Την ώρα που κάτοικοι της Κέρκυρας έκαναν συγκέντρωση διαμαρτυρίας κατά της νέας, φιλόδοξης, τουριστικού ενδιαφέροντος επένδυσης στα βόρεια του νησιού, μια άλλη «συγκέντρωση» γινόταν στο Twitter με λέξεις που ξεκινούσαν με στερητικό «α». Την αρχή έκανε ο βρετανός επιχειρηματίας και μόνιμος κάτοικος Ελβετίας Ναθάνιελ Ρότσιλντ χαρακτηρίζοντας τον έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ως «ανόητο» που υποστηρίζει την εν λόγω επένδυση. Τη σκυτάλη πήραν εν συνεχεία όσοι διάβασαν την ανάρτηση σχολιάζοντάς τη στο Διαδίκτυο ως «απρεπή», «απαράδεκτη» και «αγενή».
Το «εκρηκτικό τιτίβισμα» του επιχειρηματία ο οποίος δραστηριοποιείται κυρίως στον κλάδο της βιομηχανίας που συνδέεται με προϊόντα τηλεπικοινωνιών, μεταφοράς δεδομένων και προϊόντων ισχύος και είναι ο μοναχογιός του τραπεζίτη, λόρδου Τζέικομπ Ρότσιλντ (του πλουσιότερου μέλους του βρετανικού κλάδου της οικογενείας, που ούτως ή άλλως συγκαταλέγεται στις πλέον εύπορες του πλανήτη), προκάλεσε η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του Kassiopi Project.
Πρόκειται για επένδυση σε μια έκταση 500 στρεμμάτων στην περιοχή Ερημίτης της Κασσιόπης στη Βόρεια Κέρκυρα, στην οποία προβλέπεται να δημιουργηθεί ξενοδοχείο, ανεξάρτητες κατοικίες και μαρίνα με δυνατότητα φιλοξενίας 60 σκαφών. Ο Νατ Ρότσιλντ, όπως τον αποκαλούν συνήθως, πέραν της προσωπικής επίθεσης στον έλληνα Πρωθυπουργό, έριξε τα πυρά του και κατά της επένδυσης χαρακτηρίζοντάς τη «απόλυτη περιβαλλοντική καταστροφή» που οδηγεί την Κέρκυρα πίσω στη μαζική ανάπτυξη τύπου δεκαετίας του ’70 με «μηδενική προσφορά στην τοπική οικονομία».
Τι προκάλεσε όμως την οργή του Νατ Ρότσιλντ σε βαθμό που να την εκφράσει με τόσο ακραίο τρόπο, και μάλιστα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Η επίμαχη ανάρτηση σε πρώτη ανάγνωση αντιμετωπίστηκε ως πολιτική παρέμβαση που εξέφραζε με άκομψο τρόπο τη στήριξη των Ρότσιλντ προς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, συνδέοντας το τωρινό γεγονός με τις επαφές που είχε κάνει ο Αλέξης Τσίπρας, ενώ ήταν πρωθυπουργός, στο Παρίσι εν κρυπτώ με εκπροσώπους της επενδυτικής τράπεζας, την οποία ελέγχει κυρίως το γαλλικό σκέλος της οικογένειας Ρότσιλντ. Μια τέτοια εκδοχή όμως δεν φαίνεται να ευσταθεί και προέρχεται από όσους δεν γνωρίζουν τη στενή σχέση του 49χρονου επιχειρηματία με την Ελλάδα, και δη με την Κέρκυρα, καθώς εδώ και μισό αιώνα η οικογένειά του έχει αποκτήσει μια μεγάλη έκταση με δύο επαύλεις στις Σινιές, σε απόσταση περίπου 5 χλμ. από την περιοχή που ξεκινά η νέα επένδυση.
