Θυμάται ακόμη το βαθύ μπλε τη στιγμή που είχε χάσει τελείως τις αισθήσεις του. Επανήλθε χάρη σε έναν άνθρωπο που τον πέρασε για ξύλο στη θάλασσα και έτρεξε να το πάρει. Κάθε φορά που ο διάσημος καρδιοχειρουργός τον συναντά λέει «Θεέ, υπάρχεις»
Για να αντεπεξέλθει κανείς στη δουλειά σας εκτός από την ιδιότητα του καλού επιστήμονα ποια άλλα χαρακτηριστικά χρειάζεται να διαθέτει;
Αυτό είναι μια πολύ καίρια ερώτηση. Οταν ξεκίνησα την καρδιοχειρουργική, δεν υπήρχε στην Ελλάδα και το 80% των ασθενών πήγαινε στο Λονδίνο για να χειρουργηθεί. Ο τομέας αυτός δεν βρισκόταν στα σημερινά επίπεδα που περνάει στιγμές δόξας. Πριν από 10 χρόνια μάλιστα είχε φτάσει σε επίπεδα σταρ σίστεμ. Εκανα αυτή τη δουλειά με πάθος και κάτω από τη σκέψη ότι δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Πάω στην Αμερική και ανακαλύπτω ότι για να ασχοληθείς σοβαρά με την καρδιοχειρουργική θα πρέπει να κάνεις γενική χειρουργική – ειδικότητα που είχα ήδη κάνει στην Ελλάδα. Στην Αμερική σού την αναγνωρίζουν μόνο αν την έχεις κάνει εκεί, ή στον Καναδά ή στο Πουέρτο Ρίκο – γιατί τη θεωρούν 51η πολιτεία τους, όχι για το επίπεδο των σπουδών. Ισως να είμαι από τους πιο ταλαιπωρημένους ανθρώπους του κόσμου από πλευράς ειδικότητος, αφού έχω στην πλάτη μου 12 χρόνια.
Είχατε όπως μου είπατε πάθος.
Και τρέλα. Αν ασκήσεις αυτό το επάγγελμα για χρήματα, για καριέρα, για δόξες, για τιμές έχεις ήδη αποτύχει. Η καρδιοχειρουργική θέλει τη φλόγα της αφοσίωσης και της προσφοράς. Ολα τα άλλα θα σε ξεφτιλίσουν γρήγορα.
Ιδιωτικό σύστημα υγείας και δημόσιο σύστημα υγείας. Στο πρώτο όπως μου είπατε δημιουργείται ένα σταρ σίστεμ.
Πάω, μετά την επιστροφή μου από την Αμερική, σε τρία δημόσια νοσοκομεία και ζητάω να δουλέψω. Ενα μόνο είχε θέση και μου είπε ότι θα μου έδινε θέση Επιμελητού Β’. Θα πω ένα παράδειγμα: έρχεσαι εκπαιδευμένος από τη NASA και σου λένε ότι υπάρχει θέση ανθυποσμηναγού στη Λάρισα. Πας; Οχι. Το 1991 που επέστρεψα και που δεν υπήρχε καμία θέση στον δημόσιο τομέα, βρήκα ανταπόκρισή από το Υγεία. Ο ιδιωτικός τομέας μού παρείχε χειρουργεία και αγκαλιά. Κάτι που δεν έκανε το Δημόσιο. Εμένα όπου και να με βάλεις το ίδιο καλός ή κακός θα είμαι. Το νοσοκομείο όπου εργάζομαι μου έδωσε την ευκαιρία να συγκεντρώνομαι, επειδή υποτίθεται είναι για τους πλούσιους, πιο πολύ στους μη προνομιούχος.
Με ποιον τρόπο;
Σε οικονομικό και σε ανθρώπινο επίπεδο. Προχθές ήρθε ένας ηλικιωμένος, τον σταματάει ο άνθρωπος της ασφάλειας και τον ρωτάει πού πάει. Του απαντάει «να χειρουργηθώ στον Παττακό. Δεν έχω κανέναν στον κόσμο». Τον πήρε ο επικεφαλής της ασφάλειας, του βρήκε αίμα, χωρίς να έχει δώσει κανείς και τον χειρουργήσαμε με αγάπη, δίνοντάς του μάλιστα διπλάσια παροχή υπηρεσιών, γιατί είναι ένας άνθρωπος μόνος στον κόσμο. Ο ιδιωτικός τομέας μού εξασφάλισε τη δυνατότητα να είμαι πιο κοντά στον μη έχοντα και κατέχοντα. Ας μην αναλύσουμε τα οικονομικά, γιατί δεν θα είναι υπέρ του Δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα.
Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που συζητάτε με τον ασθενή σας;
Του λέω μια βασική αλήθεια: «Στην καρέκλα όπου κάθεσαι έχω καθίσει κι εγώ για μένα, για τη γυναίκα μου, για την κόρη μου, για τον γιο μου». Λέω πάντα «πρώτα θα κάνουμε την εγχείρηση και τα οικονομικά θα περάσουν σε δεύτερη μοίρα».
Δημιουργούν παραζάλη η δόξα και το χρήμα;
Ναι βέβαια. Οσο λιγότερο πατάς στη γη τόσο περισσότερο θεωρείς ότι η δόξα και το χρήμα σού δίνουν κάτι. Μέχρι που έρχεται η στιγμή που καταπέφτουν όλα αυτά, γίνονται ένα τίποτα και παίρνεις το μάθημα σου. Ερχεται ένας κορωνοϊός και σου υπενθυμίζει ότι τελείωσαν τα λεφτά σου, τα σπίτια σου και οι δόξες σου.
Δεν είχε χτυπήσει νωρίτερα αυτό το καμπανάκι για σας;
Βέβαια. Ητανε η στιγμή που οι κοινωνικές μου υποχρεώσεις μου στέρησαν τον χρόνο να δω παιδικούς φίλους που είχαμε μεγαλώσει μαζί, την οικογένειά μου, ακόμη και τους γονείς μου. Σε αυτή δε τη δύσκολη εποχή που διανύουμε τα υλικά αγαθά μού προκαλούν αλλεργία.
Πότε νιώσατε τελευταία φορά απέχθεια;
Οδηγούσα πριν από λίγες μέρες στην Κηφισίας το αυτοκίνητό μου που είναι υπερπολυτελές – παρόλο που το ‘χω πάρει φτηνά – και σκέφτηκα «Δεν θα ήταν καλύτερα να οδηγούσα 1.000 κυβικών αυτοκίνητο και τα χρήματα να τα έχω ξοδέψει αλλού;». Το αυτοκίνητο που μου έδινε χαρά, τώρα μου δίνει τύψεις. Αν βλέπεις δίπλα σου πείνα και δυστυχία, δεν το θέλεις.
Ερχεστε καθημερινά πολύ κοντά με τον θάνατο. Πώς αναπτύχθηκε αυτή η σχέση στο πέρασμα των χρόνων;
Πολύ δύσκολη ερώτηση. Στην ιατρική ο θάνατος είναι ο κύριος αντίπαλος. Οταν είσαι νέος θεωρείς ότι είσαι τόσο δυνατός που θα τον νικάς συνέχεια. Ομως η στατιστική χειρουργική είναι αμείλικτη. Αρχίζεις και έχεις απώλειες: 2-3%. Πρέπει δηλαδή να βρεις τη δύναμη να βγεις έξω και να πεις στη μητέρα ότι «ο γιος σου δεν υπάρχει πια». Αυτό είναι μία τραγωδία που δεν περιγράφεται με λόγια. Είναι κάτι που δεν μπόρεσα να ξεπεράσω ποτέ. Ο θάνατος σε ισοπεδώνει, σε ταπεινώνει. Μπορεί να πάω στο σπίτι και για δύο μέρες να μην μπορώ να μιλήσω, να μην υπάρχω. Χθες έχασα τη σύζυγο ενός παπά. Ηρθε, έκλαιγε και ήθελε να μ’ αγκαλιάσει. Αυτό που έζησα θα προτιμούσα να μην το έχω ζήσει και να είχα απέναντί μου έναν καβγατζή που θα μου φώναζε γιατί δεν κατάφερα να σώσω τη σύζυγό του παρά την ευλογία των χεριών μου από έναν παπά.
Πιστεύετε στον Θεό;
Πάντα πίστευα και θεωρούσα ότι είμαι μικρός και υπάρχει κάτι μεγαλύτερο από μας. Συναντώ κάθε μέρα τον Θεό στη δουλειά μου. Προσεύχομαι και κάνω τον σταυρό μου πάντα πριν μπω στο χειρουργείο, στο εκκλησάκι που έχουμε στο νοσοκομείο.
