Ολοι οι διεθνείς και εθνικοί οικονομικοί οργανισμοί, με πολλές επιφυλάξεις σχετικά με τη διάρκεια της πανδημίας, δημοσιεύουν μακροοικονομικές προβλέψεις, οι οποίες κυμαίνονται από 5% έως και 10% μείωση του ΑΕΠ περίπου για όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ και τη χώρα μας. Βεβαίως, το μέγεθος της ύφεσης και συνεπώς της αύξησης της ανεργίας και του δημόσιου χρέους εξαρτάται και από το μέγεθος των «αποζημιώσεων» που χορηγούν τα κράτη με μορφή επιδοτήσεων, δανείων, ή εγγυήσεων δανείων προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους. Προφανώς όσο μεγαλύτερες είναι οι αποζημιώσεις αυτές, τόσο μικρότερες θα είναι οι απώλειες στα μακροοικονομικά μεγέθη, δηλαδή στο ΑΕΠ, στην ανεργία, στα δημοσιονομικά ελλείμματα και στο δημόσιο χρέος.
Ολες οι χώρες του κόσμου με πρώτες τη Γερμανία και τις ΗΠΑ έχουν χορηγήσει και συνεχίζουν να χορηγούν τέτοιου είδους αποζημιώσεις. Η χώρα μας βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο, ανάλογα με τις δημοσιονομικές της δυνατότητες. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Ενωση επιδιώκει να διαθέσει στις χώρες – μέλη κυρίως του Ευρωπαϊκού Νότου επιδοτήσεις και δάνεια ώστε να αντιμετωπίσουν τις αρνητικές συνέπειες στην οικονομία τους. Τόσο η ΕΚΤ όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινούνται με μικρότερη ή μεγαλύτερη ταχύτητα προς αυτή την κατεύθυνση. Η επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ μέχρι το ύψος των 1.350 δισ. επιτρέπει στις υπερχρεωμένες χώρες – μέλη της ΕΕ χαμηλότοκο δανεισμό, ενώ η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. συζητείται αυτή την περίοδο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Το ζήτημα των μικροοικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας στο επίπεδο της παραγωγικής διαδικασίας συζητείται πολύ λιγότερο σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Ομως, οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι σημαντικές, πράγμα που θα κάνει δυσκολότερη την επιστροφή στην ανάπτυξη, η οποία αναμένεται λιγότερο ή περισσότερο το επόμενο και τον μεθεπόμενο χρόνο. Οι μικροοικονομικές επιπτώσεις αφορούν αύξηση του λειτουργικού κόστους της επιχείρησης για την προσαρμογή στη νέα εποχή, στην παραγωγικότητα της εργασίας και τη διάθεση για επενδύσεις. Η ήδη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας σχεδόν σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης βρίσκεται πίσω από τις αναιμικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών οικονομιών σε αντίθεση με τις επιδόσεις της Κίνας, όπου η οικονομική ανάπτυξη είναι πολύ μεγαλύτερη, έστω με χαμηλότερους ρυθμούς.
Είναι φανερό ότι η πανδημία και η αναγκαστική κοινωνική αποστασιοποίηση για προληπτικούς λόγους, οδηγεί στην τεράστια ανάπτυξη της εξ αποστάσεως εργασίας σε όλους σχεδόν τους τομείς, όπου αυτό είναι δυνατόν. Η εξ αποστάσεως εργασία εξασφαλίζει την υγεία των εργαζομένων, αλλά περιορίζει την παραγωγικότητα, επειδή εξαφανίζει τις συνέργειες και εμποδίζει την ορθολογική οργάνωση της εργασίας, όπως συμβαίνει όταν υπάρχει αυτοπρόσωπη παρουσία στους χώρους εργασίας. Αλλά και στις περιπτώσεις που είναι αδύνατη η εξ αποστάσεως εργασία και επιβάλλεται η παρουσία στον χώρο εργασίας (τουρισμός, εστίαση, μεταφορές, προσωπική περιποίηση κ.ά.), οι υγειονομικοί κανόνες που είναι αναγκαίοι για την αποφυγή διάδοσης της νόσου, αυξάνουν το κόστος λειτουργίας της επιχείρησης και μειώνουν την παραγωγικότητα της εργασίας σε σημαντικό βαθμό χωρίς μείωση εσόδων.
Συνεπώς, όσο γρηγορότερα βρεθεί λύση στο πρόβλημα της πανδημίας (εμβόλιο – θεραπεία) τόσο το καλύτερο για το μέλλον της οικονομίας, τόσο σε μακρό όσο και μικροοικονομικό επίπεδο.