Διπλό μέτωπο ανοίγει η κυβέρνηση στα εργασιακά και στο Ασφαλιστικό. Συνδικάτα και αντιπολίτευση εκφράζουν τις αντιρρήσεις τους στις προωθούμενες κυβερνητικές αλλαγές επισημαίνοντας ότι σχεδιάζεται ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης ενώ παράλληλα εξυφαίνονται αντεργατικές ρυθμίσεις στα εργασιακά. Στον αντίποδα η κυβέρνηση μιλάει για δύο κρίσιμες μεταρρυθμίσεις που θα διορθώσουν αδικίες και αγκυλώσεις, με θετικό αποτύπωμα σε ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη.
Στο επίκεντρο θα βρεθεί, κατ’ αρχάς, το νέο μοντέλο της επικουρικής ασφάλισης από το 2022. Στον πυρήνα της κυβερνητικής πρότασης που επεξεργάζεται ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου βρίσκεται ένα νέο, δημόσιο επικουρικό ταμείο, που θα λειτουργεί με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, χωρίς να αποκλείεται, σύμφωνα με πληροφορίες, και η ύπαρξη μιας μίνιμουμ εξασφάλισης του αρχικού κεφαλαίου, υπό τη μορφή εγγύησης από το κράτος. Καθώς το σύστημα παραμένει στο πλαίσιο της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης, κάλυψη θα υπάρχει, τόσο για τον κίνδυνο θανάτου όσο και αναπηρίας.
Ο πρώτος πυλώνας – η κύρια σύνταξη – θα παραμένει αμιγώς διανεμητικός. Συμπληρωματικά, με… μπούσουλα το σουηδικό μοντέλο τόσο ως προς τη δομή όσο και ως προς τη διαδικασία διαλόγου που ακολουθήθηκε προκειμένου το νέο σύστημα να ψηφιστεί από το 80% του κοινοβουλίου της χώρας, θα δημιουργηθεί για τους νέους εργαζομένους ένας ατομικός «κουμπαράς», όπου οι επικουρικές τους εισφορές, της τάξης του 6%, θα αθροίζονται, θα τοκίζονται και θα επενδύονται. Στο τραπέζι της συζήτησης βρίσκεται πρόταση ώστε τη διαχείριση να μπορούν να ασκούν και ιδιώτες, υπό την αιγίδα του δημόσιου επικουρικού φορέα. Οι ασφαλισμένοι θα μπορούν να επιλέγουν χαρτοφυλάκια διαβαθμισμένου επενδυτικού κινδύνου, που δυνητικά θα αλλάζει με βάση και την ηλικία των ασφαλισμένων (υψηλότερο επενδυτικό ρίσκο για τους νεότερους, χαμηλότερο για τους μεγαλύτερους σε ηλικία). Αρχικά και χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η δυνατότητα επένδυσης των κεφαλαίων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με πληροφορίες θα επιδιωχθεί η στήριξη της εγχώριας αγοράς χρήματος και κεφαλαίου.
Το νέο νομοσχέδιο
Οσον αφορά το μέτωπο των εργασιακών, εντός Οκτωβρίου, θα κατατεθεί στη Βουλή νέο εργασιακό νομοσχέδιο που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων αλλαγές στην αγορά εργασίας, νέο καθεστώς για την τηλεργασία και πλήρη αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου μαζί με αλλαγές στον τρόπο πληρωμής των υπερωριών. Θα προβλέπεται η προσαρμογή του χρόνου εργασίας στις ανάγκες του εργαζομένου και της επιχείρησης. Ετσι θα δίνεται η δυνατότητα σε εργοδότη και εργαζόμενο να συμφωνούν την «κάλυψη» της υπέρβασης του χρόνου απασχόλησης μιας ημέρας με αντίστοιχη μείωση σε άλλη ημέρα, ρεπό, πρόσθετη άδεια κ.λπ., κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου ή του εργοδότη που ο αντισυμβαλλόμενος μπορεί να αρνηθεί μόνο για σοβαρό λόγο. Ως γνωστόν η επιτροπή Πισσαρίδη περιλαμβάνει στις προτάσεις της τον εξορθολογισμό της χρήσης και του κόστους των υπερωριών επισημαίνοντας ότι η ευελιξία στη χρήση υπερωριών είναι σημαντική για την οικονομική δραστηριότητα και ότι το κόστος των υπερωριών είναι «απαραίτητο να ευθυγραμμιστεί με εκείνο στα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ». Επίσης στο σχέδιο νόμου θα προβλέπεται η δημιουργία Εθνικού Μητρώου Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, όπου θα αναρτώνται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας (επιχειρησιακές, κλαδικές και διαιτητικές αποφάσεις) και θα έχει πρόσβαση σε αυτές το σύνολο των εργαζομένων και εργοδοτών της χώρας.
Στις αλλαγές που προωθούν θα περιλαμβάνεται και ρύθμιση για τη θέσπιση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στα συνδικάτα για τη λήψη αποφάσεων όπως την κήρυξη απεργιών.
Παράλληλα προβλέπεται η καθιέρωση της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας. Ηδη, στο πλαίσιο του «Εργάνη ΙΙ», το υπουργείο Εργασίας προωθεί την εφαρμογή του ψηφιακού ωραρίου, παράλληλα με τη χρήση της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας, που πιλοτικά αναμένεται να ξεκινήσει από επιχειρήσεις, όπως τράπεζες και σουπερμάρκετ, προκειμένου στη συνέχεια να επεκταθεί σε επιχειρήσεις με περισσότερα από 50 άτομα προσωπικό και έως το τέλος του 2021 να τεθεί σε καθολική εφαρμογή. Στην πράξη, τα ωράρια λειτουργίας των επιχειρήσεων και εργασίας των εργαζομένων, καθώς και κάθε τροποποίηση αυτών, θα δηλώνονται ψηφιακά, αυτόματα, ώστε η διασταύρωση και κατά συνέπεια ο έλεγχος από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας να γίνεται σε πραγματικό χρόνο.