Σε 40 χρόνια η ελληνική οικονομία έκανε «ατμό» κονδύλια ύψους 160 δισ. ευρώ από κοινοτικά προγράμματα. Θα μπορέσει τώρα, τα επόμενα επτά χρόνια να αξιοποιήσει τα 32+40 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ (2021 – 2027); Γίνεται αντιληπτό το διακύβευμα της χώρας και ως εκ τούτου το στοίχημα της πολιτικής ηγεσίας να μην απογοητεύσει την κοινωνία, και κυρίως τη νέα γενιά.
Η πρόκληση, συνεπώς, είναι διπλή: Σε τεχνοκρατικό επίπεδο να γίνει άμεση υπέρβαση των γραφειοκρατικών διαδικασιών και να αλλάξει το δυσκίνητο κανονιστικό πλαίσιο. Σε πολιτικό επίπεδο να καταρτιστεί – έως τον Οκτώβριο – ένα άρτιο σχέδιο ιεράρχησης των αναγκών και να συμπεριλαμβάνει έργα που θα δώσουν προστιθέμενη αξία και θέσεις εργασίας.
Τι λένε οι πρωταγωνιστές του εθνικού σχεδίου ανάπτυξης
Πέντε είναι τα πρόσωπα «κλειδιά», που επέλεξε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για την υλοποίηση του εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου: ο αναπληρωτής Δημοσιονομικής Πολιτικής Θόδωρος Σκυλακάκης, ο υφυπουργός στον Πρωθυπουργό Ακης Σκέρτσος, ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ Δημήτρης Σκάλκος, ο προϊστάμενος του Οικονομικού του Γραφείου Αλέξης Πατέλης και ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) Μιχάλης Αργυρού.
Αποτελούν, μεταξύ άλλων, τη γέφυρα με τους επικεφαλής των υπουργείων ενώ η εν λόγω task force θα εναρμονίσει τις προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη με τις πολιτικές προτεραιότητες, συντονίζοντας τις δράσεις και εποπτεύοντας την πρόοδο βάσει συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων.
Στο σύνολό τους τα κυβερνητικά στελέχη παρουσιάζουν το Ταμείο Ανάκαμψης ως ευκαιρία για να αλλάξει η Ελλάδα παραγωγικό υπόδειγμα, με στόχο να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.
Σε όλα αυτά είναι σαφής η στόχευση να προωθηθούν πολιτικές με κύριο στόχο την ανάκαμψη της οικονομίας μέσω της μείωσης της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών αλλά και να πραγματοποιηθούν τολμηρές μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, όπως η μεταρρύθμιση του δεύτερου πυλώνα.
Σκάλκος : Η στιγμή της ανασυγκρότησης είναι τώρα
Η πανδημία του κορωνοϊού ήρθε να διακόψει αιφνίδια και βίαια την παρατηρούμενη ανάκαμψη της οικονομίας και την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα σε όλα τα επίπεδα. Η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη νέα οικονομική κρίση, σε αντίθεση με την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009, υπήρξε ανάλογη της πρόκλησης. Η νέα δέσμη χρηματοδοτικών εργαλείων που συνθέτουν το New Generation EU, με κυριότερο το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility), είναι σε θέση όχι μόνο να συμβάλουν στην ταχύτερη ανάκαμψη της οικονομίας στη μετά Covid περίοδο, αλλά και να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που θα καλύψουν σημαντικό μέρος του επενδυτικού μας κενού και θα συμβάλουν στον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας μας. Αναζητώντας μία ιστορική αντιστοιχία θα λέγαμε ότι οι πόροι που κατανέμονται στην Ελλάδα (περίπου 32 δισ. ευρώ) σηματοδοτούν ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ, τόσο σε απόλυτους αριθμούς (οι πόροι του Σχεδίου Μάρσαλ αντιστοιχούν, σε τρέχουσες τιμές, σε λιγότερο από το μισό των σημερινών κοινοτικών κονδυλίων, αν προστεθούν σε αυτά οι πόροι του νέου ΠΔΠ 2021-2027), όσο και γιατί οι πόροι αυτοί συνοδεύονται με συγκεκριμένες προϋποθέσεις και όρους εφαρμογής.
