Πέρασαν 16 ολόκληρα χρόνια από τότε που η Εθνική Ελλάδας κατέπληξε τον ποδοσφαιρικό κόσμο κατακτώντας το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου κόντρα σε κάθε πιθανότητα
Ήταν μόλις η δεύτερη παρουσία της Εθνικής μας σε τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος και η πρώτη εμφάνισή της σε μεγάλη διοργάνωση μετά την επώδυνη εμπειρία του Μουντιάλ του 1994, με τον απολογισμό των τριών ηττών σε ισάριθμα ματς με Αργεντινή, Βουλγαρία και Νιγηρία, και το θλιβερό παθητικό 0-10 στα τέρματα.
Κανείς λοιπόν -ούτε οι πλέον αισιόδοξοι Έλληνες οπαδοί- δεν φανταζόταν αυτό που θα ακολουθούσε. Άλλωστε τα ονόματα των αντιπάλων της στον όμιλο προδίκαζαν… συντριβή.
Η πάντα υπολογίσιμη και επιπλέον οικοδέσποινα Πορτογαλία, η μαχητική Ρωσία και η Ισπανία αποτελούσαν τριπλό εμπόδιο προς όποια φιλοδοξία μπορούσε να έχει η Ελλάδα.
Η αρχή της πορείας προς την κορυφή
Η πορεία προς την κορυφή ξεκίνησε στις 12 Ιουνίου, όταν εκατομμύρια θεατές είδαν για πρώτη φορά -μέχρι τότε- την οικοδέσποινα ενός Euro να χάνει μέσα στο σπίτι της.
Θύμα η Πορτογαλία του Λουίς Φελίπε Σκολάρι και θύτης η Ελλάδα του Ότο Ρεχάγκελ. η οποία έδειξε από το πρώτο σφύριγμα το -καθόλου γοητευτικό αλλά απολύτως αποτελεσματικό- στιλ παιχνιδιού που θα ακολουθούσε έως το τέλος.
Ο Γιώργος Καραγκούνης άνοιξε το δρόμος προς τη νίκη, νικώντας με δεξί ευθύβολο σουτ έξω από την περιοχή τον Ρικάρντο. Το 2-0 έγινε με την εύστοχη εκτέλεση πέναλτι του Μπασινά (σε πέναλτι που είχε κερδίσει ο Σεϊταρίδης από τον Κριστιάνο Ρονάλντο στην ολοκλήρωση μίας υποδειγματικής κόντρας).
Ο πιτσιρικάς τότε Κριστιάνο Ρονάλντο πέτυχε το γκολ της παρηγοριάς στο δεύτερο λεπτό των καθυστερήσεων, με το τελευταίο σφύριγμα του Πιερλουίτζι Κολίνα να βρίσκει τον Θοδωρή Ζαγοράκη να αποφεύγει με ωραία ενέργεια δύο Πορτογάλους στο χώρο της μεσαίας γραμμής.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, οι (πρωταθλητές Ευρώπης του 2008) Ισπανοί μπήκαν… αγριεμένοι στο «Ντο Μπέσα» για να πάρουν εκδίκηση για την ήττα που είχαν γνωρίσει στα προκριματικά στη Σαραγόσα (νίκη 1-0 για την Ελλάδα με το γκολ του Στέλιου Γιαννακόπουλου), όμως παρά το γεγονός πως η άμυνα της εθνικής ομάδας «σφυροκοπήθηκε» σε μεγάλα διαστήματα του 90λεπτου, κατάφερε να αποχωρήσει με ψηλά το κεφάλι.
Ο Μοριέντες εκμεταλλεύθηκε διαδοχικά λάθη στην άμυνα και νίκησε από κοντά τον Αντώνη Νικοπολίδη για να κάνει το 1-0, ωστόσο το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ήταν αυτό που… γέλασε τελευταίο. Ο Τσιάρτας, που είχε περάσει ως αλλαγή, έβγαλε διαγώνια μπαλιά-διαβήτη 40 μέτρων για τον Χαριστέα, ο οποίος έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα του Κασίγιας, καθιστώντας πλέον την εθνική ως το μεγάλο φαβορί για την πρόκριση στην επόμενη φάση.
Στο τρίτο ματς οι Έλληνες καρδιοχτύπησαν αφού η αδιάφορη βαθμολογικά Ρωσία προηγήθηκε με 2-0 από το πρώτο 20λεπτο (χάρη στα τέρματα των Κιριτσένκο και Μπουλίκιν), όμως ο Ζήσης Βρύζας έδωσε τη λύση μειώνοντας σε 2-1 στο 43′.
