Σε ηλικία 65 ετών πέθανε ο θρυλικός κιθαρίστας Eddie Van Halen.
Ο Eddie Van Halen, ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος Van Halen, έδωσε σκληρή μάχη με τον καρκίνο για δέκα ολόκληρα χρόνια, όμως δυστυχώς ηττήθηκε.
Όπως αναφέρουν τα αμερικανικά ΜΜΕ τις τελευταίες 72 ώρες η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε ραγδαία.
Ο Eddie θεωρείται ένας από τους καλύτερους και πιο επιδραστικούς κιθαρίστες όλων των εποχών. Έγινε πασίγνωστος με το σόλο του στο «Eruption» των Van Halen.
1978-1984
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, οι αδελφοί Έντι και Άλεξ Βαν Χέηλεν συνεργάστηκαν, αρχικά, με τον μπασίστα Μαρκ Στόουν και στη συνέχεια με τον Μάικλ Άντονι, σχηματίζοντας τους Mammoth. Το 1973, στο συγκρότημα εντάχθηκε ο τραγουδιστής Ντέιβιντ Λι Ροθ και οι Mammoth εμφανιζόταν ζωντανά σε κλαμπ του Λος Άντζελες παίζοντας διασκευές σε συγκροτήματα όπως οι ZZ Top, οι Aerosmith, οι Deep Purple, οι Led Zeppelin, κ.α.
Το πρώτο ντέμο του συγκροτήματος ηχογραφήθηκε με χρήματα του μπασίστα των Kiss, Τζιν Σίμονς και οι παραγωγοί Τεντ Τέμπλμαν και Μο Όστιν της Warner Bros. υπέγραψαν συμβόλαιο με το συγκρότημα, το οποίο είχε πλέον αλλάξει το όνομα του σε Van Halen, στο «Starwood Club» του Λος Άντζελες το 1977.
Το ομώνυμο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1978 και περιείχε τις μεγάλες επιτυχίες «Runnin’ with the Devil», «Ain’t Talkin’ ’bout Love», το σόλο κιθάρας «Eruption» και την διασκευή στο «You Really Got Me» των Kinks που σκαρφάλωσε στο Top-40 της πατρίδας τους. Ο δίσκος έχει πουλήσει πάνω από δέκα εκατομμύρια αντίτυπα στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει βραβευθεί ως διαμαντένιος.
Η πρώτη τους περιοδεία στη Βόρεια Αμερική έγινε λίγο πριν την κυκλοφορία του άλμπουμ μαζί με τους Journey και τους Montrose. Στη συνέχεια, περιόδευσαν στη Μεγάλη Βρετανία ανοίγοντας τις εμφανίσεις των Black Sabbath, οι οποίοι είχαν τότε κυκλοφορήσει το «Never Say Die». Στη συνέχεια, πραγματοποίησαν περιοδεία και πάλι στην Βόρεια Αμερική αλλά και στην Γερμανία.
Στις 23 Μαρτίου 1979, κυκλοφόρησε ο δεύτερος τους δίσκος με τίτλο «Van Halen II», ανεβαίνοντας για πρώτη φορά στο Top-10 της πατρίδας τους, ενώ περιείχε την Top-20 επιτυχία «Dance the Night Away». Για την προώθηση του άλμπουμ περιόδευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με τους Journey, Montrose και Black Sabbath.
Ο ήχος των Van Halen έγινε πιο σκληρός στο «Women and Children First» του 1980, που σκαρφάλωσε στο # 6 του Billboard, συνοδευόμενο από το σινγκλ «And the Cradle Will Rock…». Μετά από μία ευρωπαϊκή περιοδεία το συγκρότημα επέστρεψε στο στούντιο για την ηχογράφηση του «Fair Warning», του τέταρτου συνεχόμενου πολλαπλά πλατινένιου δίσκου τους, παρά το γεγονός ότι κανένα από τα τέσσερα σινγκλ του δεν μπήκε στο Hot-100 των αμερικάνικων τσαρτ.
