Η κατάσταση φαινόταν να εξομαλύνεται τον Ιούλιο: τα κρούσματα του κορωνοϊού μειώνονταν, τα περιοριστικά μέτρα απέδιδαν, τα σύνορα άνοιγαν και πάλι, ο τουρισμός στην Ευρώπη άρχιζε να ανακάμπτει. Ωστόσο σήμερα, στα μέσα Αυγούστου, ηχεί και πάλι ο κώδωνας του κινδύνου. Ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται, οι ταξιδιωτικές οδηγίες επανέρχονται. Προ ημερών η γερμανική κυβέρνηση κήρυξε περιοχή υψηλού κινδύνου ολόκληρη την Ισπανία, εκτός από τα Κανάρια Νησιά. Ταξιδιωτική οδηγία εξέδωσε η Αυστρία για την Κροατία, με ισχύ από τη Δευτέρα, με αποτέλεσμα χιλιάδες παραθεριστές να επιστρέφουν εσπευσμένα από τις διακοπές τους, προκειμένου να αποφύγουν την υποχρεωτική καραντίνα ή άλλα περιοριστικά μέτρα.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη μελλοντική πορεία της πανδημίας; Μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) η Σαμπίνε Τσίμερμαν, βουλευτής του Κόμματος της Αριστεράς (Die Linke) και μέλος στην Επιτροπή Τουρισμού της Ομοσπονδιακής Βουλής, επισημαίνει: «Είναι φανερό ότι στις διακοπές αντιμετωπίζουμε τον ιό με κάποια απερισκεψία. Τον είχαμε ξεχάσει αλλά ο ιός επανέρχεται στη Γερμανία με τα εισαγόμενα κρούσματα. Ο ιός δεν κάνει διακοπές, είναι πάντα εδώ και όσο δεν υπάρχει εμβόλιο θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί…»
Δυσοίωνες προβλέψεις για τον τουρισμό
Στην αρχή της πανδημίας παράγοντες του τουριστικού κλάδου στη Γερμανία είχαν εκφράσει την έντονη ανησυχία τους, προβλέποντας μείωση τζίρου κατά τουλάχιστον 70% για το 2020. Το πρώτο λόκνταουν φάνηκε να επιβεβαιώνει τους φόβους, αλλά η ομαλή εξέλιξη τον Μάιο και τον Ιούνιο είχε τροφοδοτήσει αισιόδοξες εκτιμήσεις ότι μπορεί να καλυφθεί ένα μέρος από το χαμένο έδαφος. Η νέα άνοδος κρουσμάτων επαναφέρει τα ζοφερά σενάρια για το μέλλον του τουριστικού κλάδου. «Η μεταποίηση αρχίζει να ανακάμπτει, αλλά στον τουρισμό δεν έχουμε δει ακόμη βελτίωση», επισημαίνει η Σαμπίνε Τσίμερμαν. «Είναι ένα σοβαρό χτύπημα για τον κλάδο, που ακόμη δεν έχει ξεπεράσει τις συνέπειες του πρώτου κύματος της πανδημίας. Νομίζω ότι ο τουρισμός δεν θα αντέξει ένα δεύτερο λόκνταουν…»
Για τον καταναλωτή η όποια ταξιδιωτική οδηγία έχει μία ωφέλιμη πλευρά, καθώς του δίνει τη δυνατότητα να ακυρώσει, χωρίς κόστος, μία κράτηση σε περιοχή υψηλού κινδύνου. Για τις τουριστικές επιχειρήσεις όμως, αυτό συνεπάγεται ένα δυσβάσταχτο κόστος. Θα χρειαστούν νέες κρατικές επιδοτήσεις; Και αν ναι, θα δοθούν μόνο στους μεγάλους «παίκτες» της τουριστικής αγοράς ή και σε μικρότερες επιχειρήσεις; «Εννοείται ότι πρέπει να το συζητήσουμε αυτό το θέμα», λέει η Σαμπίνε Τσίμερμαν. «Δεν μπορεί να δίνεται βοήθεια μόνο στους μεγάλους του κλάδου όπως η Lufthansa και η TUI και σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να συζητήσουμε ειδικώς για τη Lufthansa, διότι δεν γίνεται να πληρώνουμε τη μείωση προσωπικού με κρατικούς πόρους. Υπάρχει όμως και το μικρό ταξιδιωτικό γραφείο που δεν ξέρει τί του ξημερώνει. Πρέπει να το στηρίξουμε και αυτό. Και πιστεύω ότι ιδιαίτερα η καγκελάριος, η κυρία Μέρκελ, θα θέσει αυτό το ζήτημα, αξιοποιώντας και τη συγκυρία της ευρωπαϊκής προεδρίας. Το θέμα δεν αφορά μόνο τη Γερμανία, τη Γαλλία ή την Ισπανία, αλλά πολλές ευρωπαϊκές χώρες, γι αυτό χρειαζόμαστε μία κοινή ευρωπαϊκή λύση».
«Προσωπική ευθύνη» για όσους ταξιδεύουν στο εξωτερικό
Σε μία προσπάθεια να μετριάσει τις συνέπειες της νέας ταξιδιωτικής οδηγίας για τον κλάδο, η TUI προσφέρει σε όσους έχουν κλείσει διακοπές στην Ισπανία τη δυνατότητα να αλλάξουν την κράτησή τους και να κάνουν διακοπές στα Κανάρια Νησιά, δηλαδή στη μόνη περιοχή της χώρας που δεν θεωρείται ζώνη υψηλού κινδύνου. Είναι και αυτό μία λύση; «Εδώ νομίζω ότι υπάρχει και ένα ζήτημα προσωπικής ευθύνης», τονίζει η Σαμπίνε Τσίμερμαν. «Όταν κάποιος κάνει διακοπές στο εξωτερικό, πρέπει να έχει ένα plan B και πρέπει να έχει σκεφτεί: Πώς θα επιστρέψω; Τι με περιμένει με τα τεστ και την ενδεχόμενη καραντίνα; Πώς μπορώ να προφυλάξω τον εαυτό μου;»
Ράινερ Μπράντες (DLF)
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου