Η τεχνητή νοημοσύνη στο πεδίο απονομής της δικαιοσύνης έχει αρχίσει να συζητείται και στην Ελλάδα. Το μοντέλο κορυφαίας τεχνολογικής τάσης μπορεί τα τελευταία χρόνια να εφαρμόζεται όλο και σε περισσότερους τομείς της κοινωνίας και της οικονομίας, αλλά όταν αγγίζει τον ευαίσθητο χώρο της Δικαιοσύνης προκαλεί αυξημένο προβληματισμό.
Ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Δεοντολογίας για τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στα δικαστικά συστήματα υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης στο Στρασβούργο, τον Δεκέμβριο του 2018.
Η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιώντας αλγόριθμους, εξετάζοντας προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις και λαμβάνοντας υπόψη το υλικό της κάθε δικογραφίας μπορεί να προβλέψει την απόφαση ενός δικαστηρίου για συγκεκριμένο κύκλο υποθέσεων.
Ερωτήματα
Ως εκ τούτου, τα ερωτήματα που εγείρονται γύρω από τις πρωτόγνωρες δυνατότητες που μπορεί να παρέχει η τεχνητή νοημοσύνη στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης αγγίζουν, πέρα από τεχνικά ζητήματα, μια σειρά από θέματα νομικής και ηθικής φύσης. Πώς μπορεί να χωρέσει στο καλούπι ενός «μοντέλου» ο δικαστικός συλλογισμός;
Μπορεί ένας αλγόριθμος να εξηγήσει τη συμπεριφορά των παραγόντων σε μια δίκη; Ποια είναι τα αναμενόμενα οφέλη και ποιο το αναπόφευκτο κόστος από τη «μοντελοποίηση» της Δικαιοσύνης, ιδίως στο κομμάτι των ποινικών υποθέσεων;
Πριν από λίγο καιρό πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Δικαιοσύνης εκδήλωση από κοινού με τον σύμβουλo Επικρατείας και διευθυντή του νομικού γραφείου της Προεδρίας της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Κουσούλη.
Τότε, ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, χωρίς να παραβλέπει την αναγκαιότητα του ψηφιακού μετασχηματισμού στον χώρο των δικαστηρίων, είχε τονίσει πως «κανείς και ποτέ δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποστερήσει από τον πολίτη τον φυσικό του δικαστή. Και κανείς και ποτέ δεν μπορεί να αποστερήσει από τον δικαστή τον δικαιοδοτικό του ρόλο, που αποτελεί θεμελιώδη κανόνα της δημοκρατικής αρχής και του κράτους δικαίου».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση και των άλλων χωρών δεν είναι ενιαία, σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται στο άρθρο τριών δικαστικών λειτουργών (Χριστόφορος Σεβαστίδης, Αικατερίνη Ντόκα, εφέτες, και Ιωάννα Ξυλιά, πρόεδρος Πρωτοδικών), με τίτλο «Τεχνητή νοημοσύνη στη Δικαιοσύνη – Πρόοδος ή προαναγγελία ενός δυστοπικού μέλλοντος;».
Η Εσθονία, που πολλές φορές χρησιμοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ενωση ως «πιλότος» σε «καινοτόμες μεταρρυθμίσεις», ανακοίνωσε ότι θα θέσει σε εφαρμογή εντός του 2020 ένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης, το οποίο θα εκδίδει δικαστικές αποφάσεις για υποθέσεις μικροδιαφορών έως 7.000 ευρώ. Η Λετονία μαζί με τη Βρετανία και την Ολλανδία έχουν επίσης επεξεργαστεί σχέδια ανάθεσης υποθέσεων μικρού χρηματικού αντικειμένου στην τεχνητή νοημοσύνη.
COMPAS
Οι ΗΠΑ έχουν περάσει στο στάδιο της υποχρεωτικής χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης από τους δικαστές. Το περίφημο λογισμικό της COMPAS, που αναπτύχθηκε από ιδιωτική εταιρεία, είχε ως στόχο να αξιολογήσει τον κίνδυνο υποτροπής του καταδικασμένου και χρησιμοποιείται υποχρεωτικά από τους δικαστές σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ. Διαπιστώθηκε ωστόσο ότι στα άτομα αφροαμερικανικής καταγωγής αποδόθηκε βαθμός υποτροπής δύο φορές μεγαλύτερος από αυτόν σε άλλες πληθυσμιακές ομάδες.
Η Γαλλία, τέλος, από πέρυσι ενσωμάτωσε σε νόμο για τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης την απαγόρευση της αλγοριθμικής ανάλυσης δικαστικών αποφάσεων (με ποινή φυλάκισης μέχρι 5 ετών), της χρήσης δηλαδή προσωπικών δεδομένων δικαστικών λειτουργών με σκοπό την ανάλυση, σύγκριση, αξιολόγηση και πρόβλεψη των επαγγελματικών τους πρακτικών.
Παράλληλα, οι τρεις δικαστικοί λειτουργοί προσεγγίζοντας το θέμα από όλες τις πλευρές του διατυπώνουν προβληματισμούς και σοβαρές επιφυλάξεις, που σε καμία περίπτωση, όπως υπογραμμίζουν, «δεν συνδέονται με την αδιαμφισβήτητη ανάγκη εκσυγχρονισμού και προσαρμογής στα νέα τεχνολογικά δεδομένα».
Αντίθετα, προσθέτουν, «αποτελεί πάγιο αίτημα της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων η κάλυψη κάθε δικαστηρίου με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και εκτυπωτές και ο εκσυγχρονισμός του τηλεπικοινωνιακού δικτύου ώστε να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο». Το παράδειγμα που επικαλούνται μιλά από μόνο του: στο μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας, το Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου υπηρετούν 450 δικαστές, υπάρχουν έξι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τρεις εκτυπωτές, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη ακόμα και η πρόσβαση στο Διαδίκτυο.