«Παιδιά της Θήβας γιατί είστε εδώ;». Από την ψηφιακή οθόνη ο Οσκαρ Αϊζακ φορώντας ένα μαύρο μπλουζάκι με logo «Oedipus» (Οιδίποδας) ερμήνευε τον ομώνυμο ρόλο από την τραγωδία του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος» (το έργο που ο Αριστοτέλης χαρακτήρισε υπόδειγμα της αθηναϊκής δραματουργίας και οι αιώνες το καθιέρωσαν ως το μεγαλύτερο έργο του Σοφοκλή).
Η νέα τεχνολογική μόδα που έφερε η πανδημία έγινε εργαλείο για ανήσυχους όπως είναι ο Μπράιαν Ντόρις και η ωραία ομάδα του «The Theater of War» (Το θέατρο του πολέμου).
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία των καλλιτεχνών οι οποίοι έδιναν παραστάσεις για βετεράνους πολέμου, ώστε να «επουλώσουν» τα τραύματά τους μέσα από την ακρόαση αρχαίων τραγωδιών. Φυλακές, ψυχιατρικά ιδρύματα, στην ύπαιθρο και όπου θεωρούσαν ότι υπήρχε πληθυσμός που είχε ανάγκη από στήριξη, αυτή η σημαντική καλλιτεχνική ομάδα βρισκόταν δίπλα τους.
Η εγρήγορσή τους, τους οδήγησε στη δημιουργία της καινούργιας πρότασής τους που αποδεικνύει τη διαρκή επαγρύπνησή τους για ό,τι συμβαίνει γύρω του. Τη νέα τους πρόταση «The Oedipus project» άρχισαν να την υλοποιούν όταν ο δικηγόρος του Δήμου της Νέας Υόρκης Τζουμάανε Γουίλιαμς τους παρότρυνε να παρουσιάσουν ένα έργο που θα μπορούσε να συνδεθεί με τους πολίτες της πόλης που πλήττονται από την παγκόσμια πανδημία και όσα δεινά έχει επιφέρει η αλαζονεία της εξουσίας.
Ετσι, με τη βοήθεια του Zoom η δραστήρια θεατρική ομάδα προτείνει τις θεραπευτικές ιδιότητες ενός κειμένου που γράφτηκε πριν από 2.500 χρόνια και παραμένει περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Σε μια από τις μετρήσεις οι υπεύθυνοι της εφαρμογής κατέγραψαν 15.000 άτομα να έχουν συνδεθεί για να παρακολουθήσουν την παράσταση. Οσοι είχαν παρακολουθήσει την τραγωδία όταν πρωτοπαίχτηκε περίπου το 429 π.Χ. Κι εκείνοι οι θεατές όπως και εμείς σήμερα, βρίσκονταν εν μέσω μιας πανδημίας. Η πανούκλα τότε στην Αθήνα είχε αφανίσει το ένα τρίτο μέρος του πληθυσμού. Ο Θουκυδίδης αποτύπωσε τα ψυχρά γεγονότα της εποχής, τα συμπτώματα της νόσου, τον τρόπο αντιμετώπισής της, τα φαινόμενα υστερίας και δεισιδαιμονίας που εκδηλώθηκαν, αλλά και το αποτύπωμα της πανδημίας στην τότε Αθήνα. Οι συνδέσεις με το σήμερα αναπόφευκτες. Σε αυτές να προσθέσουμε και τις πληροφορίες που δίνει ο ιστορικός για τους γιατρούς της πόλης που έδιναν σκληρή μάχη με την πανδημία βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους.
Ο μύθος του Σοφοκλή
Είναι γνωστός στους περισσότερους ο μύθος του Σοφοκλή. Ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος πληροφορήθηκε έναν χρησμό από το μαντείο των Δελφών σύμφωνα με τον οποίο το παιδί του που θα γεννούσε η σύζυγός του Ιοκάστη θα τον σκότωνε και θα παντρευόταν τη μητέρα του. Διατάζει να το εγκαταλείψουν όταν γεννηθεί στον Κιθαιρώνα αλλά ένας βοσκός το σώζει, αναλαμβάνει τη φροντίδα του και η προφητεία του μαντείου εκπληρώνεται. Το παιδί εκείνο θα βασιλεύσει στη Θήβα ως Οιδίπους, αγνοώντας την καταγωγή του, δίπλα στη σύζυγό του η οποία είναι η μητέρα του.
Οι κάτοικοι της Θήβας τον αποδέχονται και τον εμπιστεύονται. Και εκείνος με τη σειρά του φρόντισε την πόλη του. Από τους πρώτους στίχους της τραγωδίας του Σοφοκλή που φέρουν στην ψηφιακή σκηνή οι βασικοί πρωταγωνιστές της παράστασης, ο Οσκαρ Αϊζακ ως Οιδίποδας, η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ ως Ιοκάστη και ο Τζον Τορτούτο ως Κρέων, μαθαίνουμε ότι η πόλη βρίσκεται στη δίνη ενός λοιμού που την καταστρέφει.
Ο Χορός παρακαλεί τον Βασιλιά Οιδίποδα να σώσει την πόλη. Στέλνει στους Δελφούς τον Κρέοντα, αδελφό της γυναίκας του, να ζητήσει χρησμό ο οποίος ήταν αποκαλυπτικός: τα δεινά της πόλης οφείλονται στον αίμα του αδικοχαμένου Λάιου. Η μόνη λύσει είναι να βρεθεί ο φονιάς. Η συνέχεια γνωστή. Ο Οιδίποδας ανακαλύπτει ότι αυτός διέπραξε τον φόνο και παντρεύτηκε τη μητέρα του. Αυτοτυφλώνεται, αυτοεξορίζεται και πεθαίνει περιπλανώμενος.
Για πρώτη φορά
Οταν το έργο παίχτηκε για πρώτη φορά η Αθήνα είχε ακόμη ανοιχτές της πληγές της από τον λοιμό και τις συνέπειές του στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία. Αυτός ήταν και ο λόγος που Σοφοκλής έχασε και το πρώτο βραβείο. Κατάφερε όμως να δώσει στους Αθηναίους τρόπο για να φανερώσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας που τους τραυμάτισε δίνοντας την ευκαιρία να ασχοληθούν ξανά με τη δημοκρατία της πόλης τους.
Ερχόμενοι στο σήμερα και στο «Θέατρο του πολέμου» διαπιστώνει κανείς ότι δεν είναι μόνο ο λαός της Αμερικής του Τραμπ που δέχεται την πίεση της πανδημίας και την αλαζονεία της εξουσίας. Η παράσταση υπενθυμίζει κάτι βαθύτερο, όπως σημείωσαν οι συντελεστές της, οι οποίοι ήταν αρχικά απρόθυμοι στην ιδέα μιας διαδικτυακής παράστασης και μάλιστα ενός τέτοιου έργου, «συνεχίζουμε να μιλάμε με ανθρώπους, επειδή κάποιος ακούει τη φωνή μας».