Η ρύπανση του αέρα, το παθητικό κάπνισμα και ορισμένα χαρακτηριστικά του δομημένου περιβάλλοντος, κυρίως η υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού, παίζουν ρόλο στην εμφάνιση της παχυσαρκίας στα παιδιά.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια διεθνής έρευνα, που συμπεριέλαβε την Ελλάδα και στην οποία έλαβαν μέρος έλληνες επιστήμονες από την Ελλάδα και τη διασπορά.
Η μελέτη, μέρος της ευρύτερης έρευνας HELIX, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό για θέματα περιβαλλοντικής υγείας Environmental Health Perspectives, ανέλυσε στοιχεία για περισσότερα από 1.300 παιδιά ηλικίας έξι έως 11 ετών σε έξι χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Λιθουανία, Νορβηγία, Ισπανία και ΗΠΑ).
Στην έρευνα έλαβαν μέρος η ελληνικής καταγωγής καθηγήτρια Προληπτικής Ιατρικής Λήδα Χατζή του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, οι Θεανώ Ρουμελιωτάκη και Μαρίνα Βαφειάδη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, καθώς και η Ελένη Παπαδοπούλου του Νορβηγικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Όσλο.
Οι ερευνητές συσχέτισαν δεδομένα των παιδιών (δείκτης μάζας σώματος, περιφέρεια μέσης, ποσοστό λίπους) και στοιχεία από δείγματα αίματος και ούρων με μια σειρά από περιβαλλοντικούς παράγοντες (αέριους ρύπους, δομημένο περιβάλλον, χώρους πρασίνου, βαρέα μέταλλα, παρασιτοκτόνα), κάπνισμα γονιών κ.ά.
Διαπιστώθηκε ότι η έκθεση ενός παιδιού σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, τόσο ως έμβρυο όσο και μετά τη γέννησή του, επηρεάζει τον κίνδυνο παχυσαρκίας του αργότερα.
Η μελέτη επισημαίνει ότι η παιδική παχυσαρκία αυξάνει με ανησυχητικό ρυθμό διεθνώς, κάτι που φαίνεται να επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια του lockdown λόγω της πανδημίας Covid-19.
Στην Ελλάδα το ποσοστό των παιδιών με βάρος μεγαλύτερο του κανονικού -υπέρβαρα και παχύσαρκα- υπολογίστηκε στο 37%, ενώ στην Ισπανία στο 43%.
«Τα παιδιά που ζουν σε πυκνοκατοικημένες περιοχές και πάνε σχολείο σε περιοχές με λίγες υπηρεσίες και υποδομές είναι πιθανότερο να γίνουν παχύσαρκα λόγω έλλειψης ευκαιριών να περπατήσουν ή να ασχοληθούν με άλλες υπαίθριες δραστηριότητες» δήλωσε η Λήδα Χατζή.
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)