Ακραία υψηλές επιφανειακές θερμοκρασίες της θάλασσας (24-25°C) παρατηρήθηκαν το διάστημα 17 – 22 Μαΐου στη Nοτιοανατολική Μεσόγειο οι οποίες συνδέονται άμεσα με τις συνθήκες του καύσωνα στην περιοχή.
Η απόκλιση της επιφανειακής θερμοκρασίας της θάλασσας έφτασε τοπικά τους +6°C σε σχέση με τα κανονικά επίπεδα των τελευταίων 12 ετών και περίπου +5°C σε σχέση με τις φυσιολογικές τιμές για την εποχή σύμφωνα με τις κλιματικές τιμές 1982-2012.
Τι ονομάζουμε «καύσωνα της θάλασσας» και πώς δημιουργείται;
Σύμφωνα με το meteo, οι μεγάλες ποσότητες θερμότητας της οποίες απορροφά ο ωκεανός, ως αποτέλεσμα της συνεχούς αλληλεπίδρασής του με την ατμόσφαιρα, μπορούν υπό συνθήκες να δημιουργήσουν μια ανώμαλη και παρατεταμένη αύξηση της θερμοκρασίας των επιφανειακών (αλλά και των βαθύτερων) στρώματων της θάλασσας.
Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται «καύσωνας της θάλασσας» (marine heatwave στη διεθνή βιβλιογραφία) – σε αντιστοιχία με τον ατμοσφαιρικό καύσωνα-, και παρατηρείται με ολοένα και αυξανόμενη συχνότητα (σε σχέση με την περίοδο 1925-2016), ιδιαίτερα την τελευταία 20ετία σε διάφορες περιοχές του παγκόσμιου ωκεανού. Δύο είναι οι κύριοι παράγοντες που δημιουργούν τον καύσωνα της θάλασσας:
-Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες και η άπνοια στην ατμόσφαιρα που δεν ευνοεί την ανάμειξη των επιφανειακών νερών με τα βαθύτερα και πιο ψυχρά νερά
-Ωκεάνια ρεύματα που μεταφέρουν θερμές μάζες νερού από άλλες λεκάνες
Ποια είναι η συχνότητα εμφάνισης του φαινομένου;
Στην περιοχή της Μεσογείου, προηγούμενοι καύσωνες παρατηρήθηκαν σε μεγάλη έκταση, π.χ. το 2003 (διάρκεια >1μήνα), το 2006 και το 2015 με τις μέσες επιφανειακές θερμοκρασιακές ανωμαλίες να κυμαίνονται ~ +2-3 ºC, φτάνοντας τοπικά μέχρι και τους +5ºC (σε σχέση με τη μέση επιφανειακή θερμοκρασία μεταξύ 1982-2012).
Πρόσφατες μελέτες με προσομοιώσεις μοντέλων έδειξαν ότι την περίοδο 1982-2017, αναπτύχθηκαν περί τα 27 φαινόμενα καυσώνων στην Μεσόγειο Θάλασσα με μέση διάρκεια 2 εβδομάδων, μέσης έκτασης περίπου 40% της Μεσογείου και με τη μέση θερμοκρασιακή ανωμαλία να είναι κατά 0.5ºC μεγαλύτερη από τον μέσο όρο των πιο ακραίων θερμοκρασιών τα τελευταία 30 χρόνια (περίοδος μελέτης 1982-2012). Η δε συχνότητά τους αυξήθηκε από 0.5 καύσωνες ανά έτος την περίοδο 1983-2000 σε 0.9 ανά έτος την περίοδο 2001-2017.
Μερικές από τις επιπτώσεις του καύσωνα της θάλασσας:
Σε αντίθεση με τους καύσωνες στην ατμόσφαιρα, οι επιπτώσεις των καυσώνων στη θάλασσα δεν είναι ορατές στο ανθρώπινο μάτι αμέσως.
Οι κυριότερες από αυτές εντοπίζονται σε θαλάσσιους οργανισμούς οι οποίοι πεθαίνουν (π.χ. Βορειοδυτική Μεσόγειος 2003) ενώ πολλά θαλάσσια είδη μεταναστεύουν μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν στις υψηλές θερμοκρασίες της θάλασσας (π.χ. Αυστραλία 2011), με τη θέση τους κάποιες φορές να παίρνουν καινούρια είδη, προκαλώντας μια απότομη και τεράστια αναδιοργάνωση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Αυτό, έχει σαν αποτέλεσμα τεράστιο διατροφικό και οικονομικό πλήγμα στις κοινωνίες οι οποίες βασίζονται στην αλιεία.
Επίσης, ο οικονομικός αντίκτυπος στη βιομηχανική αλιεία μπορεί να δημιουργήσει μέχρι και εντάσεις μεταξύ χωρών.
Το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας έχει στραφεί έντονα στην περαιτέρω κατανόηση και πρόβλεψη αυτών των φαινομένων, καθώς η συχνότητα των καυσώνων στη θάλασσα αναμένεται να αυξηθεί στα πλαίσια της γενικότερης αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του ωκεανού τον 21ο αιώνα.