Τη σημασία ύπαρξης διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των αστυνομικών αρχών Ελλάδας-Τουρκίας για τη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, υπογραμμίζει η αντιστράτηγος ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας Ζαχαρούλα Τσιριγώτη, σε συνέντευξη της στo in.gr.
Η πρώην επικεφαλής στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού από πλευράς Αστυνομίας, η τονίζει ότι «για την καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, οποίο περιλαμβάνει και την παράνομη μετανάστευση, πρέπει να έχεις καλές σχέσεις με τη γείτονα χώρα».
Παράλληλα, αναφέρεται στον Έβρο, εξηγώντας πως «είναι δύσκολο να σφραγιστεί 100%», σημειώνοντας ότι η Ελλάδα «είναι στη μέση, μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας».
Ακόμα, υποστηρίζει, ότι η Άγκυρα προέβη σε «ελεγχόμενη κρίση» τον περασμένο Μάρτιο στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο, εξαίροντας, ωστόσο την αποτρεπτική ικανότητα των ελληνικών δυνάμεων ασφαλείας.
Τέλος, σχολιάζει πως αποφεύχθηκαν τρομοκρατικά χτυπήματα στην Ελλάδα, αλλά και το ενδεχόμενο εμπλοκής της στην πολιτική.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Παρακολουθείτε τις εξελίξεις στο προσφυγικό-μεταναστευτικό;
Συνεχίζω να ανησυχώ για το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Είναι κάτι που ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1990. Πρόκειται για ένα ζήτημα που ήρθε για να μείνει και θα απασχολεί, όσο υφίστανται τα αίτια που το προκαλούν. Τα πράγματα είναι δύσκολα. Τόσο σε ότι αφορά στη διαχείριση στο εσωτερικό όσο και για την αλληλεγγύη από πλευράς ΕΕ. Κατά βάση, η χώρα μας αντιμετωπίζει μόνη της ένα δύσκολο θέμα.
Τι ακριβώς συνέβη την περίοδό που διαχειριστήκατε από πλευράς Αστυνομίας το προσφυγικό-μεταναστευτικό;
Κανονικά, η διαχείριση του μεταναστευτικού δεν τίθεται εξ΄ ολοκλήρου στην αρμοδιότητα της Αστυνομίας. Εν τούτοις, η Αστυνομία επιφορτίστηκε, τα καθήκοντα της υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, καθόσον ενώ είχε συσταθεί δεν λειτουργούσε.
Έτσι επιφορτίστηκε: Yποδοχή, καταγραφή, ταυτοποίηση, δακτυλοσκόπηση αλλά και την διοικητική διαδικασία, τηρώντας πάντα την τάξη και την ασφάλεια στη χώρα. Ταυτόχρονα, ήταν αρμόδια για την φύλαξη των χερσαίων εξωτερικών συνόρων της χώρας και για τις επιστροφές, εφόσον είχαν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες εξέτασης του ασύλου.
Αν και η Αστυνομία δεν είναι επί παντός του επιστητού, έκανε σχεδόν τα πάντα. Και το 2015 σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος στην Ιστορία της. Την διαχείριση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών στα νησιά Βορείου και Νοτίου Αιγαίου. Ήταν πρωτόγνωρες καταστάσεις, τις οποίες προσπαθήσαμε να φέρουμε σε πέρας χωρίς να υφίστανται οι κατάλληλοι μηχανισμοί, αλλά και υποδομές. Μη ξεχνάμε ότι είχαμε ροές μέχρι και 10.000 την ημέρα.
Πρόσφατα, ο Έβρος τέθηκε με εκ νέου στην «ατζέντα» του προσφυγο-μεταναστευτικού αλλά και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Ο Έβρος αποτελεί προτεραιότητα κάθε κυβέρνησης, από τότε που γνώρισε τις μεταναστευτικές ροές. Υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δε λέγονται και πράγμα που λέγονται και δεν γίνονται. Προτιμώ την πρώτη κατηγορία. Όταν ανέλαβα επικεφαλής του Κλάδου Αλλοδαπών της ΕΛ.ΑΣ. το 2015, έγιναν διάφορες ενέργειες για την ενίσχυση του Έβρου.