Το αποτέλεσμα αυτό αποδείχτηκε καθοριστικό σε συνδυασμό με τη νίκη της Πορτογαλίας με 1-0 επί της Ισπανίας στέλνοντας την Εθνική μας στα προημιτελικά, απέναντι στην κάτοχο του τροπαίου, Γαλλία.
Η έδρα της Σπόρτινγκ Λισσαβώνας, ήταν το πρώτο γήπεδο της Πορτογαλίας στο οποίο η Εθνική Ελλάδας θα έγραφε ιστορία στα νοκ-άουτ παιχνίδια της στην τελική φάση της διοργάνωσης.
Τα βαριά ονόματα των Ζιντάν, Ανρί, Τρεζεγκέ, Βιεϊρά, Μπαρτέζ, Λιζαραζού δεν τρόμαξαν τους Έλληνες διεθνείς, οι οποίοι κατάφεραν να θέσουν εκτός την κάτοχο του τίτλου για το 2000 χάρη σε εκείνη την αξέχαστη φάση όπου ο -μετέπειτα ΜVP της διοργάνωσης και ρέκορντμαν συμμετοχών με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα- Θοδωρής Ζαγοράκης απέφυγε με εκπληκτική ντρίμπλα τον Λιζαραζού από τη δεξιά πλευρά, έβγαλε την κατάλληλη στιγμή υποδειγματική ζυγισμένη σέντρα για τον Χαριστέα, ο οποίος με ασύλληπτη κεφαλιά νίκησε τον Φαμπιάν Μπαρτέζ.
Το επόμενο ραντεβού με τη… δόξα είχε κλειστεί για την 1η Ιουλίου, με την ομάδα-οδοστρωτήρα μέχρι εκείνη τη στιγμή, Τσεχία, (προερχόταν από 4 νίκες σε ισάριθμα ματς), να προβάλλει ως ανυπέρβλητο εμπόδιο, αλλά τελικά το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα να καταφέρνει να την ρίξει στο καναβάτσο, εκμεταλλευόμενη τον κανόνα του «ξαφνικού θανάτου».
Ο τραυματισμός του Νέντβεντ από το πρώτο μέρος και οι κραυγαλέες ευκαιρίες που έχασαν οι Κόλερ, Μπάρος στην επανάληψη «βοήθησαν» ώστε το ματς να «κολλήσει» στο 0-0 στο 90λεπτο και να πάει στην παράταση, όπου εκεί μίλησε το λαμπερό άστρο, που συνόδευε τον Ότο Ρεχάγκελ σε όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης.
Από εκτέλεση κόρνερ του Τσιάρτα και κεφαλιά μέσα από την μικρή περιοχή του Δέλλα στο τελευταίο λεπτό του πρώτου ημιχρόνου της παράτασης, η μπάλα καρφώθηκε στα δίχτυα του Τσεχ, με τους Έλληνες να παίρνουν την πρόκριση και τους Τσέχους να πέφτουν όλοι… ξεροί στον αγωνιστικό χώρο, μη μπορώντας να πιστέψουν αυτό που είχε συμβεί.
Ο τελικός ήταν επανάληψη του αγώνα της πρεμιέρας (για πρώτη φορά στην ιστορία των Euro). Το ίδιο συνέβη και με την έκβαση του αγώνα στέλονντας στα ουράνια εκατομμύρια Έλληνες.
Σε έναν κατά τα λοιπά μέτριο αγώνα ήρθε ο Άγγελος Χαριστέας να πληγώσει τους Πορτογάλους για δεύτερη φορά. Το γκολ του στο 57′ σε συνδυασμό με τη γρανιτένια άμυνα του Ρεχάγκελ ήταν αρκετά για να ανεβάσουν την Ελλάδα στην κορυφή της Ευρώπης και να τη θέσουν στο πάνθεον της ποδοσφαιρικής ιστορίας ως μία από τις εννέα χώρες που έχουν κατακτήσει Euro.
Η ενδεκάδα του Ότο Ρεχάγκελ στον τελικό με την Πορτογαλία: Νικοπολίδης – Σεϊταρίδης, Δέλλας, Μπασινάς, Ζαγοράκης, Γιαννακόπουλος (67′ Νικολαϊδης), Χαριστέας (74′ Λάκης), Φύσσας, Βρύζας, Καψής, Καραγκούνης (46′ Κατσουράνης).