Σοβαρά ερωτήματα για την εταιρεία ορκωτών ελεγκτών Ernst & Young (ΕΥ) και τον ρόλο της στο σκάνδαλο της Wirecard εγείρουν οι «Financial Times» και η «Wall Street Journal». Η υπόθεση με τα χαμένα 1,9 δισ. ευρώ της εταιρείας διαχείρισης τραπεζικών συναλλαγών μάλιστα φέρνει ξανά στο προσκήνιο τον ρόλο των μεγάλων ορκωτών ελεγκτών που έχουν εμπλακεί με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο τα τελευταία χρόνια σε υποθέσεις που δημιουργούν ερωτηματικά.
Η ΕΥ για περισσότερα από τρία χρόνια δεν κατάφερε να ζητήσει κρίσιμες πληροφορίες από τράπεζα της Σιγκαπούρης όπου η Wirecard υποστήριζε ότι είχε έως 1 δισ. ευρώ μετρητά – μια διαδικασία ρουτίνας για ορκωτό ελεγκτή που θα αποκάλυπτε τη μεγάλη απάτη στη γερμανική εταιρεία πληρωμών, ανέφεραν οι «Financial Times». Η εταιρεία ορκωτών ελεγκτών με πελάτη τη Wirecard για μια ολόκληρη δεκαετία βρίσκεται πλέον κι αυτή στο επίκεντρο της προσοχής μετά τις εξελίξεις.
Οπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, «άτομα με γνώση από πρώτο χέρι είπαν στους “Financial Times” ότι από το 2016 έως το 2018 οι ελεγκτές δεν ήλεγξαν απευθείας με την τράπεζα OCBC της Σιγκαπούρης για να διαπιστώσουν ότι η τράπεζα είχε μεγάλα ποσά μετρητών για λογαριασμό της Wirecard. Αντίθετα, η ΕΥ βασίστηκε σε έγγραφα και “screenshots” που παρείχαν τρίτα μέρη και η ίδια η Wirecard».
Επίσης υψηλόβαθμος τραπεζίτης σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα με έκθεση στη Wirecard είπε στην εφημερίδα ότι «το μεγάλο ερώτημα για μένα είναι τι στο καλό έκανε η ΕΥ όταν υπέγραφε τους λογαριασμούς». Υψηλόβαθμος ελεγκτής σε άλλη εταιρεία είπε στους «Financial Times» ότι ανεξάρτητο έλεγχο σε υπόλοιπα λογαριασμών ξέρει να κάνει όποιος έχει εκπαιδευτεί μόνο μία ημέρα σε σχολή ορκωτών ελεγκτών.
Η «Wall Street Journal» από την πλευρά της σε ρεπορτάζ με τίτλο «Το σκάνδαλο της Wirecard φέρνει στα φώτα της δημοσιότητας τον ελεγκτή Ernst & Young» αναφέρει ότι η ΕΥ «είχε από το 2016 ερωτήματα σχετικά με ανορθόδοξες ρυθμίσεις, υπό τις οποίες η Wirecard κρατούσε μετρητά σε τραπεζικούς λογαριασμούς τους οποίους δεν ήλεγχε (…) Ο ορκωτός ελεγκτής υπέγραψε οικονομικά αποτελέσματα τριών ετών της Wirecard ενώ ίσχυαν οι ρυθμίσεις αυτές».
«Πιστεύουμε ότι ο ορκωτός έλεγχος της Ernst & Young ήταν μια καταστροφή. Οι πελάτες μας είναι πεπεισμένοι ότι η Ernst & Young πρέπει να πάει σε δίκη», ανέφερε στην αμερικανική εφημερίδα ο Μαρκ Λίμπσερ, του οποίου η νομική εταιρεία με έδρα το Βερολίνο εκπροσωπεί μετόχους της Wirecard.
Σε νέο τους ρεπορτάζ οι «Financial Times» ανέφεραν χθες ότι πλέον η ΕΥ προετοιμάζει τους εταίρους της για το πώς να διαχειριστούν τα δύσκολα ερωτήματα πελατών για τον έλεγχο στη Wirecard.
Σε εσωτερικό σημείωμα προς τους πιο σημαντικούς εταίρους (senior partners) που επικαλείται η εφημερίδα, η ΕΥ τους συμβουλεύει να λένε στους πελάτες ότι «αντικειμενικός στόχος» στη διεθνή απάτη από τη Wirecard ήταν «να εξαπατηθούν επενδυτές και η ΕΥ».
Το περιοδικό «Fortune» σημειώνει ότι οι «FT» είχαν εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη Wirecard από τον Ιούλιο του 2015 και είχαν δημοσιεύσει σειρά ρεπορτάζ που θα έπρεπε να κάνουν την ΕΕ να υποβάλει τις ίδιες σκληρές ερωτήσεις. Το περιοδικό σημειώνει επίσης ότι σκάνδαλα έχουν πλήξει και τις άλλες μεγάλες εταιρείες ορκωτών ελεγκτών. Μόνο στη Βρετανία, όπως αναφέρει, μεταξύ άλλων έχουν βρεθεί ή έχουν υπάρξει κατηγορίες για σημαντικές παραλείψεις στον έλεγχο επιχειρήσεων από όλες τις μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες.
Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Wirecard Μάρκους Μπράουν συνελήφθη και στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος μετά από καταβολή εγγύησης 5 εκατ. ευρώ, με τις γερμανικές Αρχές να συνεχίζουν να ερευνούν ποιος ή ποιοι φούσκωναν τις πωλήσεις της Wirecard προκειμένου να την κάνουν να φαίνεται πιο ελκυστική σε επενδυτές και σε πελάτες.
Υπό τον Μπράουν η Wirecard μετατράπηκε σε μεγάλη εταιρεία Fintech με συμμετοχή από το 2018 στον βασικό χρηματιστηριακό δείκτη DAX της Φρανκφούρτης. Ολα κατέρρευσαν όταν η εταιρεία κατηγορήθηκε για μαύρη τρύπα στα οικονομικά. Ο Μπράουν είπε ότι η Wirecard ήταν θύμα απάτης και παραιτήθηκε. Στη συνέχεια η εταιρεία παραδέχτηκε ότι μεγάλα ποσά που δήλωνε ότι υπήρχαν διαθέσιμα σε λογαριασμούς τραπεζών πιθανώς δεν υπήρξαν ποτέ.