Το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής, το Facebook πήρε μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες αποφάσεις που έχει λάβει ποτέ όσον αφορά τη διαχείριση περιεχομένου. Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλός του, ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, επέλεξε να αφήσει ως είχε το διαβόητο πια tweet του Ντόναλντ Τραμπ που το Τwitter είχε κρύψει πίσω από μία προειδοποίηση ότι «εκθειάζει τη βία». Πυροδότησε έτσι μία πρωτοφανή ανταρσία στους κόλπους της εταιρείας του – και τη μεγαλύτερη εικονική απεργία εργαζομένων στη 16χρονη ιστορία του.
«Oταν αρχίζει το πλιάτσικο, αρχίζει και το πιστολίδι», είχε γράψει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, αναπαράγοντας μία δήλωση που είχε κάνει το 1967 ένας διοικητής της αστυνομίας στο Μαϊάμι, ζητώντας μια βίαιη καταστολή της μαύρης κοινότητας της πόλης του. Oπως εξήγησε ο ίδιος ο Ζάκερμπεργκ σε ποστ του την Παρασκευή, το Facebook αποφάσισε – αντίθετα με το Twitter – να αφήσει το ποστ για δύο λόγους: κατ’ αρχάς, διότι «ο κόσμος πρέπει να ξέρει αν η κυβέρνηση σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει βία» και κατά δεύτερον, διότι ο Τραμπ είχε (υποτίθεται) τρόπον τινά αναθεωρήσει με μετέπειτα ποστ, όπου έλεγε ότι το αρχικό ποστ «ήταν μια προειδοποίηση για την πιθανότητα να οδηγήσουν οι λεηλασίες σε βία».
Στη διάρκεια συνάντησης που είχε κατόπιν με εργαζομένους του Facebook, ο Ζάκερμπεργκ τους είπε, σύμφωνα με τον ιστότοπο Verge, πως είχε δυσκολευτεί ιδιαίτερα να καταλήξει στην απόφαση όπου κατέληξε, πως το σκεπτόταν ώρες και ήταν «πολύ βασανιστικό» για εκείνον. Είχε επίσης ξεκαθαρίσει την ενόχλησή του για το επίμαχο ποστ: «Η πρώτη μου αντίδραση… ήταν απλώς αηδία. Δεν νομίζω ότι θέλουμε να φέρονται έτσι οι ηγέτες μας αυτή τη στιγμή. Είναι μια στιγμή που απαιτεί ενότητα και ψυχραιμία και ενσυναίσθηση για τους ανθρώπους που παλεύουν». Ο ίδιος και το επιτελείο του, εντούτοις, είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα πως τα σχόλια του Τραμπ δεν παραβίαζαν τους όρους της κοινότητας – αν και ο Ζάκερμπεργκ επεσήμανε πως θα αναθεωρήσουν το ερχόμενο διάστημα την πολιτική τους. Σύμφωνα μάλιστα με το Bloomberg, την ίδια ημέρα, την Παρασκευή, ο Τραμπ τηλεφώνησε στον Ζάκερμπεργκ προκειμένου να συζητήσουν την κατάσταση και ο δεύτερος του εξέφρασε την απογοήτευσή του, λέγοντας στον πρόεδρο των ΗΠΑ πως έφερνε το Facebook σε δύσκολη θέση. Για κάποιους εργαζομένους της εταιρείας, αυτά ήταν αρκετά. Για άλλους όμως όχι.
Τουλάχιστον 15 στελέχη του Facebook κατέφυγαν μέσα στο Σαββατοκύριακο στο Τwitter προκειμένου να δηλώσουν την αποδοκιμασία τους – σπάζοντας έτσι τον κανόνα που θέλει τους εργαζομένους του κοινωνικού δικτύου να μην ασκούν ποτέ δημόσια κριτική στον εργοδότη τους. «Είμαι ένας εργαζόμενος του Facebook που διαφωνεί απόλυτα με την απόφαση του Μαρκ να μην κάνει τίποτα για τα πρόσφατα ποστ του Τραμπ, τα οποία υποκινούν ξεκάθαρα σε βία», έγραψε ο Τζέισον Στίρμαν. «Το να προσφέρεις μια πλατφόρμα για την υποκίνηση σε βία και τη διασπορά παραπληροφόρησης είναι απαράδεκτο», προσυπέγραψε ο Αντριου Κρόου. Αρκετά tweets θύμισαν τη διάσημη ρήση του Ντέσμοντ Τούτου: «Αν παραμένεις ουδέτερος σε περιπτώσεις αδικίας, τότε έχεις διαλέξει την πλευρά του δυνάστη». Για του λόγου τους το αληθές, περίπου 400 εργαζόμενοι του Facebook απέσχον τη Δευτέρα σε ένδειξη διαμαρτυρίας από την τηλεργασία τους.
Εντονη κριτική στον Ζάκερμπεργκ για την επιλογή του άσκησαν και οι τρεις επιφανείς αμερικανοί ακτιβιστές υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων με τους οποίους συναντήθηκε προχθές ο ιδρυτής του Facebook. Σύμφωνα με τους «New York Times», οι εργαζόμενοι του κοινωνικού δικτύου καταρτίζουν έναν κατάλογο αιτημάτων – κάποια ανώτερα στελέχη μάλιστα έχουν απειλήσει με παραίτηση αν ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, που τους έχει διαβεβαιώσει ποικιλοτρόπως ότι «ακούει» τη δυσφορία τους, δεν αλλάξει ρότα.