Η προστασία των ελληνικών συνόρων και ταυτόχρονα συνόρων της ΕΕ έχει δύο διαστάσεις.
Το πρώτο κομμάτι αφορά τη συνεργασία με άλλες χώρες, ευρωπαϊκές ή τρίτες, και με Οργανισμούς σχετικά με την συλλογή, ανάλυση και επεξεργασία των πληροφοριών, για την αποτροπή παράνομων εισόδων αλλά και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ανθρώπων. Το άλλο κομμάτι αφορά στο τι κάνουμε εμείς για να διαφυλάξουμε τα σύνορά μας.
Το 2015, υπογράφηκε συμφωνία συνεργασίας Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας, η οποία περιλάμβανε ίδρυση Κοινού κέντρου επαφής αστυνομικής και τελωνειακής συνεργασίας.
Το 2016, εξασφαλίστηκε από την ΕΕ ένα ποσό της τάξης των 15.000.000 ευρώ για την ενίσχυση και επέκταση του συστήματος επιτήρησης του Έβρου, προκειμένου να παρακολουθούμε με θερμικές κάμερες όλα τα σημεία του Έβρου και τι έρχεται στα σύνορα, κυρίως από την Τουρκία. Οι διαγωνιστικές διαδικασίες ολοκληρώθηκαν το 2019, και ευελπιστώ ότι θα υλοποιηθούν μέχρι το τέλος του 2021.
Το 2018, αναβαθμίστηκε η επιχειρησιακή συνεργασία με την EUROPOL.
To 2019, είχε δρομολογηθεί η δημιουργία και ίδρυση τόσο Τμήματος Πλωτής Αστυνόμευσης Έβρου όσο και Δ/νσης Αλλοδαπών Έβρου. Δυστυχώς με την αλλαγή κυβέρνησης, δεν υλοποιήθηκαν.
Ο Έβρος δεν μπορεί να σφραγιστεί και να προστατευτεί 100%. Λόγω της ροής του ποταμού, δημιουργούνται περάσματα. Γι’ αυτό πρέπει να εξασφαλιστεί συνεργασία με την Τουρκία. Από το 2011, καθιερώθηκαν συναντήσεις στα ελληνοτουρκικά σύνορα ένθεν και ένθεν, μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών αστυνόμευσης των συνόρων και της FRONTEX, προκειμένου να λύνουμε προβλήματα όταν παρουσιάζονται.
Δυστυχώς όλοι οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία πλέον σταμάτησαν. Για να μπορέσεις να καταπολεμήσεις το διασυνοριακό έγκλημα, το οποίο συμπεριλαμβάνει και την παράνομη μετανάστευση, πρέπει να έχεις καλές σχέσεις με τη γείτονα χώρα. Δηλαδή εκεί απ’ όπου προέρχεται το έγκλημα.
Tουρκικές ακταιωροί συνοδεύουν βάρκες με πρόσφυγες-μετανάστες στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Τον περασμένο Μάρτιο, έγινε μια οργανωμένη, από πλευράς Άγκυρας, απόπειρα παραβίασης των ελληνικών χερσαίων συνόρων στον Έβρο. Μήπως η πραγματικότητα καταρρίπτει τη δυνατότητα ύπαρξης διαύλων;
Οφείλουμε να έχουμε διαύλους επικοινωνίας με τη γείτονα χώρα, όπως και με οποιαδήποτε γειτονική χώρα. Η αστυνομική συνεργασία πρέπει να υφίσταται και να είναι υπαρκτή. Το έγκλημα δεν έχει σύνορα. Και όταν ένα τέτοιου είδους έγκλημα διαπράττεται σε γειτονική χώρα, θα περάσει και στη δική μας. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας σε αυτού του είδους της συνεργασία.
