Οι Financial Times, μ’ ένα άρθρο-κόλαφο, στηλιτεύουν την απόφαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να μετατρέψει σε τζαμί την Αγία Σοφία, την οποία η εφημερίδα χαρακτηρίζει ως «πετράδι του στέμματος στον μαγευτικό ορίζοντα της Κωνσταντινούπολης».
Ο Ντέιβιντ Γκάρντνερ, συντάκτης του δημοσιεύματος, μιλά για μια κίνηση «μαζικού αποπροσανατολισμού» και συσπείρωσης των εθνικιστών γύρω από τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος «αντιμετωπίζει πληθώρα προβλημάτων».
Το άρθρο αναφέρει: «Κυρίαρχη προσωπικότητα της Τουρκίας αυτόν τον αιώνα, ο Ερντογάν επικράτησε σε πάνω από 12 εκλογικές αναμετρήσεις για να αντικαταστήσει το κοινοβουλευτικό σύστημα με μια αυταρχική προεδρία, που του επιτρέπει να κυβερνά ως νεο-σουλτάνος. Ωστόσο, βρίσκεται υπό πολιτική πίεση».
«Το σερί νικών του ανέκοψαν πέρυσι οι θρίαμβοι της αντιπολίτευσης στην Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα Άγκυρα και μια σειρά άλλων σημαντικών αστικών κέντρων, αποδεικνύοντας ότι είναι πολιτικά θνητός».
«Η πανδημία του κοροναϊού φέτος ενέτεινε τις πιέσεις στη οικονομία, η οποία παραπαίει. Η επιτυχία του Ερντογάν έχει περισσότερο να κάνει με την ώθησή του στην ισχυρή οικονομική ανάπτυξη παρά με την ισλαμιστική του αναβίωση. Η ικανότητά του να παράγει αποτελέσματα υπερισχύει της ταυτοτικής πολιτικής, πράγμα που ισχύει διπλά τώρα που οι Αρχές των δήμων που ελέγχουν οι εχθροί του τα πήγαν καλύτερα από την κυβέρνηση στη διαχείριση της κρίσης της Covid-19».
Στο ίδιο δημοσίευμα τονίζεται: «Το διάταγμα για την Αγία Σοφία πέρα από τον θρησκευτικό σωβινισμό σχεδιάστηκε για να συσπειρώσει τους ακροδεξιούς εθνικιστές, από τους οποίους εξαρτάται ολοένα και περισσότερο ο Ερντογάν. Προβλέποντας την κατακραυγή από το εξωτερικό, από τον Πάπα Φραγκίσκο μέχρι τον Πατριάρχη Κύριλλο της Ρωσίας, από την UNESCO μέχρι την Ευρωπαϊκή Ενωση, τον Λευκό Οίκο και το Κρεμλίνο ο Ερντογάν είχε έτοιμη την απάντηση: ”Εσείς ή εμείς κυβερνάμε την Τουρκία”;».
Στο ίδιο άρθρο σημειώνεται πως «το μήνυμά του αυτό έχει περιορισμένη αξία στην Τουρκία και δεν πρόκειται να τον κάνει αγαπητό στους ισχυρούς φίλους του, όπως ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Ντόναλντ Τραμπ, που θα στηριχθεί στις ψήφους των ευαγγελιστών Χριστιανών τον Νοέμβριο για να ανανεώσει τη θητεία του. Στην Ευρώπη, αν ήταν ήδη ετοιμοθάνατη η προσπάθεια της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ, το διάταγμα για την Αγία Σοφία πιθανώς θα είναι το πιστοποιητικό θανάτου της», υπογραμμίζεται.
Το παράδειγμα της Ιερουσαλήμ και της μισαλλοδοξίας στην Ινδία
Επίσης, το κείμενο των FT κάνει και μια αναδρομή στην ιστορία του ναού της Αγίας Σοφίας -από την ανέγερσή της το 537 μ.Χ μέχρι τη μετατροπή της σε τέμενος μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και σε μουσείο το 1934 από τον Κεμάλ Ατατούρκ- σε μια κίνηση που προϊδέαζε για το κοσμικό μέλλον της Τουρκίας.
«Εν μέρει για να στραφεί μακριά η προσοχή από το πώς άδειασε η Οθωμανική Αυτοκρατορία που κατέρρεε την Τουρκία από Χριστιανούς με τις μαζικές σφαγές Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων», σημειώνεται.
Παρατίθενται συγκριτικά άλλα παραδείγματα: από τη μία εκείνο της Ιερουσαλήμ, όπου ορισμένοι μουσουλμάνοι επικυρίαρχοι επέδειξαν στο διάβα των αιώνων ανοχή στις άλλες θρησκείες και οι ισραηλινές Αρχές κάνουν το ίδιο σήμερα απαγορεύοντας τις μη μουσουλμανικές προσευχές μέσα στο Χαράμ αλ-Σαρίφ, όπου βρίσκονται ο Θόλος του Βράχου, και το τέμενος Αλ Άκσα -τρίτη ιερότερη τοποθεσία του Ισλάμ.
Και από την άλλη αναφέρεται ως παράδειγμα μισαλλοδοξίας εκείνο ενός τζαμιού στην Αγιοντία της βόρειας Ινδίας, που κατέστρεψαν το 1992 φανατικοί ινδουιστές του κυβερνώντος κόμματος Μπαρατίγια Τζανάτα, ισόβιο μέλος του οποίου είναι ο νυν πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι. Το Ανώτατο Δικαστήριος της Ινδίας άναψε πέρυσι το πράσινο φως για την ανέγερση ενός ινδουιστικού ναού στα ερείπια του τεμένους αυτού.
«Για να κατανοήσουμε την 15η Ιουλίου, πρέπει να καταλάβουμε τι σημαίνει η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, την οποία υπενθυμίζουμε για άλλη μια φορά με το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας για προσευχή», είπε με νόημα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο διάγγελμά του, με αφορμή την 4η επέτειο της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι θα απογοητευτούν όσοι νομίζουν ότι θα διαμελίσουν τη σύγχρονη Τουρκία, όπως έγινε και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.