει ένα είδος «έξυπνων» διακοπών, στις οποίες αναφέρθηκε πρόσφατα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής; «Οι χώρες εντός της Ευρώπης, αλλά και παγκοσμίως, θα χρειαστούν νέα πρωτόκολλα που διέπουν τα ταξίδια. Αυτό θα απαιτήσει σαφείς, διαφανείς, βασισμένες σε αποδεικτικά στοιχεία και αμοιβαίες πολιτικές για τη διαχείριση της εισαγωγής περιπτώσεων, έλεγχος ατόμων που εισέρχονται, ίσως περιορισμός αυτών από μέρη με σημαντική εξάπλωση του ιού και επίσης έλεγχος της εξαγωγής περιπτώσεων, που απαιτούν από τους κατοίκους σε περιοχές που πλήττονται πολύ να μην φεύγουν από αυτές. Για να είναι εφαρμόσιμες, τέτοιου είδους ρυθμίσεις θα πρέπει να έχουν σαφείς κανόνες σχετικά με το πότε επικαλούνται και πότε αίρονται».
Εστεμπαν Μόρο
Από την πλευρά του, ο Εστεμπαν Μόρο του ΜΙΤ δίνει έμφαση στη δυνατότητα αποτελεσματικής ανίχνευσης επαφών και στοχευμένης καραντίνας. Συγκεκριμένα απαντώντας στην ερώτηση για το ποια μέτρα χρειάζονται για να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στην επόμενη φάση της επανασύνδεσης της κοινωνίας και της επανεκκίνησης των οικονομιών, απαντά: «Η έρευνά μας δείχνει ότι ένα δεύτερο κύμα [εξάπλωσης του κορωνοϊού] είναι αναπόφευκτο ελλείψει φαρμακευτικών παρεμβάσεων.
Αν και τα παθητικά μέτρα, όπως η παραμονή στο σπίτι, θα μας επιτρέψουν πιθανώς να εξημερώσουμε το πρώτο κύμα, για να διασφαλίσουμε μια ομαλή μετάβαση προκειμένου να επανασυνδέσουμε την κοινωνία μας, χρειαζόμαστε ενεργά μέτρα όπως είναι η ανίχνευση επαφών ή η στοχευμένη καραντίνα. Αυτό μπορεί να γίνει σε επίπεδο ατόμων που εμφανίζουν συμπτώματα ή στο επίπεδο των τόπων όπου οι λοιμώξεις είναι πιο συχνές. Η έρευνά μας δείχνει ότι με την εφαρμογή αυτών μπορεί να είμαστε σε θέση να συγκρατήσουμε το επίπεδο των λοιμώξεων σε χαμηλότερα επίπεδα από την ικανότητα των νοσοκομείων».
Η μετάβαση στη φάση «Dance»
Οι έρευνες σε MIT Media Lab και IDSS στοχεύουν με τη χρήση επιδημιολογικών μοντέλων και ανωνύμων δεδομένων κινητικότητας υψηλής ακρίβειας να δώσουν απαντήσεις σε σειρά ερωτημάτων προκειμένου να γίνει καλύτερη κατανόηση για το πώς οι πολιτικές, που υιοθετούνται, επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων και εάν αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν την εξάπλωση του κορωνοϊού. Για τη μετάβαση στην φάση «Dance», όπως αποκαλεί ο Μόρο το επόμενο στάδιο, μετά τη φάση «Hammer» των αυστηρών μέτρων lockdown, θα πρέπει να προετοιμαστούν επαρκώς οι κοινωνίες και οι οικονομίες για το πώς θα γίνει. Κατά τον Μόρο, ο οποίος είναι επίσης αναπληρωτής καθηγητής στο ισπανικό πανεπιστήμιο Universidad Carlos III και έλαβε πρόσφατα μέρος σε σχετική online συζήτηση που οργάνωσε το ινστιτούτο Bruegel, στο στάδιο του «Dance» θα ήταν σκόπιμο εκτός από την προετοιμασία «ανοίγματος» στους χώρους εργασίας, να διευρυνθούν και τρόποι για το πώς θα ανοίξουν μέρη όπου υπάρχει περισσότερη επαφή μεταξύ των ανθρώπων, όπως οι χώροι ψυχαγωγίας ή σπορ.
Στοχευμένες παρεμβάσεις
Θα ήταν ευκολότερο για μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, να μεταβούν στην επόμενη φάση, στην άρση των αυστηρών περιοριστικών μέτρων; «Δεν νομίζω ότι το μέγεθος έχει σημασία για τις επιδημίες, αλλά πιθανώς για τις παρεμβάσεις. Τα ενεργά μέτρα που πιστεύουμε ότι θα μας επιτρέψουν να επανασυνδέσουμε την κοινωνία μας εξαρτώνται σε κρίσιμο βαθμό από το επίπεδο συμμόρφωσης. Ισως στις μικρές κοινωνίες θα ήταν καλύτερα να έχουμε στοχευμένες παρεμβάσεις».