Δυσχερή χαρακτηρίζει προς το παρόν την εκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπλοκών από τη νόσο COVID, ο καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας- Αιματολογίας, και πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος, γιατί όπως λέει έχουν παρέλθει λίγοι μήνες από την αναγνώριση των πρώτων περιστατικών στην Κίνα.
Ωστόσο σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο Fm δηλώνει ότι μία σειρά επιπλοκών που μπορεί να εμφανιστούν κατά την οξεία φάση της λοίμωξης, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε μακροχρόνιες επιπτώσεις, όπως είναι η πνευμονική ίνωση, η καρδιακή βλάβη και νευροψυχιατρικές διαταραχές.
«Η πνευμονική λοίμωξη και η συνοδός υπέρμετρη αντίδραση του ανοσοποιητικού, μπορεί να οδηγήσει στο σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας. Στην ύφεση του συνδρόμου είναι πιθανόν να αναπτυχθεί ουλώδης ιστός στους πνεύμονες, με αποτέλεσμα να υπάρξουν μόνιμες βλάβες με μειωμένες πνευμονικές εφεδρείες».
Μακρύτερη η αποθεραπεία μετά από διασωλήνωση συγκριτικά με άλλες λοιμώξεις
Ειδική ομάδα ασθενών, σύμφωνα με τον Πρύτανη, αποτελούν αυτοί οι οποίοι ετέθησαν σε μηχανική υποστήριξη αναπνοής. Όπως λέει , ασθενείς με σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας σε έδαφος λοίμωξης COVID 19 που ανακάμπτουν μετά από πολυήμερη ενδοτραχειακή διασωλήνωση και μακρά περίοδο παραμονής σε ΜΕΘ, μπορεί να εμφανίσουν σε ένα σημαντικό ποσοστό, μακροχρόνια προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με μυϊκή αδυναμία λόγω της ακινησίας, με μυοπάθεια ή νευροπάθεια.
«Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι για κάθε μία μέρα παραμονής σε μηχανική υποστήριξη αναπνοής, απαιτούνται στη συνέχεια 3-5 ημέρες για την ανάκαμψη του ασθενούς. Φαίνεται ότι η αποθεραπεία μετά από διασωλήνωση και μηχανική υποστήριξη αναπνοής, σε ασθενείς που πάσχουν από νόσο COVID, μπορεί να είναι μακρύτερη από ότι σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις από άλλες ιογενείς λοιμώξεις, ή άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού».
Ακόμη και μη αναστρέψιμες βλάβες σε ήπαρ και νεφρούς
Οι διαταραχές της πηκτικότητας στο πλαίσιο της λοίμωξης COVID19, μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα θρομβωτικά επεισόδια, όπως είναι η πνευμονική εμβολή, το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, και ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αναφέρει ο κ. Δημόπουλος. «Αυτοί οι οποίοι επιζούν από πνευμονική εμβολή, συχνά μπορεί να παρουσιάσουν περιορισμό στις καθημερινές δραστηριότητες τους, λόγω αναπνευστικής δυσχέρειας.
Η ανάρρωση και η αποκατάσταση μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι μακροχρόνια και μπορεί συχνά να έχουμε υπολειμματικές βλάβες που δυσχεραίνουν την επιστροφή του ασθενούς στην καθημερινότητα.
Θρομβώσεις σε μεγάλα αγγεία μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε μη αναστρέψιμες μόνιμες βλάβες σε άλλα ζωτικά όργανα όπως είναι το ήπαρ και οι νεφροί». Επιπλέον, σύμφωνα με τον καθηγητή, ορισμένοι ασθενείς παρουσιάζουν φλεγμονή στην καρδιά, μυοκαρδίτιδα κατά τη διάρκεια της λοίμωξης, και παρά το γεγονός ότι πρόκειται για αναστρέψιμη κατάσταση, ιδιαίτερα σε νέους ασθενείς, η απώτερη επιπλοκή μιας μυοκαρδιοπάθειας και επηρεασμένης επομένως καρδιακής λειτουργίας, δεν μπορεί να αγνοηθεί και χρειάζονται περισσότερα δεδομένα και μεγαλύτερη παρακολούθηση.
Ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνεται εμμέσως λόγω των συνθηκών στην πανδημία
O καρδιαγγειακός κίνδυνος εξηγεί ο πρύτανης, μπορεί να αυξάνεται και με έμμεσο τρόπο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δεδομένου ότι τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και ο περιορισμός των μετακινήσεων και της παραμονής σε εξωτερικούς χώρους προάγει τον καθιστικό τρόπο ζωής κι επομένως την ανασφάλεια και το άγχος που αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επιπλοκών.
«Επίσης ένα φάσμα πιθανών μακροχρόνιων νευροψυχιατρικών διαταραχών περιλαμβάνει διαταραχές της προσοχής, της μνήμης, της ισορροπίας, της συγκέντρωσης, διαταραχές του περιφερικού νευρικού συστήματος και του νευρομυϊκού συστήματος, καθώς επίσης μετατραυματικό άγχος και κατάθλιψη, ιδιαίτερα για όσους έχουν αναρρώσει μετά από σοβαρή νόσο COVID19».
Έχουμε απώτερες επιπλοκές, τις οποίες θα τις δούμε πολύ πιο αναλυτικά και πολύ πιο συγκεκριμένα μετά από 6 μήνες, ένα χρόνο, γιατί ελπίζουμε ότι πολλές από αυτές θα είναι μεν απώτερες επιπλοκές, αλλά τελικά θα είναι αναστρέψιμες, απαντά ο πρύτανης στο ερώτημα πότε θα υπάρχουν ασφαλή συμπεράσματα για το τι τελικά μπορεί να αφήνει στον οργανισμό μας αυτός ο καινούργιος ιός».
Ισπανική μελέτη: Στο 5% η ανάπτυξη αντισωμάτων. Δεν μπορούμε να στηριχθούμε στη ανοσία της αγέλης
Σχετικά με την ανάπτυξη αντισωμάτων ο πρύτανης αναφέρεται σε μια πολύ πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στην Ισπανία και δείχνει ότι ακόμα και σε περιοχές με αυξημένα ποσοστά νοσούντων από COVID19, η ανοσιακή απάντηση και η ανάπτυξη αντισωμάτων περιορίζεται στο 5%. «Και μάλιστα φαίνεται ότι αρκετοί από αυτούς τους αναρρώσαντες ασθενείς, χάνουν τα αντισώματα τους, μετά από μερικούς μήνες.
Αυτό είναι πολύ σημαντικό δεδομένου ότι υποστηρίζει ότι δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε καμία ανοσία της αγέλης, καμία φυσική επιλογή, για να αναχαιτίσουμε τη νόσο. Επομένως συνάδει με την σύσταση για τήρηση των μέτρων, τα οποία έχουν προταθεί από διάφορους διεθνείς οργανισμούς και εφαρμόζουμε κι εμείς στην Ελλάδα».
Η θεραπεία θα είναι πολυπαραγοντική
Όσον αφορά τις μεταλλάξεις του ιού, για τις οποίες πολλά γράφονται τελευταία ο κ. Δημόπουλος σχολιάζει ότι προς το παρόν δεν φαίνεται οι μεταλλάξεις, οι οποίες συμβαίνουν και σε αυτό τον ιό όπως και σε άλλους, να επηρεάζουν κομμάτια του ιού, όπως αυτά που είναι σημαντικά για την ανάπτυξη του εμβολίου, ή να κάνουν τον ιό πιο επιθετικό.
Στο ερώτημα εμβόλιο ή θεραπεία και ποιο από τα δύο θα έχουμε πρώτο, ο καθηγητής απαντά ότι αυτά θα προχωρήσουν παράλληλα, επισημαίνοντας μάλιστα ότι η θεραπεία θα είναι πολυπαραγοντική «δεδομένου ότι ξέρουμε καλά πως δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτό τον ιό με ένα μόνο αντιικό φάρμακο. Δηλαδή θα χρειάζεται συνδυασμός αντιικών φαρμάκων και επίσης παρεμβάσεις που θα υποστηρίζουν το αναπνευστικό σύστημα, θα προστατεύουν την καρδιά, θα εμποδίζουν τις θρομβώσεις, θα χορηγούν αντισώματα μέσω πλάσματος, ή με μονοκλωνικά αντισώματα. Και βεβαίως το εμβόλιο ή τα εμβόλια τα οποία θα παραχθούν θα πρέπει να είναι πάνω από όλα ασφαλή, να είναι αποτελεσματικά, φθηνά και άμεσα διαθέσιμα σε μεγάλες ποσότητες».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