Στην πραγματικότητα, άργησε. Εγραψε με τη μορφή του κατεπείγοντος ένα βιβλίο για τον κορωνοϊό εν μέσω της πανδημίας, αλλά άργησε. Στη μετα-δημοκρατία που σέβεται τον εαυτό της και διυλίζει τα social media ο Ζίζεκ είναι κάτι σαν email που καταλήγει στα ανεπιθύμητα. Ακόμη κι αν δεν περιμένεις να ακούσεις τη γνώμη του, η γνώμη του θα σε βρει. Μαζί με αυτήν και ένα γρήγορο πέρασμα στη «λιβιδινική οικονομία», τα best of από Λακάν, Φρόιντ, Στάλιν και Χίτσκοκ. Εχοντας καταλάβει το δικό του οικόπεδο με θέα στην ποπ κουλτούρα, προσκαλεί συχνά τους καταναλωτές του πολιτισμού στο παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι. Στο καλύτερο σενάριο είναι μια ένοχη απόλαυση. Σαν να πηγαίνεις στο θεματικό πάρκο με ολίγη από οικονομική ανάλυση, περισσότερο κινηματογράφο, μπόλικο σεξ και, φυσικά, τα αντιδραστικά τσιτάτα του παλαιομαρξισμού («προτιμώ τη χειρότερη εκδοχή του σταλινισμού από την καλύτερη του φιλελεύθερου, καπιταλιστικού κράτους πρόνοιας»). Στο χειρότερο σενάριο, είναι όπιο για διανοουμένους, με την άδεια του Ραϊμόν Αρόν. Το παιχνίδι μάλιστα γίνεται μονότονο, επειδή ο ρόλος της γάτας είναι μονίμως καπαρωμένος από τον ίδιο τον Ζίζεκ.
Στην εποχή του κοροναϊού όλοι έχουν από μία άποψη. Γιατί να μην έχει και ο σλοβένος στοχαστής (αυτό το «φιλόσοφος» δεν σας έπεφτε ανέκαθεν βαρύ); Στο «Pandemic!» μάλιστα αποδεικνύεται προσεκτικός σε σύγκριση με τον παλιό του εαυτό. Με εκείνον, για παράδειγμα, που πρότεινε στους Γάλλους να απέχουν από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών το 2017, επειδή η επιλογή ανάμεσα στον νεοφιλελεύθερο Μακρόν και τη νεοφασίστρια Μαρίν Λεπέν ήταν «ψευδεπίγραφη». Σήμερα ο Ζίζεκ γράφει: «Η πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι να αποδείξει ότι αυτό που κατάφερε η Κίνα μπορεί να γίνει με περισσότερη διαφάνεια και δημοκρατία». Επιτίθεται στον «Putogan», τη φανταστική σύνθεση χαρακτήρων Πούτιν και Ερντογάν, στόχος των οποίων είναι να δυναμιτίσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Και φροντίζει να απομακρύνει τη νέα μορφή του κομμουνισμού που ευαγγελίζεται από το 1917 ή τη Βόρεια Κορέα. Η δική του μοιάζει περισσότερο με αναδιάρθρωση του σημερινού καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο σκορπιός ξέχασε τη φύση του: «Η οικονομική ελίτ θα αποτραβηχτεί σε καθορισμένες ζώνες όπου θα διασκεδάζει με ιστορίες κατά τον τρόπο του «Δεκαημέρου», ενώ εμείς, οι καθημερινοί άνθρωποι, θα πρέπει να ζούμε με τους ιούς». Και παρακάτω: «Θα καταλήξει η πανδημία άλλο ένα κεφάλαιο στη μακρά θλιβερή ιστορία αυτού που η Ναόμι Κλάιν αποκάλεσε «καταστροφικό καπιταλισμό» ή θα αναδειχθεί μέσα από αυτήν μια νέα παγκόσμια τάξη, με μεγαλύτερη ισορροπία και ίσως ταπεινότητα;».
Η Ναόμι Κλάιν
Ισως και να μην αναμένει κανείς τις θεολογικές αποχρώσεις από έναν, κατά δήλωσή του, «χριστιανό αθεϊστή» (ο οποίος ανοίγει το βιβλίο με μια ερμηνευτική παρεκτροπή του ευαγγελικού «Μη μου άπτου»). Την αναφορά στη Ναόμι Κλάιν, όμως, σίγουρα την περιμένει.
Η καναδή συγγραφέας, από τις πλέον δραστήριες της ακτιβιστικής Αριστεράς, βλέπει ήδη την ευκαιρία για το τέλος του καπιταλισμού που «τελειώνει» κάθε δεκαετία. Διακρίνει, όμως, και κάποιες πρακτικές με ρητορική που θυμίζει προεκλογική εκδήλωση του Diem 25: «Αυτή η κρίση, όπως και οι προηγούμενες, μπορεί να γίνει καταλύτης για να μοιραστεί βοήθεια στα πλουσιότερα συμφέροντα της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είναι υπεύθυνοι για τις σημερινές μας αδυναμίες, ενώ οι περισσότεροι εργάτες δεν θα πάρουν τίποτε, οι προσωπικές οικονομίες των νοικοκυριών θα εξαφανιστούν και οι μικρές επιχειρήσεις θα κλείσουν… Πολλοί αντιστέκονται ήδη – και αυτή η ιστορία δεν έχει γραφτεί ακόμη». Είναι, ομολογουμένως, μια ιδιότυπη μορφή παγκόσμιας αλληλεγγύης όπου οι μισοί – ας τους πούμε «λαός» – θα αντιστέκονται στους απέναντι – ας τους πούμε «ελίτ».
Ο Ζίζεκ και η Κλάιν δεν ήταν ποτέ μόνοι σε αυτόν τον αγώνα εναντίον του κυρίαρχου καπιταλισμού. Ο πρώτος μάλιστα επικαλείται στο βιβλίο του δύο ακόμη γκουρού από τη Διεθνή της Ποπ Αγανάκτησης, πριν θέσει το δίλημμα «αναγεννημένος κομμουνισμός ή βαρβαρότητα»: «Οπως είπε ο Ασάνζ στον Γιάνη Βαρουφάκη σε μια σύντομη τηλεφωνική επικοινωνία: «αυτή η νέα φάση της κρίσης καθιστά τουλάχιστον σαφές ότι όλα επιτρέπονται – όλα είναι τώρα δυνατά»».
Γι’ αυτό και ως επόμενο βήμα δεν διστάζει να αποδεχθεί τη στρατηγική του «απολιτικού διανοουμένου». Η πολιτική δεν χρειάζεται στον μοντέρνο κόσμο της κρίσης. Θα τα καταφέρουμε με διεθνή αλληλεγγύη. Ζούμε, άλλωστε, σε μια «κατάσταση εξαίρεσης», όπως αυτάρεσκα υπενθυμίζει ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, που θεώρησε από την αρχή τα περιοριστικά μέτρα «φρενήρη, παράλογα και εντελώς αδικαιολόγητα για μια υποτιθέμενη επιδημία». Η επιβολή τους από το κράτος ήταν η κάθοδος στην απολυταρχία με άλλα μέσα. Το σχέδιο των δυτικών κυβερνήσεων είναι εδώ και χρόνια ενδελεχώς επεξεργασμένο: να οδηγήσουν την κοινωνία σε ολοκληρωτικό έλεγχο. Και αυτή τη φορά ο κορωνοϊός ήταν ο τέλειος δούρειος ίππος.
Αν κουραστήκατε ύστερα από τόση διανόηση, μπορούμε να αρκεστούμε όλοι μαζί σε μια αποστροφή του Ζίζεκ: «Συχνά τα γεγονότα ξεκινούν σαν ένα ψέμα, επιτηδευμένα και τεχνητά. Κι ύστερα παγιδεύεσαι στο δικό σου παιχνίδι». Το έλεγε για το «Vertigo» του Χίτσκοκ στο ντοκιμαντέρ «A pervert’s guide to ideology». Οχι, δεν το έλεγε για τον εαυτό του.