Νέα «ψήφο» εμπιστοσύνης έδωσαν στην ελληνική οικονομία οι αγορές, καθώς εκδηλώθηκε μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για την επανέκδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου, στην οποία προχώρησε ο ΟΔΔΗΧ, προκειμένου να εκμεταλλευτεί τα ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια.
Οι προσφορές ξεπέρασαν τα 18 δισ. ευρώ και το ελληνικό Δημόσιο άντλησε 2,5 δισ. ευρώ.
Το βιβλίο προσφορών είχε ανοίξει με αρχική εκτίμηση επιτοκίου στο 1,33% και μειώθηκε στο 1,23%.
Σύμφωνα με ανάδοχο της έκδοσης, οι προσφορές ξεπέρασαν τελικά τα 18 δισ. ευρώ, με την τελική αποτίμηση του τίτλου να πραγματοποιείται στα mid-swaps + 140 μονάδες βάσης (γύρω στο 1,23%).
Τη διαδικασία του re-opening είχαν αναλάβει οι Barclays, Citi, IMI-Intesa Sanpaolo, Morgan Stanley, Nomura και Société Générale.
Όπως σχολιάζουν οι Financial Times, το επιτόκιο στο οποίο έκλεισε η έκδοση σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πληρώσει πρακτικά μηδενικό premium έναντι των ομολόγων που τελούν υπό διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά.
«Το μέγεθος του βιβλίου προσφορών δείχνει ξεκάθαρα ότι ακόμα και λιγότερο αξιόχρεες χώρες στην ευρωζώνη έχουν μεγάλη ζήτηση», σχολιάζει ο Richard McGuire, στρατηγικός αναλυτής της Rabobank.
Αύξηση των εκδόσεων λόγω πανδημίας
Το Ελληνικό Δημόσιο επιχείρησε να εκμεταλλευτεί το ευνοϊκό κλίμα που επικρατεί στις αγορές ομολόγων, με το επανάνοιγμα της τελευταίας έκδοσης των 10ετων ομολόγων, που εξέδωσε στις 18 Ιουνίου, ενώ το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί στο 1,5%.
Υπενθυμίζεται αρχικώς, πως στόχος του ΟΔΔΗΧ για φέτος ήταν η έκδοση ομολόγων ύψους 4-8 δισ. ευρώ, ωστόσο μετά την πανδημία το ανώτατο όριο αυξήθηκε στα 9,5 δισ. ευρώ.
Ήδη μέχρι στιγμής το Ελληνικό Δημόσιο έχει αντλήσει από τις αγορές από την αρχή του χρόνου 7,5 δισ. ευρώ.
Με τις επιπτώσεις της πανδημίας να είναι τραγικές για την κοινωνία και την οικονομία η κυβέρνηση εξαντλεί τις δυνατότητες αύξησης των ταμειακών διαθεσίμων, δεδομένου και του νέου πακέτου μέτρων στήριξης που θα απαιτηθούν.
Το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι θα χρειαστεί να δαπανηθούν περίπου 4 δισ. ευρώ επιπλέον των 14 δισ. ευρώ που έχουν ήδη δαπανηθεί για τα μέτρα στήριξης της οικονομίας στο υπόλοιπο του έτους, τα οποία και αναμένεται να καλυφθούν εν μέρει από την εισροή πόρων της Ε.Ε (ΕΣΠΑ, SURE, ΕBRD, SMPs και ANFAs) και εν μέρει από εκδόσεις ομολόγων. Στοίχημα για το οικονομικό επιτελείο αποτελεί η ενίσχυση της δύναμης πυρός και της ρευστότητα του Δημοσίου χωρίς να «εξαντλήσει» το «μαξιλάρι κεφαλαίων» που ανέρχεται στα 34-35 δισ. ευρώ.
Τα στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ στο δεύτερο φετινό τρίμηνο αναμένεται να ανακοινωθούν αύριο, Πέμπτη, από την ΕΛΣΤΑΤ, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για συρρίκνωση του ΑΕΠ στα επίπεδα του 16%.