«Θα παίρναμε τέτοια μέτρα στη Θεσσαλονίκη, σαν το κλείσιμο των εστιατορίων και των μπαρ τα μεσάνυχτα, και θα γινόταν η Διεθνής Εκθεση;». Το ερώτημα κυβερνητικού στελέχους είναι μάλλον ρητορικό, μιας και η αντίφαση που θα περιείχε μια τέτοια απόφαση εκ μέρους της πολιτείας είναι τρανταχτή. Το επιδημιολογικό φορτίο της συμπρωτεύουσας οδήγησε στη ματαίωση της 85ης ΔΕΘ, που θα άνοιγε τις πύλες της στις 5 Σεπτεμβρίου – και δύσκολα κάποιος διαφωνεί ότι είχε όλες τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί στο τέλειο κοκτέιλ συνωστισμού και συγχρωτισμού. Ποιο ήταν, όμως, το παρασκήνιο πίσω από μια εύλογη στα χρόνια του Covid-19 ενέργεια;

Η ακύρωση ανακοινώθηκε τη Δευτέρα από την αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπο Αριστοτελία Πελώνη, μαζί με άλλα πέντε μέτρα για τον περιορισμό της διάδοσης του ιού. Ωστόσο, η πολιτική απόφαση είχε ληφθεί ήδη από την προηγούμενη Παρασκευή. Στην τηλεδιάσκεψη της Δευτέρας, υπό τον Πρωθυπουργό, η πολιτική ηγεσία έθεσε το θέμα στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας – με τη μορφή ερωτήματος – κι οι ειδικοί έδωσαν το ΟΚ. Εξάλλου, όπως λένε και ξαναλένε όλοι οι εμπλεκόμενοι, «πουθενά στον κόσμο δεν γίνονται αυτή την περίοδο μεγάλες εκθέσεις».

Οι κυβερνητικοί, βέβαια, αναγνωρίζουν στον Τάσο Τζήκα, πρόεδρο της ΔΕΘ, πως κι εκείνος συμμετέχοντας στη τηλεδιάσκεψη του Σωτήρη Τσιόδρα με τον Νίκο Χαρδαλιά, τον Απόστολο Τζιτζικώστα και τον Κωνσταντίνο Ζέρβα είχε υποβάλει την ίδια ερώτηση στους επιστήμονες: Αν πρέπει να διεξαχθεί η Εκθεση ή είναι επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Ο Τζήκας είχε παρουσιάσει τον σχεδιασμό της ΔΕΘ για τα πρωτόκολλα υγείας, αλλά η αύξηση των κρουσμάτων στη Θεσσαλονίκη τον είχε ανησυχήσει αρκετά, σύμφωνα με παριστάμενους.

Μιλώντας τις προάλλες στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ίδιος είπε ότι γίνονται σκέψεις για τη διεξαγωγή ενός ηλεκτρονικού φόρουμ αντί της Εκθεσης, κάτι σαν «περιφερειακού ηλεκτρονικού Νταβός». Στο Μαξίμου, ωστόσο, υπάρχουν πολλά σχέδια πάνω στο τραπέζι, κανένα όμως δεν θεωρείται αυτή τη στιγμή βέβαιο. Υπάρχουν, δηλαδή, οι εισηγήσεις για ένα τέτοιο φόρουμ. Ή άλλες για μια συνέντευξη Τύπου του Πρωθυπουργού. Αλλά το μόνο σίγουρο είναι η ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν μετά τον Δεκαπενταύγουστο.

Η τιμώμενη Γερμανία

Ενας από τους λόγους που η ακύρωση ανακοινώθηκε τελικά τη Δευτέρα ήταν κι η ενημέρωση της τιμώμενης χώρας, της Γερμανίας. Στις 20 Αυγούστου θα ξεκινούσε η διαδικασία μεταφοράς των εκθεμάτων για το περίπτερό τους, ενώ οι Γερμανοί είχαν αποδεχθεί πλήρως τα πρωτόκολλα που τους είχαν παρουσιαστεί. Πρώτα, λοιπόν, έπρεπε να το μάθουν οι επίτιμοι προσκεκλημένοι.

Παρόλη την αναστάτωση πάντως, η γερμανική πρεσβεία σε ανακοίνωσή της ανέφερε ότι «ακόμα και χωρίς τη φετινή ΔΕΘ, για τη Γερμανία είναι σαφές ότι η ελληνογερμανική συνεργασία, είτε σε πολιτικό, οικονομικό, επιστημονικό ή πολιτιστικό επίπεδο, είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές, σημαντική για την Ευρώπη, και ενέχει ευκαιρίες για το μέλλον».

Γκρίνιες

Κι αν η γερμανική αντίδραση στην είδηση της ματαίωσης ήταν το πρώτο που απασχολούσε την ελληνική πολιτεία ως οικοδέσποινα, τα κυβερνητικά στελέχη έχουν τώρα να αντιμετωπίσουν και τις τοπικές γκρίνιες. Η ΔΕΘ, λένε οι Θεσσαλονικείς, άφηνε μεγάλο αποτύπωμα στην οικονομία της πόλης – που ήδη έχει πληγεί από τον ιό – χάρη στις συμφωνίες που κλείνονταν κατά τη διάρκειά της.

Βουλευτές της περιοχής και λοιποί παράγοντες άλλωστε ήδη μιλούν, δημόσια και ιδιωτικά, για την ανάγκη αποζημίωσης των συμμετεχόντων στην Εκθεση. Το κλίμα που επικρατεί πάνω από τα Τέμπη αποτύπωσε με τον πιο παραστατικό – και μικροπολιτικό αντιπολιτευτικά τρόπο – η σχετική δήλωση της Κατερίνας Νοτοπούλου που έκλεινε με τη διαπίστωση «και η Θεσσαλονίκη, για μια ακόμα φορά φτωχός συγγενής, έρμαιο της πολιτικής της ΝΔ, χωρίς ΔΕΘ, χωρίς υποδομές, χωρίς όραμα, χωρίς προοπτική».