Με την ανάμνηση μιας Αθήνας που δεν υπάρχει πια ζουν χιλιάδες κάτοικοι του Κέντρου. Οι απογευματινοί περίπατοι στις γειτονιές τους έχουν δώσει τη θέση τους στον «προαυλισμό» στο μπαλκόνι, ενώ στις εισόδους των πολυκατοικιών τους, εκεί όπου άλλοτε υπήρχαν παρτέρια, σήμερα κυριαρχούν οι σιδεριές, οι κάμερες και οι τρίδιπλες κλειδαριές. Συμμορίες ναρκεμπόρων έχουν εγκατασταθεί στα πεζοδρόμιά τους, με τα περιστατικά λεκτικών ή και φυσικών επιθέσεων σε όσους τολμήσουν να εκφράσουν τη δυσφορία τους να είναι σχεδόν καθημερινά.

«Το κέντρο της Αθήνας έχει παραδοθεί στο εμπόριο ναρκωτικών. Το τελευταίο χρονικό διάστημα, μάλιστα, η έξαρση συνοδεύεται από εγκληματικότητα και επιθέσεις σε γυναίκες τόσο στον Αγιο Παύλο όσο και στα Εξάρχεια. Ο “χάρτης του θανάτου” ξεκινάει από την Ομόνοια, επεκτείνεται σε όλες τις περιοχές γύρω από Πατησίων, Αχαρνών και Λιοσίων, εκτεινόμενος έως την Κουμουνδούρου και τον Νέο Κόσμο. Η λύση – εκτός της εκρίζωσης του εμπορίου – θα πρέπει να περιλαμβάνει αποκεντρωμένες δράσεις σε όλο το Λεκανοπέδιο και όχι μόνο στον Δήμο Αθηναίων. Τα καθαρά προγράμματα απεξάρτησης πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο» επισημαίνει ο δημοτικός σύμβουλος Αθηνών και γραμματέας Περιβάλλοντος του ΚΙΝΑΛ Γιώργος Αποστολόπουλος.

«ΤΑ ΝΕΑ» πραγματοποίησαν οδοιπορικό στις συνοικίες της πρωτεύουσας που μαστίζονται από το εμπόριο του θανάτου και κατέγραψαν εικόνες σοκ από τα πέντε σημεία-«γκέτο», όπου όταν ο ήλιος δύει βασιλεύει η ανομία.

Αχαρνών

«Πριν από μερικές εβδομάδες έσπασαν το τζάμι του αυτοκινήτου μου. Παλαιότερα έκλεψαν το κινητό μου την ώρα που άνοιγα την πόρτα για να μπω στο σπίτι μου, ενώ μου έχουν αρπάξει την τσάντα τρεις φορές. Στη διάρκεια της ημέρας τα πράγματα είναι πιο ήρεμα και λόγω της αστυνόμευσης, ωστόσο το βράδυ δεν τολμάμε να κυκλοφορήσουμε. Η χρήση γίνεται ενώπιον μικρών παιδιών και συχνά υπάρχουν καβγάδες» εξηγεί η 82χρονη Κατερίνα Ανδριοπούλου, κάτοικος της περιοχής από το 1953. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά λέει, ο μικρός πεζόδρομος της Καπνοκοπτηρίου (μεταξύ Στουρνάρη και Αβέρωφ) είναι διαρκώς κατειλημμένος από διακινητές και χρήστες.

Εξάρχεια

«Λόγω της παρουσίας της Αστυνομίας επί της πλατείας τους τελευταίους μήνες, όλη η δραστηριότητα έχει μεταφερθεί στα στενά, όπως η Δερβενίων ή τα σκαλιά που οδηγούν στον λόφο του Στρέφη, όπου φτάνουν παιδάκια από κάθε περιοχή του Λεκανοπεδίου για τα “ψώνια” τους. Υπάρχουν βράδια που οι “ενδιαφερόμενοι” ξεπερνούν τα 200 άτομα σε διάφορα σημεία, με την εικόνα να παραπέμπει σε παζάρι» εξηγεί ο Σπύρος Σαρδέλης, συμπληρώνοντας πως τα αυτοκίνητα που μεταφέρουν το… εμπόρευμα είναι συγκεκριμένα και οι περισσότεροι τα γνωρίζουν, «αλλά η προσοχή των Αρχών είναι στραμμένη αποκλειστικά στην εκδίωξη αστέγων που έχουν βρει καταφύγιο σε εγκαταλελειμμένα».

Πλατεία Αµερικής

«Ακόμα και όταν η Αστυνομία κάνει τη δουλειά της και συλλαμβάνει κάποιους εκ των διακινητών, μετά από λίγες μέρες επιστρέφουν στο πόστο τους, αφού υποστηρίζουν ότι οι ουσίες είναι για προσωπική χρήση. Αποτέλεσμα είναι η εμπορία να συνεχίζεται απρόσκοπτα, με την πλατεία Αμερικής να είναι διαχρονικά το επίκεντρο. Από τις 7 το απόγευμα συγκεκριμένα άτομα κάθονται σε συγκεκριμένο σημείο της πλατείας και κάνουν διακίνηση. Ολοι ξέρουν πού και πότε να τους βρουν» λέει ο Γιάννης Ζαφείρης, κάτοικος της περιοχής από το 1957.

Αγιος Παύλος

Ακόμα και ο περίβολος του ιστορικού ομώνυμου ναού, χτισμένου το 1907, επί της οδού Χίου χρησιμοποιείται ως ορμητήριο των ντίλερ, τονίζει ο Σπύρος Καλαμπόκης, μέλος του Εξωραϊστικού Συλλόγου Αγίου Παύλου – Σταθμού Λαρίσης. «Μετά τις εκκαθαρίσεις σε όμορες περιοχές το πρόβλημα έχει μεταφερθεί στη δική μας. Εκτός από τον ναό, διακίνηση γίνεται και πλησίον σχολικών συγκροτημάτων ή παιδικών σταθμών» περιγράφει ο ίδιος, σημειώνοντας πως το ζήτημα έχει τεθεί στη νέα δημοτική Αρχή.

Πλατεία Βάθη

«Ειδικά στο τετράγωνο Ουγκώ – Μάρνης – Ακομινάτου – Φαβιέρου σημειώνονται επανειλημμένως βίαια περιστατικά μεταξύ αντίπαλων συμμοριών. Σχεδόν κάθε βράδυ ξυπνάμε με μαχαιρώματα, ξυλοδαρμούς και διαπληκτισμούς. Την ίδια στιγμή, όταν κάποιος από εμάς κάνει παρατήρηση, πετάνε πέτρες στα μπαλκόνια ή προσπαθούν να εισβάλουν στις πολυκατοικίες. Η διακίνηση γίνεται κυριολεκτικά στις εισόδους των σπιτιών μας, ακόμα και στη διάρκεια της ημέρας» εξηγεί η 72χρονη Ειρήνη Μ. που μένει στο σημείο από το 1960.