Ηταν το καλοκαίρι του 1931 όταν για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία ιδρυόταν η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία. Ως τμήμα του νεοσύστατου τότε υπουργείου Αεροπορίας η υπηρεσία είχε ως σκοπό την πρόγνωση καιρού, κυρίως προς όφελος της αεροπορίας και της γεωργίας, έμελλε όμως να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην καθημερινότητα των Ελλήνων.
Έτοιμη πλέον να εισέλθει στην ένατη δεκαετία της ζωής της η ΕΜΥ μετρά μια μακρά πορεία γεμάτη επιτυχίες, ταυτόχρονα όμως αναζητά επειγόντως εκσυγχρονισμό. Σε έναν κόσμο που η διαμεσολάβηση της επικοινωνίας έχει εκτοξευθεί σε πρωτόγνωρες σφαίρες λόγω του Διαδικτύου αλλά και των έγκαιρων συστημάτων προειδοποίησης οι προβληματισμοί ενισχύονται.
Τα παραπάνω επισημαίνει μεταξύ άλλων μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου της ΕΜΥ, του κέντρου που παράγει όλες τις προειδοποιήσεις και τις προγνώσεις της υπηρεσίας, Θοδωρής Κολυδάς. «Το πρόσωπο της ΕΜΥ στη σημερινή κοινωνία είναι σε μεγάλο βαθμό οι προγνώσεις της, δεν παύουν όμως να είναι και η έρευνα του κλίματος και οι έγκαιρες προειδοποιήσεις για τα ακραία φαινόμενα, πρόσωπο το οποίο δεν εκπροσωπείται πλέον όπως παλιά» λέει ο ίδιος, ο οποίος υπηρετεί επί 35 χρόνια τη μετεωρολογία.
Σύμφωνα με τον Θοδωρή Κολυδά, στην ΕΜΥ εντοπίζεται ανεπάρκεια εφαρμογής νέων τεχνολογιών, σχεδόν τα μισά από τα ραντάρ της δεν λειτουργούν, ενώ ο ίδιος κάνει λόγο για γραφειοκρατικές αγκυλώσεις που προκύπτουν από τη μεικτή – πολιτική και στρατιωτική – δομή της.
Ο διευθυντής του Μετεωρολογικού Κέντρου προκρίνει τη συνεργασία μεταξύ φορέων του Δημοσίου σε επίπεδο υποδομών, την αξιοποίηση εθελοντών και τη διοικητική αναδιάρθρωση της υπηρεσίας. Ως προς το τελευταίο τα αριθμητικά στοιχεία σκιαγραφούν την πραγματικότητα: το πολιτικό προσωπικό της ΕΜΥ, όπως επισημαίνει, έχει μειωθεί κατά 58% τα τελευταία δέκα χρόνια και κατά 70% τα τελευταία είκοσι, ενώ το στρατιωτικό προσωπικό αυξάνεται. «Ελλείψεις προσωπικού υφίστανται, όμως το χειρότερο είναι η κακή διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, έχουμε παραμείνει σε δομές της δεκαετίας του ’70» λέει ο μετεωρολόγος.
Τι θα γίνει στην Αττική
Σύμφωνα με τον Θοδωρή Κολυδά, η Αττική θα πρέπει να καλυφθεί πλήρως με δίκτυο ραντάρ, καθώς αυτό του Υμηττού είναι ανεπαρκές, ενώ θα μπορούσε, επίσης, να ενισχυθεί με ένα Ραδιόφωνο Καιρού, όπως webradio, προσβάσιμο σε κάθε πολίτη ειδικά σε έκτακτες περιπτώσεις όπως μεγάλες πυρκαγιές. «Απαιτείται οπωσδήποτε επισκευή των ραντάρ στην Καβάλα, την Αίγινα και το Ανατολικό Αιγαίο και ενίσχυση της Αττικής. Ακόμα όμως και για τις επισκευές των ραντάρ χανόμαστε συχνά σε έναν χρονοβόρο γραφειοκρατικό δαίδαλο, καθώς την επιστημονική ευθύνη έχουν οι μετεωρολόγοι, όμως την ευθύνη για τη συντήρηση το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας» εξηγεί ο ίδιος.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η Ελλάδα αποτελεί μία από τις ελάχιστες εναπομείνασες χώρες όπου ο εθνικός μετεωρολογικός φορέας εξακολουθεί να εντάσσεται σε στρατιωτική υπηρεσία. Οι πιο πρόσφατες που διαχωρίστηκαν ήταν της Αγγλίας και του Ισραήλ.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι «μια ΕΜΥ ενιαία αλλά με δύο διακριτά κέντρα από πλευράς συνθέσεως προσωπικού και δύο υποδιοικητές – στρατιωτικό και πολιτικό – θα διευκόλυνε μεταξύ άλλων την προσέλκυση χρηματοδότησης αυξάνοντας τα έσοδα της υπηρεσίας. «Είναι ενδεικτικό ότι τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια η ΕΜΥ δεν έχει πάρει παρά μόνο ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα, το EU-CIRCLE, και αυτό σε συνεργασία με τον «Δημόκριτο», τη στιγμή που πολλοί επιστημονικοί φορείς στην Ελλάδα βασίζουν σημαντικά τη λειτουργία τους σε αυτά τα προγράμματα» λέει ο κ. Κολυδάς. Τα έσοδα αυτά θα επέτρεπαν την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών. «Για παράδειγμα, εργαλεία προειδοποίησης υπάρχουν, όπως το Meteoalarm, όμως το θέμα είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η εισαγωγή δεδομένων και η παραγωγή του σχετικού χάρτη μέχρι πρότινος γίνονταν manual και έλειπαν οι αυτοματισμοί… Επίσης θα μπορούσαμε να φτιάξουμε μια εφαρμογή για κινητά σε σχέση με τις ηλεκτρικές εκκενώσεις» εξηγεί ο Θοδωρής Κολυδάς. «Παραδείγματα υπάρχουν πολλά».
Η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου, συνεχίζει ο ίδιος, «θα μπορούσε να επιτρέψει και την πρόσληψη συμβασιούχων. Είμαστε ο μόνος δημόσιος φορέας στον οποίο δεν επιτρέπονται επί συμβάσει συνεργάτες, ενώ υπάρχουν αναξιοποίητοι 1.500 μεταπτυχιακοί φοιτητές».
Τελικά ποιο είναι το μέλλον της ΕΜΥ; «Το όνειρο παραμένει όπως όταν ξεκίνησα πριν από 35 χρόνια», λέει ο διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου, «και οι προτάσεις μου έχουν προκύψει από αυτή την εμπειρία. Η Πολιτεία στις δύσκολες μέρες μας θα πρέπει να αποδείξει εμπράκτως ότι η ΕΜΥ είναι μια πραγματικά Εθνική Υπηρεσία, ότι δίνει τις ίδιες ευκαιρίες σταδιοδρομίας σε όλους τους πολίτες, δίνει βαρύτητα στις αξίες και βασίζεται στο υψηλής στάθμης προσωπικό χωρίς να δημιουργεί περιορισμούς και διακρίσεις. Μια ΕΜΥ που με διαφορετικό νομικό πλαίσιο θα απορροφά ευρωπαϊκά κονδύλια έρευνας, δεν θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και θα μπορεί να μετέχει ως leader σε διεθνή προγράμματα. Μια ΕΜΥ που αγάπησα και συνεχίζω να αγαπώ για πάνω από τρεις δεκαετίες».