Σε δεύτερο γύρο θα κριθεί ο επόμενος πρόεδρος της Πολωνίας. Ο νυν πρόεδρος Αντρέι Ντούντα κέρδισε τις περισσότερες ψήφους στις προεδρικές εκλογές της Κυριακής, όμως δεν συγκέντρωσε το 50% – το ποσοστό που έλαβε ήταν 43,7% και έτσι στις 12 Ιουλίου θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον προοδευτικό δήμαρχο της Βαρσοβίας Ραφάλ Τρσασκόφσκι, που ήρθε δεύτερος με 30,3%.
Ο Ντούντα στηρίζεται από το υπερσυντηρητικό κυβερνών κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης. Ετσι, οι εκλογές που θα γίνουν σε δύο εβδομάδες θα διαμορφώσουν και το πολιτικό μέλλον της Πολωνίας. Θα δείξουν κυρίως εάν οι ριζικές μεταρρυθμίσεις που προωθεί το εθνικιστικό κυβερνών κόμμα – συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στο δικαστικό σύστημα και στην ελευθερία του Τύπου – θα συνεχιστούν. Μια επανεκλογή του Ντούντα εγγυάται πως το κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης θα συνεχίσει να προωθεί πολιτικές που εδώ και χρόνια προκαλούν αντιδράσεις από την ΕΕ και συγκρούσεις με ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθώς και φόβους ότι η Πολωνία υποχωρεί από τις δημοκρατικές αρχές της και θέτει το δικαστικό σύστημα υπό πολιτικό έλεγχο.
Χθες, ο Ντούντα τόνισε ότι θα κάνει το παν για να προστατεύσει τις κοινωνικές συντηρητικές αξίες, ανάμεσα στις οποίες και η διασφάλιση ότι τα ομόφυλα ζευγάρια δεν θα μπορούν να υιοθετήσουν παιδιά, σε μια προσπάθεια να πείσει το 7% των ψηφοφόρων που προτίμησε τον ακροδεξιό υποψήφιο Κριστόφ Μπόσακ. «Εχουμε πολλές κοινές αξίες με τον Κριστόφ Μπόσακ» εξήγησε ο Ντούντα μιλώντας στον κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό. «Θέλουμε να χαίρει σεβασμού η οικογένεια στην Πολωνία, θέλουμε οι παραδοσιακές αρχές να αποτελούν μια ισχυρή ραχοκοκαλιά στην οποία θα μπορεί να βασίζεται η πολωνική κοινωνία».
Ο Τρσασκόφσκι, από την πλευρά του, υποσχέθηκε ότι εάν εκλεγεί θα ασκήσει βέτο σε οποιεσδήποτε αλλαγές περιορίζουν τις δημοκρατικές ελευθερίες. Αυτό είναι κρίσιμο διότι το κυβερνών κόμμα δεν διαθέτει τις ψήφους για να ανατρέψει ένα προεδρικό βέτο. «Αυτές οι εκλογές δεν θα είναι ανάμεσα σε μένα και τον Ντούντα» δήλωσε χθες ο Τρσασκόφσκι. «Θα είναι μια εκλογική μάχη ανάμεσα σε μια ανοιχτή Πολωνία και μια Πολωνία που αναζητά εχθρούς και έναν διχαστικό πρόεδρο». Ολοι οι αναλυτές θεωρούν πως οι εκλογές θα κριθούν στα σημεία.
O Ντούντα θα πρέπει να στραφεί σε ψηφοφόρους άλλων κομμάτων – εκείνων που είναι κοντά στην εκκλησία και σε ακραίες ιδεολογίες. Ωστόσο αυτό μπορεί να είναι και δύσκολο, μια και ως πρόεδρος θεωρείται πολύ στενά δεμένος με το κυβερνών κόμμα. Ο δήμαρχος της Βαρσοβίας θα προσπαθήσει να διαμορφώσει μια ευρεία αντικυβερνητική συμμαχία, ιδιαίτερα προσελκύοντας υποστηρικτές του Σιμόν Χολόβνια, ενός πρώην παρουσιαστή της τηλεόρασης που μπήκε σχετικά πρόσφατα στην πολιτική και κατάφερε να έρθει τρίτος στις εκλογές της Κυριακής συγκεντρώνοντας ποσοστό 13,3%.
Από το 2015 όταν κατέλαβε την εξουσία, το κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης έθεσε την Πολωνία σε πορεία σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες, η οποία έχει επανειλημμένα εκφράσει τις ανησυχίες της για την απειλή που δέχεται το κράτος δικαίου. Μετά τη νίκη του κόμματος στις περσινές βουλευτικές εκλογές, μια νίκη του Ντούντα θα εξασφαλίσει πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να έχει το ελεύθερο για τις ακραίες αλλαγές που επιζητά, για αρκετά χρόνια ακόμα.
Οι προεδρικές εκλογές ήταν αρχικά σχεδιασμένες για τον Μάιο, όταν ο Ντούντα είχε σημαντικό προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις και αναμενόταν να κερδίσει εύκολα. Η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος ήθελε να προωθήσει επιστολική ψηφοφορία παρά την πανδημία, όμως την τελευταία στιγμή οι προεδρικές εκλογές ακυρώθηκαν. Εκτοτε, η οικονομική κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία επηρέασε την κοινωνία και το προοδευτικό κόμμα Πλατφόρμα των Πολιτών αντικατέστησε τον προηγούμενο – και ανεπαρκή – υποψήφιό του με τον Τρσασκόφσκι, που έκανε τις εκλογές ντέρμπι.
Ο δήμαρχος της Βαρσοβίας επιμένει σε όλες του τις ομιλίες να συσπειρώσει τους πολίτες που αντιδρούν με τις ακραίες πολιτικές της κυβέρνησης: «Το αποτέλεσμα της Κυριακής δείχνει κάτι σημαντικό, ότι το 58% της κοινωνίας μας επιθυμεί την αλλαγή. Το λέω σε όλους τους πολίτες: Θα είμαι ο δικός σας υποψήφιος. Θα είμαι ο υποψήφιος της αλλαγής».