Τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε στην Ελλάδα με το αεροπλάνο του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν και ορκίστηκε πρωθυπουργός έχοντας στα χέρια του ένα ισχυρό πολιτικό χαρτί, τη σχέση εμπιστοσύνης και φιλίας με τον Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Τα επόμενα χρόνια, ο Καραμανλής θα χτίσει μια σχέση στρατηγικής σημασίας με τη Γαλλική Δημοκρατία που εξελίχθηκε σε μια μορφή πολιτικής συμμαχίας την οποία συνέχισαν οι Ανδρέας Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Κώστας Σημίτης και συνεχίζει σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η συμμαχία αυτή είναι συνδεδεμένη με την πορεία της χώρας προς την ΕΟΚ και χαρακτηρίζεται από τους ιστορικούς σταθμούς της σύνδεσης το 1961, της ένταξης το 1979 και της ένταξης στην ευρωζώνη το 2001.
Από τη στενή σχέση με τη Γαλλία η χώρα μας ωφελήθηκε πολλαπλώς στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τον καθοριστικό ρόλο του προέδρου Ολάντ για να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη και στην ΕΕ, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ οδηγούσε το καλοκαίρι του 2015 την Ελλάδα εκτός ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Λίγο πριν από την κρίση της πανδημίας, Εμανουέλ Μακρόν και Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσαν στο Παρίσι μια νέα στρατηγική εταιρική σχέση που συνδέεται με την αναζήτηση ευρωπαϊκής κυριαρχίας στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Μάλιστα επρόκειτο να υπογραφεί η σχετική συμφωνία στο Παρίσι πριν από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών. Η πρωτοβουλία Μητσοτάκη – Μακρόν, αν υλοποιηθεί, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί αφορά δυο χώρες των οποίων οι σχέσεις είναι ήδη εκτεταμένες. Προφανώς θα αφορά και μέτρα αντιστάθμισης κινδύνου απέναντι στην αστάθεια που προκαλεί στη Μεσόγειο η Τουρκία. Γαλλία και Ελλάδα σε αντίθεση με την Ιταλία και την Ισπανία που έχουν ειδικά συμφέροντα στην Τουρκία είναι οι μόνες μεσογειακές χώρες της ΕΕ που μπορούν να χαράξουν μια στρατηγική συνεργασία για την ασφάλεια στη Μεσόγειο, με έμφαση στη διαμόρφωση ευρωπαϊκής κυριαρχίας.
Με τη Μεσόγειο να έχει εξελιχθεί σε έναν «κύκλο φωτιάς» με επίκεντρο τη Λιβύη, όπου η Τουρκία συνεχίζει να παραβιάζει τους όρους της συμφωνίας του Βερολίνου, ο Εμανουέλ Μακρόν συνεχίζει να υποστηρίζει ότι: «Η Ευρώπη πρέπει να προβεί σε μια ενδελεχή εξέταση των ζητημάτων ασφάλειας στη Μεσόγειο και να προασπίσει την κυριαρχία της.
Ας μην αφήσουμε την ασφάλειά μας στη Μεσόγειο στα χέρια άλλων παραγόντων. Για μία ακόμη φορά θέλω να εκφράσω την πλήρη αλληλεγγύη της Γαλλίας προς την Κύπρο και την Ελλάδα απέναντι στις τουρκικές παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων τους. Δεν πρέπει να δεχτούμε να απειλείται ο θαλάσσιος χώρος ενός κράτους – μέλους της ΕΕ».
Εδώ έχει ενδιαφέρον ο σχολιασμός της πρόσφατης δήλωσης Μακρόν από την πλευρά του τούρκου υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου: «Η Γαλλία έχασε την ουδετερότητά της».
Δείχνει να αντιλαμβάνεται πως η αναζήτηση και δρομολόγηση της απαραίτητης ευρωπαϊκής κυριαρχίας θα εξαρτηθούν από τις εξελίξεις στη Μεσόγειο, βλέπει δηλαδή το «δέντρο», αλλά συνεχίζει να μη βλέπει το «δάσος» που είναι η ευρωπαϊκή ενότητα ως μια συμμαχία οικονομική, νομισματική, πολιτική και εν τέλει στρατιωτική, έστω και μέσω διαφορετικών ταχυτήτων ενοποίησης.
Η δήλωση Τσαβούσογλου δείχνει και τον πολιτικό εγκλωβισμό της Τουρκίας μπροστά σε ένα κομβικό δίλημμα. Ή θα σεβαστεί την Ευρώπη ή θα την υπονομεύσει και θα την πολεμήσει.