Το «ξεκλείδωμα» των διαθέσιμων πόρων συνιστά ταυτόχρονα μία μεγάλη διαχειριστική και πολιτική πρόκληση. Σε διαχειριστικό επίπεδο καλούμαστε σε σύντομο χρόνο να υπερβούμε τις αργές γραφειοκρατικές διαδικασίες και το βαρύ κανονιστικό πλαίσιο που καταλήγει σε έλλειψη ώριμων προς χρηματοδότηση έργων. Και σε πολιτικό επίπεδο, η πρόκληση συνίσταται στην ιεράρχηση των αναγκών, στην προτεραιοποίηση των έργων με πραγματική προστιθέμενη αξία. Ισως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της απόστασης αναγκών και πραγματικών δυνατοτήτων υλοποίησης της χώρας είναι τα έργα υποδομών μεταφορών, έργα με σημαντική επίδραση στο ΑΕΠ και την απασχόληση (με πολλαπλασιαστή 1,8) με κρίσιμη συμβολή στις διεθνείς αλυσίδες αξίας και με επενδυτικό κενό, ταυτόχρονα όμως με σημαντικούς αναξιοποίητους διαθέσιμους πόρους. Είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντική η προετοιμασία και χρηματοδότηση μιας νέας γενιάς μεγάλων δημόσιων έργων, φιλικών στο περιβάλλον.
Η ελληνική κυβέρνηση απέδειξε στη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού ότι είναι σε θέση να φέρει αποτελέσματα. Με συνεκτικό σχέδιο, με αποτελεσματικό συντονισμό και με την κινητοποίηση όλων εκείνων των δυνάμεων που μπορούν να συμβάλουν. Ακριβώς αυτές τις ιδιότητες, αν και σε διαφορετικό πλαίσιο, πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε απέναντι στη νέα οικονομική πρόκληση. Η ενδιάμεση έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη (Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία), που βρίσκεται ήδη σε διαβούλευση, υποδεικνύει τις νέες επενδυτικές προτεραιότητες για την Ελλάδα. Και το νέο ευέλικτο σχήμα υπό τον Πρωθυπουργό, το οποίο ήδη συστάθηκε και ξεκίνησε τις εργασίες του, διασφαλίζει την ορθή αποτύπωση των αναγκών της οικονομίας και την αποτελεσματική παρακολούθηση του εθνικού σχεδίου Ανάκαμψης που πρόκειται να καταθέσουμε στην Επιτροπή στις 15 Οκτωβρίου. Η «δεξαμενή» των προτεινόμενων έργων πρόκειται να συμπληρωθεί με μηχανισμούς ωρίμασης των έργων παράλληλα με την απλούστευση των διαδικασιών όπου αυτό είναι εφικτό, για την επιτάχυνση της υλοποίησής τους.
Για χρόνια πορευτήκαμε χωρίς ενθουσιασμό, με λειψές δυνατότητες και ανεκπλήρωτες προσδοκίες. Ηρθε η στιγμή της αισιοδοξίας για την ανασυγκρότηση της χώρας και είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε στην πρόκληση.
* Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων
Σκυλακάκης : Μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα
Η κυβέρνηση δεσμεύτηκε έναντι του ελληνικού λαού προεκλογικά και στις προγραμματικές της δηλώσεις να προωθήσει συγκεκριμένες πολιτικές και μεταρρυθμίσεις με κύριο στόχο την επενδυτική ανάκαμψη της οικονομίας μέσω της μείωσης της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών.
Ξεκίνησε άμεσα και δυναμικά να εφαρμόζει το πρόγραμμά της το 2019 και στον προϋπολογισμό του 2020, όμως από τις αρχές της χρονιάς που διανύουμε ο κόσμος και η χώρα βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε μια τεράστια υγειονομική κρίση – την πανδημία – και στην πρωτοφανή ύφεση σε παγκόσμιο επίπεδο που ακολούθησε. Το μεγάλο πακέτο που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Ενωση, από το οποίο η Ελλάδα είναι κατεξοχήν κερδισμένη, αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία να εφαρμόσει η κυβέρνηση τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές της και να εκπληρώσει τις πολιτικές της δεσμεύσεις.
Τα 32 επιπλέον δισ., που διεκδίκησε και κέρδισε η κυβέρνηση, της δίνουν την ευκαιρία να επιταχύνει πολύ σημαντικά τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα χρόνια, να κινητοποιήσει σημαντικούς ιδιωτικούς πόρους και να πραγματοποιήσει καινοτόμες δράσεις και μεγάλες επενδύσεις που θα αλλάξουν την όψη της χώρας, σε ό,τι αφορά ιδίως τη μετεξέλιξη της οικονομίας σε σχέση με την πράσινη και την ψηφιακή ευρωπαϊκή agenda. Και να τα συνδυάσει όλα αυτά με τολμηρές μεταρρυθμίσεις (π.χ. η μεταρρύθμιση του δεύτερου πυλώνα στο ασφαλιστικό σύστημα), για τις οποίες είχε είτε ούτως είτε άλλως δεσμευτεί έναντι του ελληνικού λαού, ο οποίος και τις ενέκρινε στις εκλογές που έγιναν πριν από έναν χρόνο.
