Η πανδημία του κορονοϊού, που πλήττει και την Ελλάδα, αποκαλύπτει πώς η μακροχρόνια ύφεση και τα μέτρα λιτότητας αποδυνάμωσαν το σύστημα υγείας της χώρας, όπως δηλώνει η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεση που δημοσιεύεται σήμερα.
Στην έκθεση με τίτλο «Ανάνηψη Τώρα: Το ελληνικό σύστημα υγείας μετά από μια δεκαετία λιτότητας» αποτυπώνεται το πώς οι σοβαρές περικοπές από το 2010 και μετά έχουν καταστήσει ανέφικτη για πολλούς ανθρώπους την πρόσβαση και την οικονομική δυνατότητα για υγειονομική περίθαλψη. Εκπρόσωποι εργαζομένων στον τομέα υγείας δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι λειτουργούν με σημαντικές ελλείψεις προσωπικού, μια κατάσταση κρίσης που οξύνθηκε μετά την εμφάνιση του κορονοϊού.
«Οι ελλείψεις προσωπικού και εξοπλισμού αποτελούν τώρα πρωτοσέλιδα, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της Ελλάδας καταρρέει εδώ και χρόνια,» δήλωσε η Marie Struthers, περιφερειακή διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη.
«Είναι ζωτικής σημασίας η κυβέρνηση να αναγνωρίσει αυτήν την κρίση ως κάλεσμα αφύπνισης και να αρχίσει να επενδύει στην υγεία και την κοινωνική περίθαλψη.»
Οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα άρχισαν να εφαρμόζουν μέτρα λιτότητας από το 2010, ως απάντηση στην κρίση χρέους που έπληξε την χώρα. Οι δημόσιες δαπάνες μειώθηκαν κατά 32% συνολικά, ενώ οι κατά κεφαλήν δαπάνες για τη δημόσια υγεία μειώθηκαν κατά σχεδόν 43% μεταξύ 2009 και 2017. Μέσω των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, μετατοπίστηκε το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης στους/στις ασθενείς. Επιπλέον, τα τρία προγράμματα οικονομικής βοήθειας που συνήφθησαν με τους πιστωτές της Ελλάδας περιλάμβαναν όρους λιτότητας που με την σειρά τους οδήγησαν σε ένα συρρικνωμένο σύστημα υγείας.
Οι επιπτώσεις έγιναν αισθητές από το προσωπικό και τους/τις ασθενείς. Η Διεθνής Αμνηστία πήρε συνέντευξη από 75 άτομα που αναζητούσαν περίθαλψη από το σύστημα δημόσιας υγείας και 55 εργαζόμενους/ες στον τομέα της υγείας. Περίπου το 90% των ερωτηθέντων/θείσων δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι είχαν αντιμετωπίσει μεγάλες καθυστερήσεις και πολλοί/ές περιέγραψαν τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στην πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη λόγω του υψηλού κόστους.
Ενδεικτικά παραθέτουμε κάποιες από τις απαντήσεις που δόθηκαν στις συνεντεύξεις. Ένα από τα άτομα δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Εάν δεν έχεις χρήματα, δεν μπορείς να έχεις ιατρική περίθαλψη σήμερα», ενώ ένα άλλο ανέφερε πως «αν δεν είναι επείγουσα ανάγκη, απλώς περιμένεις υπομένοντας τον πόνο.»
Το γενικό κλίμα αποδίδει η δήλωση ενός άλλου ατόμου το 2019: «Οι ομάδες που έχουν πληρώσει για αυτήν την κρίση είναι τα άτομα με χαμηλό εισόδημα και οι εργαζόμενοι/ες. Έχουν πληρώσει με τους φόρους τους, με τις κοινωνικές τους παροχές και με την υγεία τους.»
Το πρώτο κρούσμα κορονοϊού καταγράφηκε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2020. Στις αρχές Απριλίου ένας εργαζόμενος στον τομέα της υγείας δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, όταν υπήρξαν περικοπές στον τομέα της υγείας, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα περισσότερα νοσοκομεία να λειτουργούν με το μισό προσωπικό που απαιτείται… [Στο νοσοκομείο μας] εργαζόμαστε με το μισό του απαιτούμενου προσωπικού και εάν αυξηθούν τα κρούσματα [του κορωνοϊού], θα ήταν αδύνατο [να ανταπεξέλθουμε].»
Έχοντας επίγνωση της αδυναμίας του συστήματος υγείας, η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε στην πανδημία του κορονοϊού με μια σειρά έγκαιρων μέτρων περιορισμού, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης καραντίνας, που βοήθησε σημαντικά στην ελαχιστοποίηση του αριθμού των λοιμώξεων και των θανάτων. Η κυβέρνηση προσέφερε επίσης κάποια οικονομική υποστήριξη στον πληθυσμό και διέθεσε επιπλέον 200 εκατομμύρια ευρώ στο σύστημα υγείας.
Όμως, πολλές από τις προκλήσεις που αντιμετώπιζαν οι εργαζόμενοι/ες στον τομέα της υγείας κατά την περίοδο της λιτότητας έχουν επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες για την υγεία, την ασφάλεια και τις συνθήκες εργασίας τους.
Οι εργαζόμενοι/ες στον τομέα της υγείας δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω του περιορισμένου αριθμού προσωπικού, της έλλειψης επαρκούς εξοπλισμού ατομικής προστασίας και της έλλειψης επαρκούς ιατρικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των αναπνευστήρων και των κλινών σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ).
Ενώ τα μέτρα οικονομικής κρίσης και λιτότητας επηρέασαν ιδιαίτερα και δυσανάλογα ορισμένες ομάδες πριν από την πανδημία, η υγεία και η διαβίωσή τους διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο μετά την εμφάνιση του κορονωϊού.
«Μετά από μια δεκαετία υποχρηματοδότησης, οι υπηρεσίες δημόσιας υγείας αντιμετωπίζουν άλλη μια σοβαρή πρόκληση ενόψει της τρέχουσας πανδημίας,» δήλωσε η Marie Struthers.
«Καθώς αναμένεται ύφεση μετά την πανδημία σε ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν σημαντικά μαθήματα που μπορούν να αντληθούν. Η οδυνηρή εμπειρία της Ελλάδας την τελευταία δεκαετία δεν πρέπει να επαναληφθεί ή να αναπαραχθεί, και δεν πρέπει να υπάρξει καμία επιστροφή στην επιβλαβή στρατηγική της λιτότητας.»