Τον Αύγουστο, ένα σκίτσο από την αίθουσα του δικαστηρίου στην οποία εκδικαζόταν η υπόθεση του Στιβ Μπάνον, πρώην ειδικού συμβούλου σε θέματα διακυβέρνησης και στρατηγικής του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, έγινε viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο Μπάνον απεικονίζεται με μάσκα, χειροπέδες και ηλιοκαμένος ενώπιον του ομοσπονδιακού δικαστή στο Μανχάταν κι ενώ αντιμετωπίζει κατηγορίες για εξαπάτηση δωρητών της διαδικτυακής εκστρατείας συγκέντρωσης χρημάτων για την ανέγερση του αμφιλεγόμενου συνοριακού τείχους μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού.
Δημιουργός της εν λόγω εικόνας με την τεχνική του παστέλ είναι η Τζέιν Ρόζενμπεργκ, η οποία εδώ και τέσσερις δεκαετίες εργάζεται ως σκιτσογράφος στις δικαστικές αίθουσες και έχει παρακολουθήσει πολλές δίκες οι οποίες έχουν προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας. Δεδομένου ότι απαγορεύονται οι κάμερες στις ομοσπονδιακές δίκες, το σκίτσο του κατακόκκινου Μπάνον όχι μόνο έκανε τον γύρο του Διαδικτύου, αλλά της πρόσφερε και διεθνή αναγνώριση.
«Στην αρχή φαινόταν κατακόκκινος» περιγράφει στο hyperallergic.com η καλλιτέχνις την εμπειρία της από τη δημιουργία του συγκεκριμένου πορτρέτου, καθώς δεν είχε άμεση οπτική επαφή με το «μοντέλο» της, αλλά το έβλεπε μέσω οθόνης, δεδομένου ότι έπρεπε να τηρηθούν τα πρωτόκολλα που επιβάλλονται λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, με αποτέλεσμα η ακροαματική διαδικασία να πραγματοποιείται σε άλλη αίθουσα και να μεταδίδεται ζωντανά στο ακροατήριο, ώστε να μην υπάρξει συγχρωτισμός και να είναι δυνατή η τήρηση των αποστάσεων.
«Το μόνο που μπορούσα να δω ήταν ένα παντζάρι με μάσκα και λευκά μαλλιά. Μόνο όταν κάθισε στη θέση του και πλησίασε στην κάμερα μπόρεσα να διακρίνω κάποιες λεπτομέρειες» συνεχίζει μιλώντας στο διαδικτυακό περιοδικό τέχνης «Hyperallergic». Για το συγκεκριμένο σκίτσο είχε στη διάθεσή της δέκα λεπτά, στα οποία αφοσιώθηκε στην απόδοση του προσώπου και ολοκλήρωσε το φόντο αργότερα. «Είναι πολύ δυσκολότερο να δουλεύεις μέσω οθόνης. Δυσκολεύεσαι να δεις, η εικόνα είναι σκοτεινή και θαμπή».
Η Ρόζενμπεργκ είναι μέλος μιας μικρής ομάδας καλλιτεχνών που εργάζονται στα δικαστήρια της Νέας Υόρκης. Είναι όλες τους γυναίκες, με κλασική εκπαίδευση και δεκαετίες εμπειρίας στον τομέα τους. Μια επιλογή του έργου τους, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 60 σχεδίων της Ρόζενμπεργκ, εκτίθεται αυτή την περίοδο στο λόμπι του Πρωτοδικείου των Ηνωμένων Πολιτειών, στη Νέα Υόρκη, στο ειδώλιο του οποίου κάθισε και ο Μπάνον, ενώ έργα της παρουσιάστηκαν και στην έκθεση «Σκιτσάροντας τη Δικαιοσύνη: Η τέχνη της εικονογράφησης της δικαστικής αίθουσας» στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου το 2017 μεταξύ 98 σκίτσων του είδους που χρονολογούνται από το 1964. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, η Ρόζενμπεργκ απεικόνισε σκηνές από τις δίκες του Ελ Τσάπο – ενός από τους ισχυρότερους εμπόρους ναρκωτικών παγκοσμίως -, του κινηματογραφικού παραγωγού που καταδικάστηκε για σεξουαλικές επιθέσεις Χάρβεϊ Γουάινστιν, του προσωπικού δικηγόρου του Ντόναλντ Τραμπ, Μάικλ Κοέν, του ηθοποιού Μπιλ Κόσμπι, του Ντζοκχάρ Τσαρνάεφ, γνωστότερου ως βομβιστή του Μαραθωνίου της Βοστώνης, και του Μαρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν, ο οποίος πυροβόλησε και σκότωσε τον Τζον Λένον το 1980. Εχει επίσης σκιαγραφήσει και τον δισεκατομμυριούχο Τζέφρι Επστάιν πριν βρεθεί νεκρός στο κελί του, όταν παρουσιάστηκε ενώπιον των δικαστών κατηγορούμενος για βιασμό και παράνομη διακίνηση ανηλίκων.
