Κοινωνία των πολιτών ή κοινωνία των ειδικών; Κοινωνία όπου οι πολίτες ψηφίζουν ή μια κοινωνία όπου μια πεφωτισμένη αριστοκρατία θα πάρει στα χέρια της τη διοίκηση – διεύθυνση των κοινωνιών – κρατών. Ο Νίκολας Τάμπιο, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Φόρνταμ της Νέας Υόρκης των ΗΠΑ και συγγραφέας, κατέθεσε στον ιστότοπο Aeon.com ένα ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο «Αντιμετωπίστε τους ανθρώπους ως πολίτες» και υπότιτλο «Πώς μια γενιά πολιτικών στοχαστών υποτίμησε τις ικανότητες των απλών ανθρώπων και υπονόμευσε τη Δημοκρατία».
Σε αυτό ουσιαστικά αναλύονται δύο διαφορετικοί κόσμοι. Από τη μία η άποψη ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να δημιουργήσουν τα κλειδιά εκείνα που θα διευκολύνουν – κατευθύνουν τους πολίτες στις επιλογές τους (από τη μάρκα αυτοκινήτου που θα αγοράσουν ως το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα που θα ακολουθήσουν). Δημόσιοι ή ιδιωτικοί μηχανισμοί μπορούν να επηρεάσουν «διακριτικά» τις επιλογές των ανθρώπων, αναλύοντας για παράδειγμα τις αναζητήσεις που γίνονται μέσω του Διαδικτύου. Ουσιαστικά ο ψηφιακός Μεγάλος Αδερφός είναι αυτός που επιτρέπει σε κάποιον να κυβερνά αποτελεσματικά τις μάζες χωρίς να χρειάζεται να εμπλέκονται οι πολίτες σε δημοκρατικές διαδικασίες. Από την άλλη, φυσικά, τόσο ο συγγραφέας όσο και πολλοί άλλοι θεωρητικοί, έχουν ως δεδομένο ότι η Δημοκρατία – το πολιτικό καθεστώς στο οποίο ο λαός καθορίζει συλλογικά τον κοινό τρόπο ζωής του – είναι καλύτερο από την αριστοκρατία ή την «εξουσία των εμπειρογνωμόνων».
Το αξιοπρόσεκτο στο άρθρο είναι το γεγονός ότι η Δημοκρατία (η αστική) που κατακτήθηκε μέσω επαναστάσεων και συγκρούσεων στο πέρασμα των αιώνων, βρίσκεται στο στόχαστρο σημαντικής μερίδας πολιτικών επιστημόνων. Τάσσονται υπέρ ενός είδους αριστοκρατίας των ειδικών. Ενός πολιτικού διευθυντηρίου, με τις κατάλληλες πολιτικές γνώσεις που θα διοικούν τις ανίδεες μάζες. Οσο για την ανάλυση των συγκεκριμένων πολιτικών επιστημόνων είναι τόσο απλή που τρομάζει. Εχοντας μια ελιτιστική αντιπάθεια έναντι της συμμετοχικής Δημοκρατίας (όπου οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι πρέπει να μεταφράσουν τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων τους στη δημόσια πολιτική) καταθέτουν την άποψη ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι δεν έχουν χρόνο, ενέργεια ή ικανότητα να βυθιστούν στις τεχνικές της δημόσιας πολιτικής. Αντ’ αυτού, οι άνθρωποι τείνουν να ψηφίζουν με βάση την ομαδική ταυτοποίηση ή την ώθηση να ευθυγραμμιστούν με μια πολιτική παράταξη και όχι με κάποια άλλη.
Σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου των Κρίστοφερ Εϊκεν και Λάρι Μπάρτελς «Δημοκρατία για Ρεαλιστές» («Democracy for Realists», 2016) με παράδειγμα μια σειρά επιθέσεων από καρχαρίες δείχνουν ότι οι πολιτικοί συχνά υποφέρουν από μια εκλογική ήττα για γεγονότα πέρα από τον έλεγχό τους. Αναφέρουν τα εξής: Το καλοκαίρι του 1916, για παράδειγμα, οι παραλίες του Νιου Τζέρσεϊ γνώρισαν μια σειρά από επιθέσεις καρχαριών. Στις εκλογές του Νοεμβρίου, οι παραθαλάσσιες πόλεις έδωσαν στον πρόεδρο Γούντροου Γουίλσον λιγότερες ψήφους από τις πόλεις του Νιου Τζέρσεϊ. Οι ψηφοφόροι, όπως φαίνεται, τιμωρούσαν τον Γουίλσον για τις επιθέσεις καρχαριών. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η ικανότητα των ψηφοφόρων να λαμβάνουν λογικές αποφάσεις σχετικά με την απόδοση και την ευθύνη είναι πολύ περιορισμένη. Με κομψό τρόπο αποδεικνύεται ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι δεν είναι αρκετά έξυπνοι για να συνειδητοποιήσουν ότι οι πρόεδροι δεν είναι υπεύθυνοι για επιθέσεις καρχαριών. Με λίγα λόγια οι συγγραφείς γελοιοποιούν την αντίληψη ότι οι άνθρωποι – πολίτες πρέπει να κυβερνούν. Συγκρίνουν το «ιδανικό της λαϊκής κυριαρχίας» – ακρογωνιαίο λίθο της σύγχρονης δημοκρατικής πολιτικής θεωρίας – με τη μεσαιωνική έννοια του «θεϊκού δικαιώματος των βασιλιάδων». Μια πιο ρεαλιστική άποψη είναι ότι «η χάραξη πολιτικής είναι δουλειά για ειδικούς».
Οι «πολίτες»
Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται η Δημοκρατία. Η μεταχείριση των ανθρώπων ως πολιτών – δηλαδή, ως ενήλικους που είναι ικανοί για στοχαστικές αποφάσεις και ηθικές ενέργειες, και όχι ως παιδιά που πρέπει να χειραγωγηθούν. Και όπως αναφέρει ο Νίκολας Τάμπιο: «ένας τρόπος να αντιμετωπίσουμε τους πολίτες ως πολίτες είναι να τους εμπιστευτούμε ουσιαστικές ευκαιρίες να συμμετάσχουν στην πολιτική διαδικασία, και όχι απλώς ως όντα που μπορεί να εμφανίζονται να ψηφίζουν ηγέτες κάθε λίγα χρόνια». Εδώ όμως τίθεται το πρόβλημα πόσο άμεση ή έμμεση οφείλει να είναι η Δημοκρατία. Στον βαθμό που το μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών αισθάνεται ικανοποίηση όταν συμμετέχει (με την ψηφοφορία) στη χαρτογράφηση ενός κοινού μέλλοντος, είναι μάλλον επιτακτικό το καθήκον (ιδιαιτέρως σήμερα) η διάδοση της εξουσίας όσο το δυνατόν ευρύτερα μεταξύ των ανθρώπων και όχι να τους περιορίσει ή να τους κλείσει το στόμα στο όνομα του κανόνα των εμπειρογνωμόνων.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του άρθρου στο aeon.com είναι παραπλανητικό να λέμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ανίδεοι ή απαθείς για να συμμετάσχουν σε πολιτικές υποθέσεις. Στις σωστές συνθήκες οι περισσότεροι παίρνουν στα σοβαρά τη δυνατότητά τους να ασκήσουν τα πολιτικά τους καθήκοντα. Οι ρεαλιστές επικρίνουν την κατανόηση των περισσότερων ανθρώπων για πολιτικές υποθέσεις, αλλά η δημοκρατική απάντηση είναι ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν πραγματική εξουσία δεν έχουν λόγο να μελετήσουν τη δημόσια πολιτική. Η ελίτ συγκρούεται με το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι απαιτούν λόγο για τον τρόπο με τον οποίο ζούμε. Είτε στη συλλογική – πολιτική ζωή μας είτε στη προσωπική μας. Πολλοί άνθρωποι σήμερα εκτιμούν την αυτονομία ή την αυτοδιοίκηση και υποφέρουν όταν τους την αρνούνται.
O φιλόσοφος Αλεξάντερ Γκερέρο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια στις ΗΠΑ, ο οποίος ειδικεύεται στην Πολιτική, Νομική και Ηθική Φιλοσοφία και σε θέματα επιστημολογίας που σχετίζονται με αυτούς τους τρεις τομείς, σε άρθρο του στο aeon.com. έχει γράψει ότι η άμεση δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν τον χρόνο και την ικανότητα να κατανοήσουν τις πολυπλοκότητες της σύγχρονης δημόσιας πολιτικής.