Ακολούθησε το «Diver Down» του 1982 που έφθασε στο # 3 και περιείχε τη διασκευή στο «(Oh) Pretty Woman» του Ρόι Όρμπισον που έφθασε στο # 12 και το «Dancing in the Street» των Martha & the Vandellas που σκαρφάλωσε στο Top-40. Κατά την περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ, τις εμφανίσεις τους άνοιγαν οι G-Force του Γκάρι Μουρ, ενώ τον Οκτώβριο οι Van Halen έπαιξαν ζωντανά μαζί με τους Rolling Stones.
Στις αρχές του 1983, περιόδευσαν στην Λατινική Αμερική και λίγους μήνες αργότερα εμφανίστηκαν σαν πρώτο όνομα στο «US Festival» μαζί με τους Motley Crue, Ozzy Osbourne, Judas Priest, Scorpions, κ.α., μπροστά σε σχεδόν μισό εκατομμύριο θεατές.[10] Τον Ιανουάριο του 1984, οι Van Halen κυκλοφόρησαν το άλμπουμ «1984» που ανέβηκε στο # 2 των τσαρτ στην πατρίδα του συγκροτήματος και περιείχε την # 1 επιτυχία «Jump», όπως και τα ιδιαίτερα επιτυχημένα σινγκλ «Hot For Teacher», «I’ll Wait» και «Panama». Το άλμπουμ έχει βραβευθεί ως διαμαντένιο ενώ το σινγκλ του «Jump» έγινε χρυσό. Το συγκρότημα περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Αύγουστο του 1984 εμφανίστηκαν σαν πρώτο όνομα στο φεστιβάλ «Monsters of Rock» του Ντόνινγκτον, μαζί με τους AC/DC, Motley Crue και Accept.
Παρά την πολύ μεγάλη επιτυχία, ο Ροθ αποφάσισε να αποχωρήσει για να ακολουθήσει προσωπική καριέρα, κυκλοφορώντας το άλμπουμ «Crazy From The Heat» με την # 3 επιτυχία «California Girls». Οι Van Halen τον αντικατέστησαν με τον Σάμι Χάγκαρ.
1985-σήμερα
Ο πρώτος δίσκος του συγκροτήματος με τον Χάγκαρ στη σύνθεση του ήταν το «5150», τον Μάρτιο του 1986, το οποίο έγινε το πρώτο άλμπουμ των Van Halen που σκαρφάλωσε στην κορυφή των αμερικάνικων τσαρτ και βραβεύθηκε ως έξι φορές πλατινένιο, ενώ περιείχε την μεγάλη επιτυχία «Why Can’t This Be Love» που έφθασε στο # 3, όπως και τα «Dreams» και «Love Walks In». Την επόμενη χρονιά, ο Χάγκαρ κυκλοφόρησε το ομώνυμο άλμπουμ του, αφού δεσμευόταν στην «Geffen» σαν σόλο καλλιτέχνης για άλλον ένα δίσκο.
Το 1988, οι Van Halen επέστρεψαν με το «OU812», το οποίο σκαρφάλωσε στο # 1 της πατρίδας τους συνοδευόμενο από τις μεγάλες επιτυχίες «When It’s Love» και «Finish What Ya Started». Κατά την περιοδεία για την προώθηση του δίσκου το συγκρότημα ήταν πρώτο όνομα του αμερικανικού φεστιβάλ «Monsters of Rock» στο οποίο συμμετείχαν επίσης, οι Scorpions, οι Dokken, οι Metallica και οι Kingdome Come.
Το 1991, ο Τεντ Τέμπλμαν επέστρεψε στη θέση του παραγωγού του συγκροτήματος, το οποίο ηχογράφησε τον τριπλά πλατινένιο δίσκο «For Unlawful Carnal Knowledge», το τρίτο συνεχόμενο # 1 των Van Halen. Από τον Αύγουστο του 1991 μέχρι τον Ιανουάριο του 1992 περιόδευσαν στη Βόρεια Αμερική μαζί με τους Alice in Chains, ενώ για το υπόλοιπο της περιοδείας, τους συνόδευαν οι Αυστραλοί Baby Animals.
