Από τα Εξάρχεια ξεκίνησαν σχεδόν τα πάντα: Η πρώτη φοιτητική κατάληψη της Νομικής στα τέλη του 19ου αιώνα, τα καλλιτεχνικά ρεύματα, οι ριζοσπαστικές ιδέες, που μπορούσαν να διακινηθούν (πιο) ελεύθερα, η μεγαλύτερη μάχη των Δεκεμβριανών, το Πολυτεχνείο, το Δεκέμβρη του 2008. Μία από τις παλαιότερες γειτονιές της Αθήνας παλεύει με τη δυσφήμιση, την ακμή ή την παρακμή, την καταστολή και την ίδια την Ιστορία σχεδόν ενάμιση αιώνα τώρα. Υπήρξε και είναι ακόμα κομμάτι της προπαγάνδας, από τα… πολύκροτα «στενά των Εξαρχείων», ως και τώρα, στην πρωτάκουστη και δυσνόητη απόφαση της απαγόρευσης εισόδου (;) στην περιοχή των Θωμά Λάλου και Αλέξανδρου Τιτκώβ, θύματα και οι δύο αστυνομικής βίας.
Ο Δράκουλας των Εξαρχείων
Η περιοχή πάντοτε θεωρούταν «μποέμ» -σε σημείο να χαρακτηριστεί «Μονμάρτη της Αθήνας» από την Κατερίνα Παπακώστα (πρώην υφυπουργό ΠΡΟΠΟ), ένας χαρακτηρισμός μάλλον αστείος. Τα Εξάρχεια, εξάλλου, είχαν πάντοτε το ταλέντο να αυτοσαρκάζονται μέσα από τους καλλιτέχνες τους και την pulp κουλτούρα της κάθε εποχής.
Βέβαια, τα τελευταία χρόνια, με τη δυναμικότερη εμφάνιση της προπαγάνδας το 2009, ένα χρόνο αργότερα από την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, τα Εξάρχεια άρχισαν μία διαρκή κατηφόρα προς την παρακμή τους. Η στιγματοποίηση ολόκληρης της περιοχής έγινε, βεβαίως, μέσα του χαρακτηρισμού της ως μήτρα εγκλημάτων: Οι «κουκουλοφόροι», που παρουσιάστηκαν σαν ορδές βαρβάρων κατακτητών με σκοπό να διαταράξουν την ευμάρεια της αθηναϊκής κοινωνίας, η οποία ναι μεν ρημαζόταν από την κρίση, αλλά τουλάχιστον δεν ήταν αναρχική.
Ο αληθινός Δράκουλας των Εξαρχείων, όμως, ήταν τα ναρκωτικά. Τα ναρκωτικά «μεταφέρονται», είναι κινητές μονάδες αλλοίωσης μίας περιοχής. Όπου πηγαίνει η διακίνηση, εκεί θα φτάσει και ο χρήστης και κατ’ επέκταση το οργανωμένο έγκλημα. Για μία γειτονιά που κυρίως το 2009 είχε σε κάθε της γωνία ΜΑΤ, τα ναρκωτικά –παραδόξως- ήταν μία επιχείρηση που ανθούσε κάτω από τη μύτη της αστυνομίας. Συχνότατα, δίπλα στη μύτη της αστυνομίας. Κι ενόσω τα ΜΑΤ έκανα προσαγωγές σε ανθρώπους που κατευθύνονταν προς κάποια διαδήλωση, βλέπαμε σχεδόν δίπλα τους λιωμένους εφήβους από την ηρωίνη, οι οποίοι, προφανώς, δεν αποτελούσαν κάποιο πρόβλημα.
Η μαφία
Στις 24 Νοεμβρίου του 2013 δολοφονήθηκε εν ψυχρώ ο Edvis Cacaj στη συμβολή Θεμιστοκλέους και Κωλέττη. Το θύμα ανήκε σε αντίπαλη συμμορία διακίνησης ναρκωτικών και ελέγχου της περιοχής και από την έρευνα της αστυνομίας αποκαλύφθηκε πως την εντολή είχε δώσει ο Ledion B.