Η ορθή αξιοποίηση του Next Generation EU είναι άμεσα συνυφασμένη όμως και με τη δημοσιονομική πορεία της χώρας στα επόμενα χρόνια και τη δυνατότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει στις μειώσεις φόρων και εισφορών που είχε εξαγγείλει, οι οποίες αναβλήθηκαν λόγω της σοβαρής δημοσιονομικής επιδείνωσης που προκάλεσε η ύφεση του κορωνοϊού. Για τον απλούστατο λόγο ότι η πολύ ταχύτερη ανάπτυξη την οποία θα επιφέρει, δημιουργεί πολύ σημαντικό πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, ενώ είναι καταρχήν δυνατόν να χρηματοδοτηθούν στο πακέτο αυτό όχι μόνο επενδύσεις αλλά και το εφάπαξ κόστος δράσεων και μεταρρυθμίσεων.
Πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα και για μια αντίστοιχα μεγάλη ευθύνη για την κυβέρνηση και όλα τα στελέχη της και προπαντός γι’ αυτά που θα έχουν ως καθήκον να υλοποιήσουν το σχέδιο που θα καταρτίσει και θα καταθέσει η Ελλάδα στους αμέσως επόμενους μήνες.
* Ο Θόδωρος Σκυλακάκης είναι αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών
Σκέρτσος: Ισχυρή ανάπτυξη για όλους
Η συμφωνία της 21ης Ιουλίου αποτελεί ορόσημο για την ΕΕ και την Ελλάδα. Οχι μόνο γιατί αποφασίστηκε πολύ γρήγορα -γνωρίζοντας τους συνήθεις ευρωπαϊκούς ρυθμούς – αλλά κυρίως διότι για πρώτη φορά η ΕΕ διαβαίνει τον Ρουβίκωνα της κοινής έκδοσης χρέους. Επιδεικνύοντας τα κατάλληλα αντανακλαστικά, με αφορμή αυτήν τη φορά την κρίση της πανδημίας, η ΕΕ κάνει αποφασιστικά βήματα προς την αναγκαία εμβάθυνση της ενοποιητικής διαδικασίας που ξεκίνησε από την ένωση άνθρακα και χάλυβα. Η ΕΕ ως οντότητα θα δανειστεί από τις αγορές για να στηρίξει τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο και το βάρος θα διαμοιραστεί στους 27.
Για την Ελλάδα η συμφωνία αποτελεί τεράστια ευκαιρία να αλλάξει παραγωγικό υπόδειγμα. Τα επόμενα 7 χρόνια η Ελλάδα μπορεί να αντλήσει συνολικά από τα ευρωπαϊκά ταμεία κεφάλαια κοντά στα 72 δισ. ευρώ. Σχεδόν δυο «σχέδια Μάρσαλ» σε τρέχουσες τιμές. Γι’ αυτό δεν πρέπει να χαθεί πολύτιμος χρόνος ούτε και να επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος, να σπαταλώνται δηλαδή κεφάλαια σε χαμηλής προστιθέμενης αξίας δραστηριότητες ή έργα που δεν «γεννούν» μέρισμα ευημερίας στην κοινωνία αλλά σε λίγους.
Η παραγωγική αξιοποίηση και μόχλευση των διαθέσιμων πόρων είναι για την κυβέρνηση μείζων εθνικός στόχος. Να μεταμορφώσει την οικονομία και τη δημόσια διοίκηση, να οχυρωθεί έναντι της κλιματικής αλλαγής, να ψηφιοποιηθεί, να αναβαθμίσει τις υποδομές της, να στηρίξει την περιφέρεια, να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις και να προωθήσει την καινοτομία, να καταστεί ασφαλής και φιλική στη νέα γενιά προσφέροντας περισσότερες ευκαιρίες, πολλές και καλοπληρωμένες δουλειές ώστε οι νέοι να μείνουν και να προκόψουν στον δημογραφικά γηράσκοντα τόπο μας. Το ζητούμενο είναι η ισχυρή και ανθεκτική ανάπτυξη για όλους.