Όταν διαβιβάζουμε πληροφορίες στην Τουρκία, επί παραδείγματι για τους διακινητές και περιμένουμε ανταπόκριση, είναι καλό αυτό να συμβαίνει μέσω επίσημων διαύλων επικοινωνίας. Εξάλλου, υπάρχει υπογεγραμμένη συμφωνία αστυνομικής συνεργασίας με την Τουρκία από το 2000 και Πρωτόκολλο Επανεισδοχής από το 2001. Υπάρχουν τα εργαλεία για τη συνεργασία.
Το ότι ο Ερντογάν εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό είναι γνωστό τοις πάσοι. Ωστόσο, πρέπει να αναρωτηθούμε εάν η ΕΕ ήταν εντάξει σχετικά με όσα υποσχέθηκε στην Τουρκία, προκειμένου να υιοθετηθεί η Κοινή Δήλωση του 2016.
Δυστυχώς η Ελλάδα είναι στη μέση. Σε εμάς έχει αντίκτυπο η παράνομη είσοδο στη χώρα, είτε λέγεται Έβρος είτε Αιγαίο. Δυστυχώς, το μόνο που ενδιαφέρει την ΕΕ, είναι να σταματήσει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην Ελλάδα. Τόσο γιατί έχει φοβία απέναντί τους όσο και γιατί δεν έχει μια ολοκληρωμένη στρατηγική αντιμετώπισης του φαινομένου.
Υπήρξαν βέβαια τα γεγονότα του Μαρτίου στον Έβρο…
Αυτό που έγινε τον Μάρτιο στον Έβρο, ο Ερντογάν και οι υπουργοί του, το είχαν προαναγγείλει σε κάθε τόνο και με κάθε ευκαιρία. Ήταν αναμενόμενο. Έγιναν τα γεγονότα στις Καστανιές, εκεί που υπάρχει ο φράχτης κι εκεί που τα πράγματα ήταν κατά κάποιο τρόπο ελεγχόμενα.
Εάν ο Ερντογάν ήθελε να διοχετεύσει μεγάλους αριθμούς προσφύγων και μεταναστών, θα μπορούσε να το είχε κάνει από τα περάσματα. Άρα εργαλειοποίησε το μεταναστευτικό, αλλά δημιουργώντας μια ελεγχόμενη κρίση, γιατί είχε τον σκοπό του.
Αυτό αναιρεί την αποτρεπτική ισχύ των ελληνικών δυνάμεων ασφαλείας;
Σε καμία περίπτωση. Ήταν ένας υβριδικός πόλεμος από πλευράς Τουρκίας και μια καθαρή εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, γιατί κατά κύριο λόγο, στον Έβρο, ωθήθηκαν οικονομικοί μετανάστες και λιγότερο πρόσφυγες.
Ο Ερντογάν επέλεξε να γίνουν οι ενέργειες στο σημείο που ήταν ο φράχτης, γιατί πίστευε ότι θα πέσει. Ήθελε να μας νικήσει ψυχολογικά. Σκεφτόταν ότι έχει την υπεροχή. Αλλά η αποφασιστικότητα που έδειξαν η Ελληνική Αστυνομία και ο Στρατός, η ελληνική πλευρά, έδειξαν ότι υπάρχουν όρια. Ότι εδώ είναι τα σύνορα της Ελλάδας και της ΕΕ.
Άρα πώς μπορούν να προστατευτούν τα ελληνικά σύνορα στον Έβρο;
Οι ροές δεν πρόκειται να μηδενιστούν, φαίνεται άλλωστε από τις συλλήψεις στην Εγναντία Οδό, αλλά και των αχαρτογράφητων αλλοδαπών στην Θεσσαλονίκη. Ο φράχτης που θα επεκταθεί μέχρι τέλος τους έτους, θα καλύπτει 39 από τα συνολικά 180 χιλιόμετρα μεθοριακής γραμμής. Ό,τι υποστηρίζει το ανθρώπινο δυναμικό, τους Αστυνομικούς που φυλάνε τον Έβρο, είναι καλοδεχούμενο. Γιατί έτσι καθυστερούνται οι μαζικές ροές.
