Δεν θα αποτελέσει έκπληξη και αιφνιδιασμό τυχόν επιλογή του κ. Μητσοτάκη να πάει σε πρόωρες εκλογές. Γιατί αυτό θα συμβεί από τη δυσκολία αντιμετώπισης των προβλημάτων που διογκώνονται εξαιτίας της πολιτικής του, δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Ετοιμότητα για πρόωρες εκλογές
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι οι εξελίξεις υποχρεώνουν το ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται σε ετοιμότητα και να ξεπεράσει την περίοδο «αναστοχασμού» και «αυτοκριτικής» μετά την ήττα των 9 μονάδων στις τελευταίες εθνικές εκλογές.
«Στόχος μας είναι το 32% να γίνει 42%» υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας.
Θα ήταν ανεύθυνο να ζητήσω εκλογές εγώ
Στο ερώτημα γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ζητάει εκλογές ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι «θα ήταν ανεύθυνο να ζητήσω εκλογές. Αν δεν υπήρχε η πανδημία θα είχα ζητήσει ήδη εκλογές».
Πρόσθεσε δε ότι δεν του το επιτρέπουν οι αρχές της παράταξής του. «Σε μια στιγμή κρίσης δεν θα κάνω αυτά που έκανε ο κ. Μητσοτάκης . Όταν ο πολίτης βιώνει ανασφάλεια για τη ζωή του (κρούσματα, κρεβάτια ΜΕΘ) πως μπορώ να ζητήσω εκλογές;» διερωτήθηκε ο κ. Τσίπρας, συμπληρώνοντας:
«Είμαι εδώ, καταθέτω την ετοιμότητά μας με σχέδιο. Αλλά είμαι υποχρεωμένος να έχω ευθύνη. Ελπίζω να την έχει ο κ. Μητσοτάκης αυτή την ευθύνη».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ νωρίτερα, αναφερόμενος στο γιατί η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση δεν έχει κοινωνικό αντίκτυπο και δεν αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις σημείωσε ότι «υπάρχουν ειδών και ειδών έρευνες και μετρήσεις. Υπάρχουν έρευνες που παραγγέλνονται για να διαπιστώσεις τις τάσεις κοινωνίας και αυτές που παραγγέλνονται για να διαμορφώσουν τις τάσεις στην ελληνική κοινωνία».
Σημείωσε πάντως ότι στις δημοσκοπήσεις που έδειχνα στην προηγούμενη φάση της πανδημίας ότι ο ελληνικός λαός συσπειρώθηκε γύρω από την κυβέρνηση για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος της απώλειας της ανθρώπινης ζωής από την πανδημία, σήμερα οι ίδιες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι τάσεις αλλάζουν με ραγδαίο τρόπο.
Διαρκής πολιτική απάτη
Σε αυτό το πλαίσιο ο κ. Τσίπρας επέμεινε στην κριτική περί πολιτικής απάτης της ΝΔ και μίλησε για χαρακτηρισμό που στοιχειοθετείται, αναφερόμενος μεταξύ άλλων στο Μακεδονικό και τη Συμφωνία των Πρεσπών, τις διακηρύξεις περί ανάπτυξης αλλά και στη διαχείριση της πανδημίας.
«Ο χαρακτηρισμός της πολιτικής απάτης στοιχειοθετείται. Δεν είναι μόνο η συμφωνία Πρεσπών που είναι το πιο ισχυρό παράδειγμα. Ο άνθρωπος δεν είχε διαφωνία και επέλεξε να διαφωνήσει για να διχάσει λαό και να κερδίσει λίγους ψήφους. Και σήμερα δίνει .… μάχες. Έταξε προεκλογικά δουλειές και ανάπτυξη και μόλις ανέλαβε –πριν έρθει η πανδημία-, έφερε ύφεση. Πως διαχειρίζεται πανδημία; Λέει ότι έδωσε 24 δις ευρώ και έχει δώσει 4 δις ευρώ. 4,6 δις. Διαρκής πολιτική απάτη» είπε χαρακτηριστικά.
Στην κατεύθυνση αυτή ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι δεν είναι δύσκολο να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον κ. Μητσοτάκη καθώς «εγώ συγκάλεσα τρεις φορές συμβούλιο πολιτικών αρχηγών όταν κλέφτη με ανέβαζαν και ψεύτη με κατέβαζαν, όταν βρισκόμουνα στη μέγγενη των διαπραγματεύσεων με το ΔΝΤ και ο κ. Μητσοτάκης έπαιρνε τις ακραίες θέσεις των δανειστών».
«Δεν είναι δικαιολογία» είπε ο κ. Τσίπρας για τους χαρακτηρισμούς περί πολιτικής απάτης του κ. Μητσοτάκη ότι θα μπορούσαν να συνομιλούν για τα μεγάλα εθνικά ζητήματα.
Τρία ολισθήματα του ΚΙΝΑΛ
Σε σχέση με το πως τοποθετείται ο ΣΥΡΙΖΑ έναντι του ΚΙΝΑΛ και αν το εντάσσει και αυτό στις προοδευτικές δυνάμεις ως εν δυνάμει σύμμαχο του ΣΥΡΙΖΑ ως ο κ. Τσίπρας απάντησε:
«Δεν αμφισβητώ το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού του ΚΙΝΑΛ στην προοδευτική παράταξη. Θα πρέπει να το αποδείξει. Η βασική κριτική στο ΚΙΝΑΛ είναι ότι σε κρίσιμες στιγμές στήριξε τη ΝΔ, τη δεξιά συντηρητική παράταξη σε ακραίες πολιτικές. Και στο διάστημα που μεσολάβησε από τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Σαμαρά , υπέπεσε σε τρία στρατηγικά ολισθήματα. Δεν υποστήριξε Συμφωνία Πρεσπών κόντρα στο κόμμα των ευρωπαίων σοσιαλιστών και κόντρα σε πολλά στελέχη του ΚΙΝΑΛ.
Δεύτερο ολίσθημα σε σχέση με την προοδευτική ταυτότητα είναι η ακατανόητη επιλογή του ΚΙΝΑΛ να καταψηφίσει απλή αναλογική.
Τρίτη ακατανόητη επιλογή του ΚΙΝΑΛ είναι η πρόσφατη επιλογή να υπερψηφίσει ένα νόμο που βάζει γύψο στις διαδηλώσεις.
Δεν μπορούμε να μην ασκούμε κριτική. Δεν έχουμε αριστερόμετρο και προοδευτικόμετρο. Η κοινωνία κρίνει τις πολιτικές δυνάμεις με βάση όσα πράττουν και όχι με όσα λένε».