Τους λόγους που η πορεία της επιδημίας του κοροναϊού στα αστικά κέντρα και δη την Αττική ανησυχεί τους επιστήμονες εξηγεί ο καθηγητής παθολογικής φυσιολογίας των λοιμώξεων ΕΚΠΑ, Νίκος Σύψας.
Το Λεκανοπέδιο, συγκεντρώνει πολλούς παράγοντες κινδύνου: Μεγάλο αριθμό τουριστών, έντονο συγχρωτισμό και συναθροίσεις σε μπαρ, πυκνοκατοικημένους δήμους όπου ο ιός μπορεί να μεταδοθεί πιο εύκολα σε σχέση με μια αραιοκατοικημένη περιοχή της Ελλάδας.
Σε κάθε περίπτωση, η επίπτωση των συναθροίσεων, των φαινομένων συγχρωτισμού και της χαλάρωσης στην τήρηση των μέτρων προστασίας που παρατηρούνται στην Αττική, θα φανούν σε διάστημα δέκα έως 15 ημερών.
«Περιμένουμε έως το τέλος του μήνα να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα επιδημιολογικά δεδομένα», αναφέρει στο eleftherostypos.gr ο κ. Σύψας, προσθέτοντας ότι τα υποψήφια μέτρα στο τραπέζι σε περίπτωση αύξησης των κρουσμάτων είναι πολλά και δεν αποκλείεται τίποτα τις επόμενες εβδομάδες.
Όσον αφορά στο γιατί οι λοιμωξιολόγοι και οι υπόλοιποι ειδικοί που παρακολουθούν την επιδημία εστιάζουν περισσότερο στα εγχώρια κρούσματα σε σχέση με τα εισαγόμενα, ο λόγος είναι ότι τα τελευταία είναι γνωστά, μπορούν να απομονωθούν και να ιχνηλατηθούν. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει φόβος και για τα εισαγόμενα, οι εισροές των οποίων προφανώς πρέπει να κινούνται σε λελογισμένα επίπεδα, αλλιώς εάν ξεφύγουν, θα ακολουθήσουν μέτρα και στις πύλες εισόδου της Ελλάδας.
Τα αστικά κέντρα είναι αυτά που θεωρείται ότι συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο αριθμό «ορφανών» κρουσμάτων κοροναϊού, κάτι αναμενόμενο κατά τον κ. Σύψα.
Αυτό που έχει χτυπήσει «καμπανάκι» είναι το γεγονός ότι η κινητικότητα αυτών των περιστατικών έχει αρχίσει να είναι έντονη. Αυτά είναι άλλωστε που καθορίζουν το δείκτη μετάδοσης, το γνωστό “R” το οποίο ακόμη είναι αρκετά χαμηλότερα του ενός (0,4), σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν κατά τη χθεσινή 9η έκθεση του παρατηρητηρίου Covid-19.