Το θύμα ήταν οπλισμένο με καλάσνικοφ, πιστόλι και περίστροφο. Τρία χρόνια πριν, το 2010, είχε γίνει μία μεγάλη επιχείρηση αό τη συνέλευση κατοίκων της περιοχής ώστε να διώξουν «τα ναρκωτικά από την πλατεία». Ουσιαστικά, επανοικειοποιήθηκαν τον χώρο οργανώνοντας δραστηριότητες για παιδιά, μετατρέποντάς στον σε παιδική χαρά, κάνοντας προβολές ταινιών κλπ. Το εγχείρημα θα ήταν επιτυχημένο, αν είχε καταφέρει να διαρκέσει. Για λίγο, ωστόσο, έδωσε ανάσα στην περιοχή.
Το 2016 δολοφονήθηκε ακόμα ένα μέλλος συμμορίας, αυτήν την φορά της συμμορίας στην οποία ανήκε ο Ledion B. Πρόκειται για τον διαβόητο «Χαμπίμπι», ο οποίος είχε κατηγορηθεί, εκτός από διακίνηση και για επιθέσεις στην πλατεία, μεταξύ των οποίων παρενοχλήσεις γυναικών. Τη δολοφονία του «Χαμπίμπι» ανέλαβε μία ομάδα που παρουσιάστηκε ως «Ένοπλη Ομάδα Πολιτοφυλάκων» που, όμως, δεν εμφανίστηκε ξανά.
Οποία σύμπτωση, όσο συνέβαινε η ένοπλη μάχη των συμμοριών, η χρήση των ναρκωτικών «μεταφερόταν» σε κομβικά σημεία: Πίσω από το Πολυτεχνείο αρχικά και λίγο αργότερα, όταν ξεκίνησαν οι φοιτητικές καταλήψεις για το νόμο Διαμαντοπούλου, οι χρήστες εμφανίστηκαν και στην περιοχή του Πρυτανείας του ΕΚΠΑ, κυρίως μπροστά από το πάρκο της Νομικής Σχολής.
Η στεγαστική κρίση
Το εγχείρημα της αλλαγής της ταυτότητας μίας περιοχής με σκοπό την οικονομική της εκμετάλλευση, γνωστό ως “gentrification” συμβαίνει στην Αθήνα περίπου τέσσερις δεκαετίες τώρα. Αρχικά, ήταν το Γκάζι, όταν στα μέσα του 1990 εκδιώχθηκαν οι Ρομά κάτοικοι και ξεκίνησαν να μετατρέπονται οι παρατημένες βιοτεχνίες σε «εναλλακτικά» κλαμπ, μπαρ, λοφτ. Μια ολόκληρη βιομηχανική αισθητική που σύντομα «μετακόμισε» στο διπλανό Κεραμεικό, τη συνοικία που επιχείρησε να μετατραπεί στο αθηναϊκό Γουίλιαμσμπεργκ, το κέντρο των πολιτιστικών και κοινωνικών εξελίξεων που βρίσκεται στ Μπρούκλιν.
Αλλά, τελικά, δε γίναμε Μπρούκλιν. Το κόλπο των ναρκωτικών είναι μία πατέντα αρκετά παλιά, χωρίς αυτό να την καθιστά και επιτυχημένη. Αν για λίγο ο Κεραμεικός κατάφερε να γίνει το χίπστερ κέντρο της αθηναϊκής ζωής, η πραγματικότητα ήταν πολύ διαφορετική και σύντομα έκανε την εμφάνισή της: Δίπλα στα «κοκτεηλάδικα» σέρνονταν χρήστες. Και τα αυξημένα ενοίκια, η αγοραστική αξία της γης, άρχισε ξανά να πέφτει, αφού πρώτα εξαγοράστηκε σε τιμή κέρδους από κυρίως κινέζους επιχειρηματίες.
Με την εμφάνιση του airbnb, η Αθήνα ήρθε αντιμέτωπη, και εξακολουθεί να είναι, με μία πρωτόγνωρη στεγαστική κρίση. Η αγοραστική αξία της γης καθορίστηκε πια από την ανταγωνιστική (και αφορολόγητη) επιχειρηματικότητα των ιδιοκτητών στέγης. Υποχρεώνοντας τους ενοικιαστές να εγκαταλείψουν, ώστε να μετατρέψουν τα σπίτια τους σε υπενοικιαζόμενα διαμερίσματα, άλλοι ιδιοκτήτες ανέβαζαν τις τιμές των ενοικίων σε δυσθεώρητα ύψη. Έτσι, είδαμε σπίτια σε τουλάχιστον μέτρια κατάσταση να φτάνουν να ενοικιάζονται για κάτι λιγότερο από τον βασικό μισθό.