* Ο Ακης Σκέρτσος είναι υφυπουργός στον Πρωθυπουργό για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου
Αργυρού: Η (κοινή) λογική του Ταμείου Ανάκαμψης
Στο τέλος του 2019 η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) αντιμετώπιζε σημαντικές οικονομικές προκλήσεις: Διεθνείς εμπορικές εντάσεις, Brexit, παρατεταμένο επενδυτικό κενό και χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας, τα οποία (σε μεγάλο βαθμό) αντανακλούν χαμηλές επιδόσεις στον κρίσιμο τομέα της ψηφιακής μετάβασης. Ταυτόχρονα, η Ενωση αναζητεί απάντηση στην κορυφαία πρόκληση του 21ου αιώνα, αυτή της μετάβασης σε ένα μοντέλο κλιματικά διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης.
Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο, η ΕΕ υπέστη το μεγαλύτερο οικονομικό σοκ των τελευταίων δεκαετιών, την πανδημία του κορωνοϊού που οδήγησε τις οικονομίες των κρατών-μελών (ΚΜ) σε βαθιά ύφεση. Με την έναρξη της πανδημίας, η ΕΚΤ αντέδρασε άμεσα και αποφασιστικά χαλαρώνοντας την κοινή νομισματική πολιτική. Εντούτοις, με δεδομένο τον ήδη εξαιρετικά επεκτατικό χαρακτήρα της, οι δυνατότητες της τελευταίας να αντιμετωπίσει την ύφεση είναι περιορισμένες, ενώ περαιτέρω νομισματική χαλάρωση ενέχει κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Αυτό επιβάλλει επαναπροσδιορισμό του μείγματος οικονομικής πολιτικής με στοχευμένη ενίσχυση του δημοσιονομικού σκέλους. Ομως, λόγω σημαντικών διαφορών στον λόγο δημοσίου χρέους ως προς ΑΕΠ, οι δυνατότητες των ΚΜ να αντιμετωπίσουν την κρίση με εθνικό δανεισμό διαφέρουν σημαντικά. Ετσι, παρά τον συμμετρικό του χαρακτήρα, το σοκ της πανδημίας, μπορεί να δημιουργήσει μεγάλες οικονομικές αποκλίσεις μεταξύ των ΚΜ της ΕΕ οι οποίες, με δεδομένο τον ισχυρό βαθμό οικονομικής αλληλεξάρτησης, μπορούν να εντείνουν την ένταση και διάρκεια της ύφεσης για το σύνολο της ΕΕ.
Το πρόγραμμα Next Generation EU απαντά στο παραπάνω πολυπαραγοντικό πρόβλημα. Το σημαντικό του μέγεθος (750 δισ. ευρώ) και ο εμπροσθοβαρής του χαρακτήρας ανταποκρίνονται επαρκώς στην ανάγκη μιας μεγάλης και άμεσης δημοσιονομικής παρέμβασης, δημιουργώντας παράλληλα θετικές συνέργειες για άλλες μεγάλες οικονομίες, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση των διεθνών οικονομικών εντάσεων. Παράλληλα, η χρηματοδότησή του με κοινό δανεισμό προστατεύει την ανθεκτικότητα των οικονομιών με υψηλό δείκτη χρέους, ενισχύοντας έτσι τη συνοχή της ένωσης. Επιπρόσθετα, η αρχιτεκτονική του ενθαρρύνει τις επενδύσεις και τις απαραίτητες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, σταθεροποιώντας έτσι τις προσδοκίες και αποφεύγοντας την αρνητική εμπειρία της αφελούς δημοσιονομικής επέκτασης που εφαρμόστηκε στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1970. Τέλος, το πρόγραμμα δίνει ισχυρή ώθηση στην απαραίτητη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Συμπερασματικά, το πρόγραμμα χαρακτηρίζεται από μια πραγματιστική, mainstream οικονομική λογική, η οποία ανταποκρίνεται και στις βραχυχρόνιες ανάγκες ανάκαμψης αλλά και στις μακροχρόνιες προκλήσεις που προϋπήρχαν της πανδημίας.
Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες της ΕΕ που ευνοείται περισσότερο, σε όρους επιχορηγήσεων και συνολικών πόρων (32 δισ.), από το πρόγραμμα Next Generation EU. Η ελληνική κυβέρνηση θα σχεδιάσει και θα εφαρμόσει το ελληνικό εθνικό σχέδιο ανάκαμψης με υπεύθυνο και αποτελεσματικό τρόπο, προς όφελος όλων των γενεών των ελλήνων πολιτών, παρουσών και μελλοντικών.
* Ο Μιχάλης Γ. Αργυρού είναι πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς και εκπροσωπεί την Ελλάδα στο EuroWorking Group.