Συναισθήματα
Πώς διαχειρίζεται τα συναισθήματά της όταν καλείται να σκιτσάρει τα πορτρέτα πρωταγωνιστών που κατηγορούνται για ειδεχθή εγκλήματα; «Προσπαθώ να είμαι ουδέτερη, αλλά έχω παραστεί και σε δίκες που ξέσπασα σε κλάματα ύστερα από μια φοβερή κατάθεση. Ορισμένες φορές βλέπω απεχθείς φωτογραφίες ή ανθρώπους που είναι απαίσιοι, αλλά πρέπει να παραμείνω ουδέτερη και να αποδώσω την εικόνα τους όπως είναι. Εχουν υπάρξει περιπτώσεις, ωστόσο, που δεν μπορούσα να σχεδιάσω καθώς με εμπόδιζαν τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια μου» εξηγεί η Τζέιν Ρόζενμπεργκ, η οποία παραδέχεται ότι βρισκόταν σε καθεστώς ένδειας για χρόνια μετά την αποφοίτησή της από το κολέγιο και μέχρι να βρει τον δρόμο της στις δικαστικές αίθουσες, όπου κατέφυγε προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα πορτφόλιο. Τελικά κατάφερε να ενταχθεί ανάμεσα στις υπόλοιπες καλλιτέχνιδες που εικονογραφούν τα πρόσωπα-πρωταγωνιστές σε δίκες που προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. «Είναι πολύ αγχωτική και σκληρή δουλειά, αλλά την αγαπώ. Μου αρέσει να σκιτσάρω πορτρέτα. Πριν βρεθώ σε αυτή τη θέση έφτιαχνα πορτρέτα περαστικών στον δρόμο. Θεώρησα ότι τα σκίτσα στις δικαστικές αίθουσες θα ήταν περισσότερο ενδιαφέροντα και είχα δίκιο. Και επιπλέον αισθάνομαι πιο ασφαλής σε μια αίθουσα δικαστηρίου. Δεν είναι το ίδιο με το να ζωγραφίζεις ανθρώπους στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Κι επίσης είναι ωραίο να σε χρειάζονται και να σε καλούν».
Η ευρύτατη χρήση των κινητών τηλεφώνων, ωστόσο, θα περίμενε κάποιος ότι θα άφηνε άνεργη την Τζέιν Ρόζενμπεργκ και τις συναδέλφους της, κάτι που τελικά δεν συνέβη, καθώς «όταν επετράπησαν οι κάμερες στις δικαστικές αίθουσες, αίφνης μετατράπηκαν σε τσίρκο των μέσων μαζικής ενημέρωσης» υποστηρίζει η καλλιτέχνις. «Το δικαστήριο δεν θα έπρεπε να είναι ένας χώρος στον οποίο οι εμπλεκόμενοι υποδύονται ρόλους μπροστά στην κάμερα. Επίσης πολλοί άνθρωποι ντρέπονται όταν βρίσκονται ενώπιον του φακού, όπως συμβαίνει και σε μένα. Και επιπλέον κάποιοι προτιμούν το ζωγραφικό έργο από τη φωτογραφία». Τα έργα της, αν και κατέκτησαν τον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δεν φαίνεται να τυγχάνουν ανάλογης αναγνώρισης και από τον κόσμο των εικαστικών. «Δυστυχώς. Είμαστε παραστατικοί καλλιτέχνες με ακαδημαϊκή εκπαίδευση που εργαζόμαστε υπό μεγάλη πίεση. Οι συνθήκες όμως αλλάζουν λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δεν είναι τόσο άσχημα όσο παλαιότερα. Τα πρώτα χρόνια στη θέα των έργων μου μια γκαλερί θα έλεγε: “Σιγά, τέχνη της δικαστικής αίθουσας”».