«Ασαφή και απρόβλεπτο» χαρακτηρίζει τον ορίζοντα των διερευνητικών Ελλάδας – Τουρκίας ο τέως σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Πρωθυπουργού, Αλέξανδρος Διακόπουλος, καθώς όπως τονίζει «έχει περισσότερο να κάνει με την ειλικρίνεια των προθέσεων της άλλης πλευράς, η οποία είναι αμφίβολη».
Μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο Αλέξανδρος Διακόπουλος χαρακτηρίζει τουλάχιστον ύποπτο το ότι η Τουρκία θέτει μετ’ επιτάσεως το θέμα της αποστρατικοποίησης, υπογραμμίζει την ανάγκη για αμυντική θωράκιση της χώρας, με έμφαση στο Ναυτικό και τονίζει ότι πρέπει να αποδεχτούμε πως μια λύση στα ελληνοτουρκικά, μέσω διμερούς συμφωνίας ή μέσω Χάγης «θα υπολείπεται σε ένα βαθμό των απώτερων επιδιώξεών μας».
Πώς σχολιάζετε τις αποφάσεις της ΕΕ για Τουρκία;
Η ΕΕ χαρακτηρίζεται από μια εγγενή στρατηγική αμφιθυμία γιατί ενώ θα ήθελε να λειτουργεί ως γεωπολιτικός παίκτης με ένα ενιαίο κέντρο που θα προωθεί τα συλλογικά συμφέροντα, στην ουσία λειτουργεί μέσω συγκερασμού διαφορετικών συμφερόντων και συχνά αντιφατικών επιδιώξεων. Αλλοτε «Ενωση» και άλλοτε συνονθύλευμα 27 χωρών με διαφορετικό ειδικό βάρος και επιρροή.
Το θέμα είναι αν ισορροπεί στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή, ή επιτυγχάνεται τουλάχιστον το ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο. Μέσα από τις αντιφάσεις που ξεπερνιούνται, μέσα από τις συγκλίσεις και τους συγκερασμούς, πετυχαίνει το δεύτερο. Γι’ αυτό και προχωράει συνήθως μέσω συμβιβασμών, όπως έγινε και στην τελευταία σύνοδο. Εμείς ιδανικά θα θέλαμε έναν αυτοματοποιημένο μηχανισμό κυρώσεων, αλλά σε κάθε περίπτωση το κείμενο των συμπερασμάτων περιλαμβάνει πολλές αναφορές που ικανοποιούν τις ελληνικές θέσεις. Οπως η αναφορά σε κυρώσεις στην περίπτωση επανάληψης μονομερών ενεργειών ή προκλήσεων, η αναφορά σε «απόλυτη προϋπόθεση» και η υιοθέτηση των ελληνικών θέσεων σε ό,τι αφορά τον σκοπό των διερευνητικών. Αυτά ενισχύουν τη θέση μας στενεύοντας τα περιθώρια της Τουρκίας. Αν επαναλάβει τις ίδιες συμπεριφορές δεν θα μπορέσει καμιά χώρα να τη στηρίξει πλέον.
Η έναρξη διερευνητικών σημαίνει αποκλιμάκωση και με τι ορίζοντα;
Η έναρξη των διερευνητικών δεν σημαίνει μόνο αλλά είναι και έμπρακτο αποτέλεσμα της αποκλιμάκωσης. Αυτός άλλωστε ήταν και ο όρος που τέθηκε από ελληνικής πλευράς. Ο ορίζοντας βέβαια είναι ασαφής και απρόβλεπτος, γιατί έχει περισσότερο να κάνει με την ειλικρίνεια των προθέσεων της άλλης πλευράς, η οποία είναι αμφίβολη. Από τη «διαρροή» Τσαβούσογλου, τις αλλεπάλληλες επιθετικές έως προσβλητικές δηλώσεις του Ερντογάν αλλά και άλλων αξιωματούχων, μέχρι τις συνεχόμενες παράνομες navtex, όλα κατατείνουν στο ότι η Τουρκία προσπάθησε να αποτρέψει την επανέναρξη των διερευνητικών, επιρρίπτοντας την ευθύνη στη χώρα μας. Θα ήταν ευχής έργο να έμπαιναν χρονοδιαγράμματα για να μη δοθεί η δυνατότητα στην Τουρκία να παρελκύσει τη διαδικασία.