Ωστόσο, ο Έβρος, δεν πρόκειται ποτέ να σφραγιστεί συλλήβδην. Χρειάζεται η εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, στο οποίο θα περιλαμβάνονται και ο Στρατός με το Λιμενικό, για να περιορισθούν τυχόν ροές και προς την Αλεξανδρούπολη και τη Σαμοθράκη.
Η αποτροπή της τρομοκρατίας, οι πολιτικές ένταξης και οι πολιτικές φήμες
Σε τρεις λόγους απέδωσε η αντιστράτηγος το γεγονός ότι δεν υπήρξε τρομοκρατικό χτύπημα στην Ελλάδα.
«Υπήρχαν συνεργασίες και εργαλεία. Φτάσαμε σε επίπεδο το 95% όσων περνούσαν στην χώρα, από θεσμοθετημένα ή παράνομα σημεία, να ξέρουμε ποιος ήταν» λέει, υπογραμμίζοντας ότι επτά ύποπτοι για τρομοκρατία φυλακίστηκαν σε σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας.
«Αφενός λειτούργησε σωστά η Αστυνομία, αφετέρου υπήρχε πρόγραμμα διαχείρισης και ένταξης από το τότε υπουργείο Μετανάστευσης. Δεν μιλάω για ενσωμάτωση, η οποία θέλει 3-4 γενιές για να πραγματωθεί. Όταν δεν υπάρχουν πολιτικές ένταξης, υπάρχει ο κίνδυνος ριζοσπαστικοποίησης. Και αυτό θα πρέπει να το δουν καλύτερα όσοι ασχολούνται τώρα με το θέμα» προσθέτει.
Η αποστρατεία και η δουλειά της Αστυνομίας
Η αποστρατεία είναι μια ιδιαίτερη στιγμή για κάθε Έλληνα Αξιωματικό. Ερωτάται, έτσι, αν αισθάνεται πικρία, για την ολοκλήρωση της πορείας της στην Αστυνομία.
«Καμία πικρία. Έφτασα στην ανώτατη βαθμίδα που μπορούσα να φτάσω. Έδωσα ότι μπορούσα. Όλα τα πράγματα τελειώνουν. Πάντα ξέρουμε ότι υπάρχει ημερομηνία λήξης. Υπάρχουν άξιοι αξιωματικοί να συνεχίσουν.
Εγκαθίδρυσα έναν μηχανισμό καταγραφής ταυτοποίησης, θεμελίωσα έναν μηχανισμό αυτοματοποιημένης αναζήτησης στις βάσεις δεδομένων, έκανα συνεργασίες με άλλες χώρες και Οργανισμούς προσπάθησα όσο μπορούσα. Έκανα οτιδήποτε μπορούσα κάτω από αντίξοες συνθήκες με ελλιπή χρηματοδότηση και ελλιπές ανθρώπινο δυναμικό. Αντιμετωπίσαμε μια ανθρωπιστική κρίση το 2015. Πέρασαν τότε ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες από τη χώρα. Το μεταναστευτικό δεν θα σταματήσει. Το 80% της Αστυνομίας ασχολείται με αυτό» σημειώνει.
Ακόμα, σχολιάζει τις φήμες για ενασχόλησή της στην πολιτική.
«Δεν έχω μπει σε τέτοια διαδικασία σκέψης ούτε έχω σκοπό να πολιτευτώ. Δεν είναι στα άμεσα σχέδιά μου. Ήμουν για 37 χρόνια αστυνομικός, έχω ακόμα αυτή τη νοοτροπία σκέψης» επισημαίνει.
Κλείνοντας, εκφράζει μια προσδοκία της: «Να μην ακυρώνεται η δουλειά κανενός και να μην είναι πολιτική έριδα η δουλειά και το έργο της Αστυνομίας».