«Η γεωγραφία δεν αλλάζει. Η Τουρκία θα είναι πάντα στην ίδια θέση στο χάρτη». Γεγονός. Το έχουν αποδεχθεί και το επαναλαμβάνουν κατά καιρούς όλες οι πλευρές. Η ΕΕ, έλληνες, κύπριοι και τούρκοι διπλωμάτες και αξιωματούχοι. Η κοινή αυτή παραδοχή αξιοποιείται κατά καιρούς για να υπογραμμίσει την ανάγκη για διάλογο, για συμβιβασμό, ακόμα και για να δικαιολογήσει την επιθετικότητα.
Οι τουρκικές προκλήσεις και απειλές απέναντι στην Ελλάδα, αλλά και οι παράνομες ενέργειες που παραβιάζουν την εθνική κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και η διατήρηση κατοχικών στρατευμάτων στο νησί, δεν αποτελούν είδηση. Εστω και αν η Αγκυρα το τελευταίο διάστημα δείχνει να οξύνει ιδιαίτερα τη ρητορική και τις απειλές της μέσω τόσο του τουρκολιβυκού μνημονίου όσο και του Μεταναστευτικού, ενώ συνεχίζει και τις παράνομες γεωτρήσεις – πλέον – στην κυπριακή ΑΟΖ. Οι αποφάσεις και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τις Βρυξέλλες για τις παράνομες αυτές γεωτρήσεις δεν προβλημάτισαν ούτε στο ελάχιστο την Τουρκία. Το αντίθετο, ενίσχυσαν τη ρητορική της με συνέχεια των ίδιων πρακτικών και επέκταση των απειλών και προς την Ελλάδα.
Η εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού και η κρίση στα ελληνικά σύνορα του Εβρου, τον Μάρτιο, που καθοδηγήθηκε από την τουρκική κυβέρνηση, έφεραν την ΕΕ αντιμέτωπη με έναν ωμό και απάνθρωπο εκβιασμό εκ μέρους της Αγκυρας. Ηταν η αφορμή για να υπάρξει μια πρώτη αντίδραση.
Το θέμα της Τουρκίας ωστόσο αναδείχθηκε στην ΕΕ – κυρίως – μετά και την κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα σε Αγκυρα και Παρίσι με φόντο τις εξελίξεις στη Λιβύη και την κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κυρώσεις
Στη συζήτηση, τη Δευτέρα, στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων αναμένεται να κυριαρχήσει η Γαλλία, ως μεγάλη δύναμη, που πλέον απαιτεί δράσεις που θα ανακόψουν τους νεοθωμανικούς σχεδιασμούς της Τουρκίας. Το Παρίσι αναμένεται, όπως έχει προαναγγείλει και ο γάλλος ΥΠΕΞ Ζαν-Ιβ Λεντριάν να απαιτήσει και την επιβολή επιπλέον κυρώσεων στην Αγκυρα. Το Βερολίνο ωστόσο δεν είναι διατεθειμένο για ρήξη με την Τουρκία και ως εκ τούτου η γερμανική προεδρία θα επιλέξει την πολιτική του συμβιβασμού, ανοίγοντας ενδεχομένως τη συζήτηση για επιβολή κυρώσεων, χωρίς όμως αποφάσεις. Δεδομένων και των τοποθετήσεων των ευρωβουλευτών σε σχετική συζήτηση για τη συμπεριφορά της Τουρκίας, η δυσαρέσκεια απέναντι στην Αγκυρα δείχνει να κλιμακώνεται και να παύει – σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου τουλάχιστον – να είναι ελληνική και κυπριακή υπόθεση.
Ο ΥΠΕΞ Νίκος Δένδιας επαναλαμβάνει σταθερά ότι η Ελλάδα είναι ανοιχτή σε διάλογο με την Τουρκία, αλλά με τήρηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου και όχι υπό συνθήκες εκβιασμού και παραβιάσεων της εθνικής κυριαρχίας. Τόσο το ΥΠΕΞ όσο και το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρουν να φέρουν την ΕΕ προ των ευθυνών της, διαμηνύοντας ότι οι τουρκικές προκλήσεις δεν είναι διμερές ελληνοτουρκικό ζήτημα, αλλά ευρωτουρκικό.
Ο Μπορέλ και ο «διάλογος
Την περασμένη Δευτέρα ο Υπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ βρέθηκε στην Αγκυρα, όπου είχε συναντήσεις τόσο με τον ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου όσο και με τον ΥΠΑΜ Χουλουσί Ακάρ. Το κλίμα στις δηλώσεις ήταν σαφές ότι ήταν τεταμένο. Ο Τσαβούσογλου επανέλαβε ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και διεμήνυσε ότι δεν συζητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας. Με αυτά τα δεδομένα η Αγκυρα δηλώνει ανοιχτή σε διάλογο με την Ελλάδα.
Ο Μπορέλ επιχείρησε να διατηρήσει τα προσχήματα σημειώνοντας ότι οι σχέσεις δεν είναι οι καλύτερες και στόχος είναι να ξεκινήσει ένας διάλογος εκτόνωσης της έντασης, ενώ δεν παρέλειψε να θυμίσει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει κράτος-μέλος της ΕΕ ανεξάρτητα από το αν την αναγνωρίζει η Τουρκία.
Τη λέξη «διάλογος» ο Μπορέλ την επανέλαβε πολλές φορές τις τελευταίες μέρες. Την επανέλαβε στον Εβρο, στην Αθήνα, στη Λευκωσία και στην Αγκυρα. Ο διάλογος συνοδευόταν από τη θέση ότι η Αγκυρα «είναι σημαντικός εταίρος, υποψήφια χώρα για ένταξη, μέλος του ΝΑΤΟ». Παρά την παραδοχή ότι οι διαφορές με την ΕΕ είναι σημαντικές και η ένταση κλιμακούμενη.
Αναλυτές εκτιμούν ότι ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα πιεστεί να προχωρήσει σε αυτόν τον διάλογο με την Τουρκία υπό την πίεση των μεγάλων δυνάμεων που διατηρούν συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Προειδοποιούν ωστόσο ότι το διεθνές δίκαιο είναι πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται κατά περίπτωση και ίσως να κοστίσουν. Αυτό ωστόσο που πρέπει να μετρήσει η ελληνική κυβέρνηση είναι τι κοστίζει περισσότερο και αν είναι σε θέση να επιβάλλει όρους για διαπραγμάτευση.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