Νομοτελειακά, ξεπουλήθηκαν και πολλά ακίνητα. Το ίδιο συνέβη και στα Εξάρχεια. Κι αν άλλες περιοχές, όπως το Παγκράτι, δεν έπρεπε να «αποδυναμωθούν» για να μπορέσουν να εκποιηθούν, τα Εξάρχεια αποτελούσαν πρόβλημα.
Έτσι, ξεκίνησε η Μεγάλη Παρακμή της γειτονιάς – φιλέτο. Μάλιστα, η αγοραστική αξία της γης δε χρειάστηκε καν το μετρό στη στάση «Πολυτεχνείο», που οι κάτοικοι εξαρχής δεν το ήθελαν και τελικά δεν υπήρξε και λόγος να γίνει.
Ο διπλός ρόλος των Εξαρχείων
Η προπαγάνδα εναντίον των Εξαρχείων εξυπηρέτησε δύο κύριους σκοπούς: Καλλιέργησε έναν ανύπαρκτο εσωτερικό εχθρό, δηλαδή τους θεωρητικά τρομοκράτες αναρχικούς και έστρεψε το βλέμμα από τα πραγματικά προβλήματα της περιοχής στην οργάνωση της γειτονιάς όπως θα εξυπηρετούσε καλύτερα την οικονομική της αλλαγή.
«Θα καθαρίσουμε τα Εξάρχεια» ήταν ένα από τα κεντρικά στοιχεία της προεκλογικής καμπάνιας. Θα τα καθάριζαν, εμμέσως αλλά σαφώς, από την τρομοκρατία. Το θέμα είναι ότι τα Εξάρχεια δεν «καθάρισαν» ποτέ από την πραγματική τρομοκρατία, τη μοναδική τρομοκρατία της περιοχής: Τις συμμορίες των ναρκωτικών.
«Καθάρισαν», όμως, από τρομοκρατικά βιβλία, που βρίσκονταν στην πλατεία σε μία απόπειρα να μπορέσει να προσφέρει και κάτι άλλο εκτός από ναρκέμπορες, ή τρομοκρατικά γυναικόπαιδα, τα οποία είχαν βρει στέγη σε καταλήψεις σπιτιών υπό την προστασία συλλογικοτήτων.
Κατά τα λοιπά, η καθαριότητα των δρόμων, η επισκευή των επικίνδυνων πεζοδρομίων και η επιχείρηση κατά των ναρκωτικών δεν εμφανίστηκαν στην περιοχή. Εμφανίστηκαν airbnb και πολλή Αστυνομία, αλλά -φευ!- για τους λάθος λόγους.
Λύσεις υπάρχουν
Λύση για τα Εξάρχεια υπάρχει κι αυτή είναι η καταπολέμηση της πραγματικής εγκληματικότητας. Οι κάτοικοι δε θέλουν ναρκωτικά στη γειτονιά τους. Ούτε να βλέπουν τη γειτονιά να γίνεται δυσπρόσιτη ειδικά για τους νέους, τους χαμηλόμισθους ή τους φοιτητές που πάντοτε έφερναν ενδιαφέρουσες αλλαγές στη ζωή της γειτονιάς.
Η πρόσφατη απόφαση του αποκλεισμού των Λάλου και Τιτκώβ από την περιοχή ίσως μπει στο αρχείο των ανεκδιήγητων αποφάσεων, ίσως στο μέλλον να αποτελεί και αστείο «ενδοεξαρχειακό». Φανερώνει μία πρόθεση, ωστόσο. Η πρόθεση αυτή δεν έχει σαν στόχο την αναβάθμιση της περιοχής, δηλαδή της ποιότητας της ζωής σε αυτήν. Κι έτσι, τα Εξάρχεια συνεχίζουν, αποδυναμωμένα πια, να παίζουν τον ρόλο του αόρατου εσωτερικού εχθρού.