Το πρόβλημα, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να δώσουν την επαρκή προσοχή στα πεπραγμένα των εκπροσώπων που έχουν εκλέξει ώστε να μπορούν να τους εγκαλέσουν για τα πεπραγμένα τους, όποτε το κρίνουν. Οι πολίτες σημειώνει «αγνοούν τι κάνουν οι εκπρόσωποί μας, αγνοούν τις λεπτομέρειες περίπλοκων πολιτικών ζητημάτων και αγνοούν εάν αυτό που κάνει ο εκπρόσωπός μας είναι καλό για εμάς ή για τον κόσμο». Ο χρόνος για εκλογική αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει περάσει, υποστηρίζει ο φιλόσοφος. Αντί να σπαταλούν τις ψήφους των ανθρώπων στις εκλογές, τα πολιτικά συστήματα θα πρέπει να δημιουργήσουν μια λοταρία που επιλέγει τυχαία τους ενήλικες που μπορούν να εκτελέσουν – με τις απαραίτητες τροποποιήσεις – αυτά που πράττουν οι εκλεγμένοι πολιτικοί. Μια λαοκρατία θα μπορούσε να αυξήσει άμεσα τον αριθμό των γυναικών, των μειονοτήτων και των ατόμων με χαμηλότερο εισόδημα στη νομοθεσία και να επωφεληθεί από τις επιστημονικές συνεισφορές κάθε ομάδας στις συζητήσεις πολιτικής. Μάλιστα το σώμα αυτό θα είχε τριετή ζωή και μετά θα ανανεωνόταν.
Αν και αυτή η ιδιότυπη «λαχειοφόρος αγορά εκπροσώπων», οδηγεί σε μια αμερικανικού τύπου λαοκρατία, που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την άμεση δημοκρατία. Σε αυτό το «πολιτικό σύστημα» η λοταρία είναι στημένη. Επειδή πολύ απλά σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Γκερέρο δεν παίρνουν μέρος όλοι. Μόνο όσοι κρίνονται – μετά την κατάλληλη εκπαίδευση – ότι μπορούν να αναλάβουν καθήκοντα εκπροσώπου. Παράλληλα οι δεξαμενές σκέψης και οι εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων, που χρηματοδοτούνται από οικονομικές ελίτ, θα χαιρετούσαν την ευκαιρία να εκπαιδεύσουν νομοθέτες που έχουν επιλεγεί στις «λαϊκές κοινοβουλευτικές λοταρίες», έτσι ώστε να τους κατευθύνουν στη λύση των προβλημάτων των τάξεων που αντιπροσωπεύουν.
Περισσότερη δύναμη στο τοπικό επίπεδο
Η θεραπεία για το έλλειμμα της δημοκρατίας μας είναι να εκχωρήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερη δύναμη στο τοπικό επίπεδο.
Οι σύγχρονοι άνθρωποι μισούν να τους λένε: «Κάντε το επειδή το λέω εγώ.» Η αποξένωση από την πολιτική διαδικασία συχνά οδηγεί τους πολίτες να ταυτιστούν με ισχυρούς ηγέτες που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τη σιωπηλή πλειοψηφία. Σε όλο τον κόσμο, βλέπουμε πολιτικές μάχες μεταξύ τεχνοκρατών, λαϊκιστών, εμπειρογνωμόνων που διεκδικούν εξουσία λόγω των γνώσεών τους έναντι των ηγετών που πολεμούν εναντίον των ελίτ για λογαριασμό των «πραγματικών ανθρώπων».
Ο άλλος δρόμος είναι η Δημοκρατία ή η ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να ασκούν ουσιαστική δύναμη στη διαχείριση κοινών υποθέσεων.
Οπως εύστοχα παρατηρεί ο Νίκολας Τάμπιο, «ο τρόπος για να μάθετε πώς να περπατάτε είναι να περπατήσετε. Ο τρόπος να γίνεις πολίτης είναι να ασκήσεις κάποια εξουσία στην κυβέρνηση ή την κοινωνία των πολιτών. Δεν υπάρχει τεχνολογική γρήγορη λύση για να καταστήσουμε την κοινωνία μας πιο δημοκρατική.»
Τον 21ο αιώνα, ο καπιταλισμός διέρχεται ακόμη μία κρίση. Το αν θα βγει αλώβητος ή όχι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τα όποια αντίμετρα πάρει αλλά και πώς θα αντιμετωπίσουν ή θα «εκμεταλλευτούν» την κρίση του οι τάξεις που βρίσκονται απέναντί του· διαχρονικά. Στον βαθμό όμως που η Δημοκρατία παραμένει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα, στην αστική διανόηση (ή σε τμήμα της) τότε η κρίση του είναι βαθύτερη από ό,τι πιστεύεται.