Διακοπές με τον Γκίκα
Πώς βρέθηκε όμως ο πατέρας του Νατ, λόρδος Τζέικομπ Ρότσιλντ, να αγοράσει σπίτι στην Κέρκυρα, από το οποίο έχουν περάσει προσωπικότητες όπως ο σπουδαίος βιολονίστας και διευθυντής ορχήστρας Γεχούντι Μενουχίν ή ο εκ των κορυφαίων του κλασικού χορού στον 20ό αιώνα Ρούντολφ Νουρέγεφ; Πίσω από την επιλογή βρισκόταν ο αρχιτέκτονας, ζωγράφος και ακαδημαϊκός Νίκος Χατζηκυριάκος – Γκίκας, ο οποίος και ήταν παντρεμένος σε δεύτερο γάμο με τη μητέρα του Τζέικομπ, Μπάρμπαρα. Βαθιά πληγωμένος από την ολική καταστροφή του σπιτιού – καταφυγίου του στην Υδρα από πυρκαγιά, το 1961, δεν είχε καταφέρει να βρει ένα νέο απάγκιο εκτός Αθηνών. Το καλοκαίρι του 1969, κι ενώ έκανε διακοπές στο σπίτι του στενού του φίλου, συγγραφέα, Πάτρικ Λι Φέρμορ στην Καρδαμύλη (σήμερα επισκέψιμο καθώς ανήκει στο Μουσείο Μπενάκη), ο Γκίκας με την Μπάρμπαρα, ο Τζέικομπ με τη δική του σύζυγο Σερένα και μερικοί ακόμη φίλοι επιβιβάστηκαν σε ένα γιοτ με προορισμό την Κέρκυρα.
«Στη βόρεια πλευρά του νησιού διέκριναν ένα κτήµα στις Σινιές, µια πανέµορφη πλαγιά µε θέα στο γραφικό λιµανάκι της Κουλούρας, απέναντι από τις ακτές της Αλβανίας. ∆εν ήταν µόνο η περιοχή και η οµορφιά της φύσης που γοήτευσαν τους Γκίκα. Τα µισοερειπωµένα κτίσµατα ενός παλιού ελαιοτριβείου έγιναν η µαγική έµπνευση για τη νέα τους κατοικία. Στο τέλος του καλοκαιριού ο Τζέικομπ αγόρασε το κτήμα», παραδίδει τα γεγονότα η ιστορικός τέχνης που έχει εντρυφήσει στο έργο και στη ζωή του Νίκου Χατζηκυριάκου – Γκίκα, Εβίτα Αράπογλου, στην εξαιρετική συλλογική έκδοση την οποία έχει επιμεληθεί «Γκίκας – Κράξτον – Λι Φέρμορ, η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα» (Εκδόσεις Λεβέντειου Πινακοθήκης).
«Ο Γκίκας είχε ανάμεικτα συναισθήματα καθώς έτρεφε ακόμη έντονη νοσταλγία για την Υδρα. Η μητέρα μου ήταν ενθουσιασμένη καθώς δεν της άρεσε να ζει 12 μήνες τον χρόνο στο κέντρο της Αθήνας και το συγκεκριμένο σημείο ήταν πολύ όμορφο», θυμόταν πέρυσι το καλοκαίρι στα «ΝΕΑ» ο λόρδος Τζέικομπ Ρότσιλντ τις πρώτες εντυπώσεις τού πατριού του και της μητέρας του όταν ήρθαν πρώτη φορά σε επαφή με το κτήμα στις Σινιές, με αφορμή την απόφασή του να υλοποιήσει ένα όραμα του Γκίκα: να μεγεθύνει το ζεύγος των χάλκινων γλυπτών που είχε πλάσει σε μικρογραφία ο Γκίκας προ 70 ετών και τα οποία απεικόνιζαν τον Οδυσσέα και τη Ναυσικά, και να τα τοποθετήσει στην άκρη, κοντά στη θάλασσα, ώστε να είναι ορατά από τους ταξιδιώτες που πλέουν ανάμεσα στις ακτές της Κέρκυρας και της Αλβανίας, επί τη ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 ετών από την απόκτηση της συγκεκριμένης ιδιοκτησίας.
Εργο ζωής
Το κτήμα μετατράπηκε σε νέο επίγειο παράδεισο για το ζευγάρι και «έργο ζωής όπως τα σπίτια της Κριεζώτου και της Υδρας που περιέκλεισε την ψυχή και την αρχιτεκτονική σοφία του Γκίκα, παρόλο που το τοπίο ήταν το ακριβώς αντίθετο από της Υδρας», γράφει η Εβίτα Αράπογλου για την ιδιοκτησία στις Σινιές, για την οποία το ζεύγος τιμήθηκε με το βραβείο Europa Nostra το 1986. Διόλου περίεργο αν αναλογιστεί κάποιος ότι ο Γκίκας και η σύζυγός του διέθεσαν αρκετά χρόνια δουλειάς για να δημιουργήσουν ένα σύμπλεγμα από κτίσματα – αναστήλωσαν τα παλιά αγροτικά κτίσµατα, µετατρέποντάς τα ώστε να λειτουργούν ως άξονες του καινούργιου σπιτιού -, κήπους και αυλές, που αναδείχθηκε σε τόπο δημιουργίας, ξεκούρασης και φιλοξενίας, σε έναν χώρο που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα σηµαντικότερα δείγµατα αρχιτεκτονικής και καλλιτεχνικής δηµιουργίας του Χατζηκυριάκου – Γκίκα.