Ενίσχυσε την πίστη σας η δουλειά σας;
Απολύτως. Βλέπω ένα εύκολο χειρουργείο να «φεύγει» και ένα δύσκολο να πηγαίνει πολύ καλά. Αρα πάνω από την καλή ιατρική υπάρχει και μια κατάσταση η οποία ελέγχεται από άλλα δεδομένα. Εχω έναν καλό φίλο εβραϊκής καταγωγής και χαιρετιόμαστε μεταξύ μας: «Καλημέρα, αδελφέ εν Χριστώ, Μωυσή, Αλλάχ και λοιπόν δημοκρατικών δυνάμεων».
Οι ασθενείς αλλάζουν συμπεριφορά όταν μπαίνουν στο χειρουργείο;
Οχι βέβαια. Ο,τι χαρακτήρα έχει ο καθένας θα τον βγάλει. Βλέπεις τον επιθετικό, τον θρησκευόμενο, τον άνθρωπο αγάπης, τον αλαζόνα. Δεν αλλάζουμε ως άνθρωποι ούτε μπρος στην όψη του θανάτου. Είναι πολύ δυνατά τα δομικά υλικά του «εγώ» μας.
Ποιος σας ενέπνευσε για να γίνεται καρδιοχειρουργός;
Γιατρός ήθελα να γίνω πάντα, καρδιοχειρουργός όμως είναι κάτι που μου εμφύσησε ο πατέρας μου. Το 1967 όταν έγινε η πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς έρχεται ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν αγρότης, με πιάνει από το πουκάμισο με τραντάζει την ώρα που έπαιζα με τους φίλους μου – στο χωριό Πολιχνίτος Λέσβου – και μου λέει: «Ξέρεις τι έγινε σήμερα; Ενας άνθρωπος πήρε μία καρδιά από ένα σώμα και την έβαλε σε ένα άλλο». Μείναμε εκεί και οι δύο και κοιταζόμασταν. Αυτό με καθόρισε.
Υπάρχει κάποιο χειρουργείο που δεν μπορείτε να ξεπεράσετε;
Στις 18.000 επεμβάσεις που έχω κάνει, οι είκοσι είναι αξεπέραστες. Μία απ’ αυτές ήταν ένα χειρουργείο διάσημου προσώπου. Δεν μπορούσε να γίνει κατανοητό από τους συγγενείς ότι οι ιατρικές ευθύνες ήταν μηδενικές. Αυτή ήταν η χειρότερη στιγμή στα τριάντα χρόνια πορείας μου. Αλλά η πιο δύσκολη στιγμή ήταν άλλη. Αν δεν υπήρχε η σωστή έκβαση δεν θα ήμασταν αυτή τη στιγμή εδώ για να μιλάμε.
Πότε συνέβη;
Ημουν οκτώ ετών. Τότε στο νησί δεν υπήρχε η γονεϊκή παρακολούθηση. Παίζαμε σε βάρκες, γινόμασταν πειρατές, κάναμε εξορμήσεις. Μια μέρα εκεί που περπατούσα μέσα στη θάλασσα ξαφνικά γίνεται μία απότομη βάθυνση της θάλασσας. Πανικοβλήθηκα, ήπια νερό, έχασα τις αισθήσεις μου και βρέθηκα στην τελευταία στάση πνιγμού μπρούμυτα με το κεφάλι μέσα στο νερό. Θυμάμαι ότι άρχισα να βλέπω ένα όνειρο, τελείωνε σε ένα πολύ βαθύ μπλε. Ηταν η αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα.
Πώς σωθήκατε;
Για καλή μου τύχη ήταν στο παράθυρο του σπιτιού του εκείνη τη στιγμή ο πρώτος ξάδερφος της μητέρας μου. Με βλέπει και θεωρώντας ότι είμαι ένα κούτσουρο, το οποίο θα του χρησίμευε για να φτιάξει βάρκα, τρέχει για να το πάρει μην το προλάβουν οι άλλοι. Αν ερχόταν ένα λεπτό αργότερα θα είχα πνίγει. Με παίρνει, με βγάζει έξω και με επαναφέρει στη ζωή. Χρωστάω τη ζωή μου στον Γιώργο Πασχαλή, τον ξάδερφο της μητέρας μου. Οταν τον βλέπω, τα χάνω. Λέω μέσα μου: «Θεέ, υπάρχεις».