Σεπτέμβριος 2008, η χώρα βρίσκεται εντός ενός σχεδόν λαμπρού μέλλοντος και κανείς δεν φαντάζεται πώς θα είναι τελικά το μέλλον της έναν χρόνο αργότερα. Κακώς. Γιατί τα δείγματα είχαν δοθεί, σε πανελλαδική μάλιστα μετάδοση, όταν η κεντρική παρουσιάστρια της ΝΕΤ είχε απέναντί της τον υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Γιώργο Βουλγαράκη – του οποίου το όνομα φιγουράριζε σε ένα ακόμη σκάνδαλο της νεοκαραμανλικής περιόδου. «Ναι, μπορεί η συμπεριφορά σας να είναι νόμιμη. Ηθική όμως είναι;» τον ρωτούσε. Κι εκείνος απαντούσε με τον απαραίτητο στόμφο: «Τι είναι αυτά που λέτε; Ισχυρίζεστε ότι το νόμιμο είναι ή μπορεί να είναι ανήθικο; Τότε πρέπει να αλλάξουμε όλη τη νομοθεσία μας, να την κάνουμε ηθική». Το κλισέ «το νόμιμο είναι και ηθικό» μπήκε τότε στην ελληνική πολιτική ζωή χάρη σε κάποιον που εκείνη ξέβρασε μετά. Παρ’ όλα αυτά, ως νοοτροπία συνεχίζει να διαμορφώνει τις δημόσιες δικαιολογίες των επαγγελματιών πολιτικών κάθε φορά που βρίσκονται στη δύσκολη θέση να οφείλουν εξηγήσεις στο κοινό για μια νομότυπη μεν, προκλητική δε συμπεριφορά τους.
Ο Δημήτρης Παπαδημούλης, λοιπόν, δεν ήταν ο πρώτος που απάντησε στις επικρίσεις για τον αριθμό των ακινήτων του – ή τα ενοίκια που λαμβάνει από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που «πήρε σπίτι του» με την υπερασπιστική γραμμή πως όλες οι κινήσεις του υπήρξαν σύννομες. Πράγματι υπήρξαν, αλλά ταυτόχρονα αξιολογήθηκαν και ως αναντίστοιχες με το πολυδιαφημιζόμενο αριστερό ηθικό πλεονέκτημα. Αυτή ήταν η ουσία της κριτικής που δέχθηκε, εκείνος όμως επέλεξε να την αγνοήσει προβάλλοντας το γράμμα του νόμου.
Κι η οφσόρ του Βουλγαράκη νόμιμη ήταν. Υστερα από αυτή, όμως, σε νομοσχέδιο του 2010 προβλέφθηκε η απαγόρευση συμμετοχής πολιτικών προσώπων σε εξωχώριες εταιρείες – που άπαντες γνώριζαν ότι αποβλέπουν στην καταστρατήγηση της φορολογικής νομοθεσίας – καθώς και ποινές φυλάκισης, χρηματικά πρόστιμα και έκπτωση από δημόσια αξιώματα. Γιατί ο ηθικός στιγματισμός του εγχώριου πολιτικού προσωπικού ήταν μεγάλος – και μάλλον όχι άδικος.
Τα νοίκια έφεραν παραίτηση
Την παπαδημούλεια τακτική, την οποία πρώτος εμπνεύστηκε ένας νεοδημοκράτης υπουργός, έχουν ακολουθήσει κι άλλοι. Οπως, ας πούμε, η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ Ράνια Αντωνοπούλου. Ως εξωκοινοβουλευτικό μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου λάμβανε 1.000 ευρώ τον μήνα από το κράτος για έξοδα ενοικίου, παρότι εκείνη κι ο σύζυγός της, υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου, ήταν ένα από τα πλουσιότερα ζευγάρια της πρώτης φοράς Αριστερά με βάση τα πόθεν έσχες τους. Την απόφαση, παρεμπιπτόντως, υπέγραφαν οι υπηρεσίες του υπουργείου που η ίδια προΐστατο. Η Αντωνοπούλου έκανε χρήση ενός νόμου που ψήφισαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Οι αντιδράσεις οδήγησαν στην παραίτησή της και στην κατάργηση με εντολή Τσίπρα της επίμαχης διάταξης.
Γκρίνιες για μετατάξεις
Οι μετατάξεις συγγενών των αντιπροσώπων του έθνους στο κοινοβούλιο είναι μια επιπλέον – για να το πούμε κομψά – γκρίζα πρακτική που οι περισσότεροι έχουν σπεύσει να υπερασπιστούν με επιχειρηματολογία περί νομιμότητας. Το καλοκαίρι του 2019, λίγο πριν από τις εθνικές κάλπες, έγινε γνωστή η μετάταξη στη Βουλή της κόρης της Τασίας Χριστοδουλοπούλου. Ο τότε κυβερνητικός πορτ παρόλ κι ο πρόεδρος του Σώματος – αν και η ίδια ζήτησε συγγνώμη από τους ανθρώπους της παράταξής της – την υπερασπίστηκαν λέγοντας πως η διαδικασία ήταν βασισμένη στον νόμο περί κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων και έγινε ομόφωνα δεκτή από όλα τα κόμματα στην Επιτροπή Κανονισμού.
Ενιωσαν, πάντως, την ανάγκη να υποσημειώσουν ότι είχε καθιερωθεί ύστερα από πρόταση του γαλάζιου πρώην αντιπροέδρου της Βουλής Γιάννη Τραγάκη – τρεις συγγενείς του οποίου βρέθηκαν έτσι μόνιμοι υπάλληλοι στη Βουλή. Λογικό. Σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, ανεξαρτήτως ιδεολογικής τοποθέτησης, έχει φανεί άλλωστε να διαθέτει – όπως θα το διατύπωνε κι ο Μπέρτραντ Ράσελ – δυο ηθικές: μια που τη διακηρύσσει αλλά δεν τη χρησιμοποιεί και μια που τη χρησιμοποιεί αλλά δεν τη διακηρύσσει.