«Μόλις διάβαινες τη µεγάλη κεντρική πύλη – ένα σύµπλεγµα χτισµένο µε ανεστραµµένες καµπύλες και στολισµένο µε παραστάδες – αντιλαµβανόσουν διάχυτο το “επτανησιακό περιβάλλον”, µια πρωτότυπη γραφή, ένα κράµα παραδοσιακής και λόγιας αρχιτεκτονικής», περιέγραφε χαρακτηριστικά ο αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Μυλωνάς τη συνολική κτιριακή σύλληψη που βασίζεται στις εσωτερικές αυλές, σχεδόν διπλάσιες από τους εσωτερικούς χώρους.
Τα μωσαϊκά
Από τα πιο χαρακτηριστικά και εντυπωσιακά στοιχεία του σπιτιού είναι τα εξαίσια µωσαϊκά δάπεδα, σχεδιασµένα από τον Γκίκα. Τεράστιες συνθέσεις από πλαγιαστά και όρθια βότσαλα – άλλα άσπρα ή µαύρα και πού και πού χρωµατιστά, γαλάζια από την Κέρκυρα και κοκκινωπά από την Αθήνα, μαζί με λαξευτούς ασβεστόλιθους, παλιά τούβλα, µικρά κάτασπρα χαλίκια που σχηματίζουν ρόμβους, τόξα, ψαροκόκαλα, ηµικύκλια και παραδοσιακά µοτίβα.
«Επιµελήθηκα όλο το τοπίο, ώστε να γίνει ένα σπίτι κι ένας αισθητικός χώρος στο κερκυραϊκό βενετσιάνικο στυλ των περασµένων αιώνων. Η γυναίκα µου µε βοήθησε, µε το γούστο και µε το ένστικτό της, σε πολλά πράγµατα και η εσωτερική διακόσµηση είναι όλη δική της. Ο πρόγονός µου (σ.σ.: ο Τζέικομπ Ρότσιλντ) µε βοήθησε, µε την αγάπη του για το µέρος, την προθυµία του και τις συλλογές του από ελληνικούς πίνακες της Επαναστάσεως και των Ιονίων Νήσων», έλεγε ο ίδιος ο Γκίκας για τους γεμάτους χώρους µε σπάνια αντικείµενα. Ανάμεσά τους καρέκλες και κοµόντες εποχής Biedermeier, καθρέφτες, τζάκια µε ηπειρώτικα σχέδια, κεντήµατα, σαµιώτικα ζωγραφισµένα πιάτα, ενθύµια από ταξίδια, θησαυροί της θάλασσας και βέβαια έπιπλα που ζωγράφισε ο Γκίκας, πλάι στους πίνακες, τις υδατογραφίες και τις γκραβούρες με υπογραφές όπως των Αγγελου Γιαλλινά, Εντουαρντ Λιρ, Τζόζεφ Καρτράιτ και θέµατα εµπνευσµένα από τα Ιόνια Νησιά ή από την Ελληνική Επανάσταση.
Ποια θα ήταν τα καταλληλότερα λόγια αν ήθελε κάποιος να περιγράψει το κτήμα με τον κατάφυτο ελαιώνα, τα κατηφορικά µονοπάτια µε τα δεντρολίβανα και τις άγριες λεβάντες, τα πανύψηλα δέντρα, τις µιµόζες, τα γιασεµιά και τις τριανταφυλλιές, τις βαθιές πεζούλες, τα παρτέρια και τις µαρµάρινες πηγές; Δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερα από εκείνα που χρησιμοποιούν οι κατά καιρούς καλεσμένοι του: σκηνικό από το «Ονειρο καλοκαιρινής νυκτός».