Επιστρέφουν από την Τετάρτη στην εργασία τους οι υπάλληλοι του Δημοσίου που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου, καθώς παύει η ειδική άδεια απουσίας που ίσχυε λόγω του κοροναϊού.
Σε εγκύκλιο που υπογράφει ο υπουργός Εσωτερικών, Τάκης Θεοδωρικάκος, σημειώνεται ότι όσοι ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες και έχουν ως αντικείμενο την εξυπηρέτηση κοινού, θα πρέπει να αποφεύγεται η απευθείας έκθεσή τους σε συναλλαγή με τους πολίτες και να εξασφαλιστεί η απασχόλησή τους σε θέσεις εργασίας back office. Ειδάλλως, θα πρέπει να μεριμνήσουν οι αρμόδιες υπηρεσίες για τη λήψη εκείνων των μέτρων που διαφυλάσσουν την υγεία των εργαζομένων (ιδίως διαχωριστικά μεταξύ υπαλλήλου και πολίτη, αντισηπτικά και χρήση μάσκας υποχρεωτικά από τους πολίτες και από τον εργαζόμενο κ.λπ.).
Σημειώνεται ότι στις ομάδες αυξημένου κινδύνου περιλαμβάνονται όσοι είναι καρκινοπαθείς και υποβάλλονται σε χημειοθεραπείες ή ανοσοθεραπεία, όσοι έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση, τα άτομα με βαριά καρδιοπάθεια, ή με βαριά πνευμονοπάθεια ή με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη.
Σε ό,τι αφορά τις άδειες ειδικού σκοπού, στην εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι για τους υπαλλήλους των οποίων τα τέκνα φοιτούν σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, η χορήγησή της συνεχίζεται μέχρι τη λήξη λειτουργίας των βρεφονηπιακών σταθμών στις 31/7/2020 αποκλειστικά για τις ημέρες που προκύπτει η ανάγκη φροντίδας των παιδιών εξαιτίας του ειδικού προγράμματος λειτουργίας των μονάδων. Επίσης, η άδεια αυτή παύει να χορηγείται στους υπαλλήλους των οποίων τα τέκνα δεν προσέρχονται στους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς κατόπιν υποβολής υπεύθυνης δήλωσης, σύμφωνα με την οποία το τέκνο έρχεται σε στενή επαφή με άτομο του οικογενειακού του περιβάλλοντος που ανήκε σε ομάδα αυξημένου κινδύνου.
Γονείς με παιδιά σε νηπιαγωγεία, δημοτικά δεν δικαιούνται πλέον της άδειας ειδικού σκοπού, καθώς έχει ήδη λήξει η λειτουργία των σχολείων λόγω καλοκαιριού.
Η εγκύκλιος υπενθυμίζει ότι οι υπάλληλοι που έκαναν ή θα κάνουν χρήση, για όσο χρονικό διάστημα προβλέπεται ακόμα, του μειωμένου κατά 25% ωραρίου απασχόλησης, υποχρεούνται να απασχοληθούν τις αντίστοιχες ώρες μείωσης του ωραρίου εργασίας, πέραν του ωραρίου τους χωρίς αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης, οπότε ο χρόνος αυτός υπολογίζεται ως πραγματική υπηρεσία. Σε περίπτωση, ωστόσο, που ο υπάλληλος δεν επιθυμεί να αναπληρώσει τις ώρες αυτές, τότε κατόπιν σχετικής υπεύθυνης δήλωσης του υπαλλήλου, οι αρμόδιες υπηρεσίες προσωπικού και οικονομικού θα προβούν στον υπολογισμό του πραγματικού χρόνου παροχής εργασίας για το επίμαχο χρονικό διάστημα και ακολούθως στην ανάλογη περικοπή αποδοχών.