Το 2020 είχαμε μια κατακόρυφη αύξηση των προκλήσεων και πιέσεων από πλευράς Τουρκίας. Μετά τον υβριδικό πόλεμο στον Εβρο, ακολούθησε μια σημαντική αύξηση των παραβιάσεων του ΕΕΧ, ακόμα και επανειλημμένων υπερπτήσεων πάνω από μικρά ή και μεγάλα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου – μια πρακτική πρωτοφανής, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και οπουδήποτε αλλού, εκτός εμπόλεμων ζωνών!
Οι τουρκικές αυτές ενέργειες και μάλιστα εν μέσω της πανδημίας, όπως ήταν φυσικό, αύξησαν την ανησυχία και δημιούργησαν ένα δικαιολογημένο αίσθημα θυμού στην ελληνική κοινωνία, το οποίο μεταφέρθηκε ως πίεση προς την πολιτική ηγεσία για να αντιδράσει. Ομως οι ενέργειες, ιδίως στα εθνικά θέματα μιας υπεύθυνης πολιτικής ηγεσίας, πρέπει να αποφασίζονται με νηφαλιότητα και «κρύο αίμα». Μπορεί για κάποιους η επίκληση της «στρατηγικής ψυχραιμίας» να αποτελεί πρόσχημα στρατηγικής απραξίας, αλλά είναι σίγουρο ότι ο θυμός δεν είναι ο κατάλληλος σύμβουλος στρατηγικών επιλογών.
Μια ψύχραιμη ανάλυση δείχνει πως αν όχι ως κεντρική επιλογή, σίγουρα υπάρχουν κύκλοι του τουρκικού πολιτικο-στρατιωτικού κατεστημένου που επιδιώκουν τον στρατηγικό εξαναγκασμό της Ελλάδας μέσω της άσκησης πίεσης. Επιδιώκουν με άλλα λόγια να σύρουν την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπου ο διάλογος θα γίνει σε καθαρά πολιτική (και όχι δικαιική) βάση και με δυσμενείς όρους, μέσω ενός θερμού επεισοδίου ή μιας κρίσης. Αλλωστε εκεί παραπέμπει η δήλωση που έκανε ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών (5/8/2019) στο 11ο Συνέδριο των Τούρκων Πρέσβεων, πως η τουρκική διπλωματία δραστηριοποιείται «στο πεδίο (των επιχειρήσεων) και στο τραπέζι (των διαπραγματεύσεων)». Το «πεδίο» και το «τραπέζι» δεν είναι στην αντίληψη αυτή διαζευκτικά, αλλά συμπληρωματικά και αλληλένδετα.
Ουσία της Στρατηγικής είναι η διασύνδεση μέσων και σκοπών. Η χρήση των μέσων πρέπει να εξυπηρετεί τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Αν υποθέσουμε λοιπόν πως η στρατηγική της Τουρκίας ή έστω κάποιων ακραίων κύκλων της είναι η πρόκληση θερμού επεισοδίου, πόσο έξυπνο θα ήταν να πέσουμε στην παγίδα; Η στρατηγική μάλιστα της πίεσης διευκολύνεται, ακούσια προφανώς, και από τον εδώ δημόσιο διάλογο και τον τρόπο που παρουσιάζονται τα σχετικά θέματα σε μερίδα του ηλεκτρονικού και γραπτού Τύπου. Οι πραγματικές ή φανταστικές «επιτυχίες» της Τουρκίας μεγεθύνονται και διατυμπανίζονται ενώ παράλληλα η Ελλάδα παρουσιάζεται αδύναμη και μονίμως ταπεινωμένη.
Στο πρόσφατο ζήτημα του φράχτη στον Εβρο είχαμε το φαινόμενο εσωτερικής διακίνησης διαφόρων fake news και στη βάση αυτών να γίνεται διαγωνισμός μεμψιμοιρίας, ρεσιτάλ αυτοοικτιρμού και πλειοδοσία ανευθυνότητας. Σειρά άρθρων και δημόσιων παρεμβάσεων ήθελαν τις Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας μας να έχουν υποχωρήσει μπροστά σε μια χούφτα τούρκων στρατοχωροφυλάκων, να έχει καταληφθεί εθνικό έδαφος, να έχουν «γκριζάρει» τα σύνορα στον Εβρο κ.λπ. Είχαμε το απίθανο φαινόμενο, να σηκώνεται το θέμα από την εδώ πλευρά και να κάνει παρέμβαση ο ίδιος ο πρεσβευτής της Τουρκίας για να το κατεβάσει. Δημιουργείται έτσι ένα πολύ σοβαρό θέμα. Αν χωρίς να πατήσει ούτε ένας τούρκος στρατιώτης, ούτε ένα χιλιοστό εδάφους, δημιουργήθηκε αυτή η σύγχυση, τι συμπεράσματα βγάζει ένας τρίτος; Πόσο εύκολο είναι να αποσταθεροποιηθεί το σύστημα λήψης αποφάσεων και να διαρραγεί η εθνική συνοχή;
Οι σεισμικές έρευνες
Τα ίδια είχαν γίνει και όταν το ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis» είχε κινηθεί δυτικά της Κύπρου. Οι σεισμικές έρευνες απαιτούν μεθοδικό πλου αρκετών ημερών σε συγκεκριμένο διάγραμμα και γι’ αυτό εκδίδεται σχετική Αγγελία (ΝΟΤΑΜ). Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν παράγεται ούτε πρακτικό αποτέλεσμα (σεισμική έρευνα), ούτε πολιτικό (διεκδίκηση). Αν ήθελε να κάνει έρευνες η Τουρκία, θα τις έκανε όπως το 2018 με το «Barbaros», όπου επί τρεις ημέρες ερευνούσε, έπειτα από έκδοση NAVTEX* και με συνοδεία φρεγατών και όχι στα κρυφά και με ασάφεια σκοπού. Αυτό δεν εμπόδισε διαφόρους «ειδικούς» και μη, να μιλάνε και να αρθρογραφούν για παραβίαση της Υφαλοκρηπίδας μας.
Θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα που ακολουθεί μια πολιτική Αρχών που βασίζεται στη Διεθνή Νομιμότητα. Είμαστε μια χώρα που τιμά την υπογραφή της, τις διεθνείς συμφωνίες και τις συμμαχικές δεσμεύσεις. Δεν παραβλέπουμε όμως την αποτρεπτική μας ισχύ και δεν δεχόμαστε να διαπραγματευτούμε υπό πίεση. Ακολουθούμε μια στρατηγική που βασίζεται στέρεα στο διεθνές δίκαιο, στις καλές σχέσεις γειτονίας και στη συνεργασία. Οταν όμως χρειάζεται, δείχνουμε αποφασιστικότητα και σταθερότητα.
Για τους παραπάνω λόγους είχαμε την Ευρωπαϊκή Ενωση δίπλα μας κατά τη διάρκεια του υβριδικού πολέμου στον Εβρο και γι’ αυτούς τους λόγους διατηρούμε καλές σχέσεις με όλες τις χώρες της ευρύτερης περιοχής, πλην των προβλημάτων με την Τουρκία. Συμμετέχοντας στα διάφορα πολυμερή σχήματα αποσκοπούμε σε συνεργασίες και όχι σε αποκλεισμούς. Τουναντίον, πιστεύουμε ότι η συμπερίληψη μεγαλύτερου αριθμού χωρών προσδίδει στην περιοχή μας πολύ μεγαλύτερη σταθερότητα. Δεν αντιλαμβανόμαστε τις διεθνείς μας σχέσεις σαν ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος η διλήμματος των φυλακισμένων, αλλά σαν ένα συνεργατικό σχέδιο θετικού αθροίσματος.
Χαμένοι και οι δύο
Θέλουμε να πιστεύουμε πως στη γειτονική Τουρκία υπάρχει μία μερίδα του πολιτικού κόσμου αλλά και της κοινωνίας των πολιτών που αντιλαμβάνεται το διεθνές σύστημα με τον ίδιο τρόπο. Που βλέπει ότι η αντιπαράθεση – και ειδικά τώρα μετά την κρίση του κορωνοϊού – αφήνει και τις δύο πλευρές χαμένες. Που αντιλαμβάνεται ότι η διπλωματία των κανονιοφόρων ανήκει στον 19ο αιώνα και ότι η πόρτα της Ευρώπης βρίσκεται στην Ελλάδα. Που αντιλαμβάνεται ότι οι υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από την Ευρωπαϊκή Ενωση και τη διεθνή κοινότητα και ότι καθαυτές όχι μόνο δικαιολογούν αλλά επιβάλλουν τη στρατικοποίηση των νησιών αυτών. Που αντιλαμβάνεται τέλος, ότι οι σχέσεις καλής γειτονίας που βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο, αποδίδουν πολύ περισσότερο από σχέσεις αντιπαλότητας και αντιπαράθεσης.
Η Ελλάδα παραμένει πάντα ανοιχτή σε σχέσεις συνεργασίας και αλληλοσεβασμού, αλλά δεν διαπραγματεύεται υπό πίεση και καταναγκασμό. Ο σεβασμός της Εθνικής μας Κυριαρχίας είναι απόλυτος όρος και δεν σχετικοποιείται κάτω από καμία συνθήκη. Η Ελλάδα παραμένει αυτή που πάντα ήταν: Μια χώρα ευρωπαϊκή, περήφανη, ισχυρή που σέβεται τη Διεθνή Νομιμότητα και λειτουργεί στο πλαίσιο ενός Διεθνούς Συστήματος που διέπεται από κανόνες. Υπό αυτήν την έννοια η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Τουρκίας και αυτή πρέπει να αποφασίσει σε ποια ήπειρο ανήκει και σε ποιον αιώνα ζει.