Υπό αυτήν την έννοια είναι μάλλον καλό που η προσοχή της ΕΕ αλλά και Γερμανίας, ΗΠΑ είναι στραμμένη πάνω στις διερευνητικές. Η όλη αποσταθεροποιητική δράση της Τουρκίας στην περιοχή, και η συνακόλουθη προσοχή της διεθνούς κοινότητας, έχει σαν αποτέλεσμα να έχουν στενέψει πολύ τα περιθώρια επιθετικών αντιδράσεων από πλευράς της. Βεβαίως, για να μη γελιόμαστε, δεν είναι όλα εύκολα – ούτε όλα θέμα τουρκικής στάσης. Θα πρέπει και μεις όλοι, πολιτικό σύστημα, ΜΜΕ και κοινωνία, να καταλάβουμε και να αποδεχτούμε ότι αν ποτέ υπάρξει κάποιας μορφής συμφωνία ή λύση (έστω και μέσω Χάγης) αυτή θα υπολείπεται σε ένα βαθμό των απώτερων επιδιώξεών μας. Αυτό θα είναι το αντίτιμο της ειρηνικής επίλυσης, της σταθερότητας και της απαλλαγής από τον βραχνά της αβεβαιότητας, των συνεχών προκλήσεων και προστριβών.
Η Τουρκία επιχειρεί να φέρει στο τραπέζι των συνομιλιών το σύνολο των διεκδικήσεών της με πρώτο θέμα την αποστρατικοποίηση. Τι στοχεύει με αυτό και κατά πόσο δυναμιτίζει τον διάλογο πριν ξεκινήσει;
Οπως ανέφερα προηγουμένως, η Τουρκία δεν επιθυμούσε μια οριοθετημένη και δομημένη διαδικασία συνομιλιών, αλλά μάλλον έναν πολιτικό διάλογο όπου θα συνομιλούσε από θέση ισχύος. Σαφώς τώρα θα προσπαθήσει να βάλει τα πάντα στο τραπέζι αλλά δεν είναι στο χέρι της να καθορίσει το πλαίσιο. Από τη φύση τους οι συνομιλίες γίνονται πάνω σε θέματα στα οποία συμφωνούν και οι δύο πλευρές να συνομιλήσουν. Δεν μπορεί η μία πλευρά να υποχρεώσει την άλλη να συνομιλήσει για θέματα που δεν επιθυμεί.
Αλλωστε η διαδικασία αυτή δεν αποτελεί διαπραγμάτευση αλλά ανταλλαγή απόψεων και αναζήτηση συγκλίσεων όχι αποκλίσεων. Γι’ αυτό λέγονται διερευνητικές. Διερευνάται η ύπαρξη κοινού εδάφους για να ακολουθήσουν διαπραγματεύσεις και πιθανώς συνυποσχετικό. Τώρα η Τουρκία θέτει το θέμα της αποστρατικοποίησης μετ’ επιτάσεως και αυτό είναι τουλάχιστον ύποπτο και μάλλον κακός οιωνός για την πορεία των διερευνητικών. Μπορεί να το κάνει για λόγους τακτικής αλλά δεν πρέπει να μας διαφεύγει και η στρατηγική διάσταση πίσω από αυτό. Η Ελλάδα έχει πάντως πολύ ισχυρά νομικά και πολιτικά επιχειρήματα για να απορρίψει στο σύνολό τους τις τουρκικές αιτιάσεις πάνω στο θέμα.
Γιατί η Αγκυρα επιχειρεί διαχωρισμό Ελλάδας και Κύπρου, θέλοντας να υποτιμήσει την παρουσία των τουρκικών ερευνητικών και πολεμικών στην κυπριακή ΑΟΖ; Και τελικά η κλιμάκωση γύρω από την Κύπρο δεν συνιστά απειλή για την Ευρώπη;
Η Αγκυρα δεν επιχειρεί διαχωρισμό Ελλάδας και Κύπρου αλλά διάσπαση του ενιαίου μετώπου. Υπό μια άλλη έννοια επιχειρεί την ενοποίηση, δηλαδή την άσκηση πίεσης στην Ελλάδα μέσω της Κύπρου. Οταν τον Ιούλιο, μετά την πρώτη navtex του Oruc Reis, αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, έβγαλε αμέσως νέα navtex στην κυπριακή ΑΟΖ προκειμένου να αντιδράσουμε και να χρεωθούμε εμείς τη μη επανάληψη των διερευνητικών. Η Τουρκία, που σημειωτέον όταν μιλούσε για την κυβέρνηση Σαράτζ επαναλάμβανε εμμονικά ως «μάντρα», πως πρόκειται για τη «διεθνώς αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ» δεν αναγνωρίζει τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεν αποδέχεται την Κύπρο ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Θεωρεί επίσης πως πολιτικά (λόγω της καταψήφισης του σχεδίου Ανάν) αλλά και στρατιωτικά η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πιο εύκολος στόχος. Η αλήθεια πάντως είναι πως πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι αμφίθυμες. Η κλιμάκωση γύρω από την Κύπρο συνιστά απειλή, αλλά φοβούνται εξίσου μια ανεξέλεγκτη επιθετικότητα της Τουρκίας όσο μια ανεξέλεγκτη κατάρρευσή της, γι’ αυτό προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ engagement και containment.
Εξοπλισμοί: Αναγκαίοι και σε ποια κατεύθυνση;
Με την τουρκική επιθετικότητα στο απόγειό της και έναν εθνικιστικό παροξυσμό να διαπερνά όλο το τουρκικό πολιτικό σύστημα, η αμυντική θωράκιση της χώρας μας είναι απαραίτητη. Αλλά ακόμα και αν υπάρξει αποκλιμάκωση με μόνιμα χαρακτηριστικά, πάλι θα πρέπει να διατηρούμε ισχυρές και αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις. Η περιοχή μας είναι πολύ ασταθής και το περιβάλλον ασφάλειας εγγενώς απρόβλεπτο για να έχουμε την πολυτέλεια να επαναπαυθούμε.
Η κατεύθυνση θα πρέπει να είναι προς τις νέες τεχνολογίες και η έμφαση στο Ναυτικό. Η Ελλάδα περιβάλλεται από 4 θάλασσες (Αιγαίο, Ιόνιο, Λιβυκό, Ανατ. Μεσόγειος) και χρειάζεται απαραιτήτως νέες Φρεγάτες. Η πρόσφατη κρίση κατέδειξε για μια ακόμα φορά την ανάγκη ενός ισχυρού Πολεμικού Ναυτικού.
Ποια ήταν τα μηνύματα της επίσκεψης Πομπέο; Θεωρείτε ότι αφήνει «παράθυρο» στην τουρκική πλευρά;
Τα μηνύματα της επίσκεψης ήταν πολλαπλά τόσο σε πρακτικό όσο και συμβολικό επίπεδο. Η πολιτική σύσφιξη των σχέσεων Αθήνας – Ουάσιγκτον που αποκρυσταλλώνεται στη Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας αλλά και την αναβάθμιση της Σούδας, ισχυροποιεί πολιτικά τη θέση της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε συνάντηση Πομπέο – Δένδια, άρση εμπάργκο όπλων στην Κύπρο, επίσκεψη Πομπέο στην Κύπρο και τώρα είχαμε μια πολυήμερη επίσκεψη στη χώρα μας, χωρίς αντισταθμιστική επίσκεψη στην Τουρκία. Παράλληλα οι δηλώσεις περί επίλυσης των ζητημάτων στη βάση του Δικαίου της Θάλασσας και εναντίον κάθε μονομερούς ενέργειας, απηχούν σε μεγάλο βαθμό και ενισχύουν τις ελληνικές θέσεις. Το παράθυρο για την Τουρκία παραμένει ακόμα, αλλά όσο η Τουρκία συνεχίζει να λειτουργεί αποσταθεροποιητικά, αυτό θα κλείνει. Το μήνυμα είναι σαφές: οι ΗΠΑ δεν σκοπεύουν να φύγουν τελείως από την περιοχή και να αφήσουν τα κλειδιά στην Τουρκία…