Ακολούθησε το πρώτο, ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ του συγκροτήματος με τίτλο «Live: Right Here, Right Now» το 1993, με τους Van Halen να επιστρέφουν στην Ευρώπη μετά από εννέα χρόνια, για μία περιοδεία μαζί με τους Little Angels, ενώ στην Αμερική τις εμφανίσεις τους άνοιγε το προσωπικό σχήμα του Βινς Νιλ, τραγουδιστή των Motley Crue.
Τον Απρίλιο του 1995, ο Έντι Βαν Χέηλεν συνελήφθη σε αεροδρόμιο όταν στις αποσκευές του είχε όπλο, αλλά δεν έγινε μήνυση και αφέθηκε ελεύθερος. Στις αρχές της χρονιάς, οι Van Halen είχαν κυκλοφορήσει τον δίσκο «Balance» και κατά την περιοδεία του άλμπουμ άνοιγαν τις ευρωπαϊκές εμφανίσεις των Bon Jovi. Μετά την επιστροφή του συγκροτήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανακοινώθηκε η αποχώρηση του Χάγκαρ από τη σύνθεση των Van Halen.
Το μικρόφωνο ανέλαβε ο πρώην τραγουδιστής των Extreme, Γκάρι Τσερόουν και το συγκρότημα κυκλοφόρησε το «Van Halen III», το πρώτο άλμπουμ τους που δεν έγινε πλατινένιο. Η βρετανική περιοδεία τους αναβλήθηκε λόγω τραυματισμού του Άλεξ Βαν Χέηλεν, αλλά οι εμφανίσεις τους στην υπόλοιπη Ευρώπη πραγματοποιήθηκαν με τους Deadline σαν support συγκρότημα.
Στις αρχές του 2000 ανακοινώθηκε η αποχώρηση του Τσερόουν, ενώ λίγους μήνες αργότερα έγινε γνωστό ότι ο Έντι Βαν Χέηλεν έπασχε από καρκίνο στη γλώσσα, αρρώστια η οποία εξαλείφθηκε μετά από σειρά επεμβάσεων.
Στα τέλη του 2003 ανακοινώθηκε η επιστροφή του Σάμι Χάγκαρ ως τραγουδιστή των Van Halen και η κυκλοφορία της συλλογής «The Best of Both Worlds» με τρία νέα κομμάτια. Ακολούθησε μία πολύ μεγάλη περιοδεία, η οποία ξεκίνησε στις 11 Ιουνίου 2004 από το Γκρίνσμπορο της Βόρειας Καρολίνας, ενώ η συλλογή ανέβηκε στη δεύτερη θέση του Billboard πουλώντας πάνω από 138.000 αντίτυπα στην πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας της, για να λάβει πλατινένια βράβευση δύο μήνες αργότερα.
Τον Απρίλιο του 2005, οι Χάγκαρ και Άντονι περιόδευσαν στο Μεξικό και λίγους μήνες αργότερα, ο μπασίστας αποχώρησε οριστικά από τους Van Halen. Ο αντικαταστάτης του ανακοινώθηκε τον Οκτώβριο του 2006 και ήταν ο 15χρονος γιος του Έντι Βαν Χέηλεν, Βόλφγκανγκ Βαν Χέηλεν.
Τον Ιανουάριο του 2007, οι Van Halen εντάχθηκαν στο Rock and Roll Hall of Fame, ενώ στο μικρόφωνο του συγκροτήματος επέστρεψε ο Ντέιβιντ Λι Ροθ και περιόδευσαν στη Βόρεια Αμερική, για μία περιοδεία η οποία ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2008, μετά από μία διακοπή για προσωπικούς λόγους του κιθαρίστα του συγκροτήματος.
Στις αρχές του 2011, οι Van Halen επέστρεψαν στο στούντιο για την ηχογράφηση του πρώτου τους στούντιο δίσκου μετά το 1998. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στις 7 Φεβρουαρίου 2012 με τίτλο «A Different Kind of Truth», σκαρφαλώνοντας στη δεύτερη θέση των αμερικάνικων τσαρτ. Το σινγκλ του δίσκου ήταν το «Tattoo», το οποίο έγινε το πρώτο σινγκλ των Van Halen που μπήκε στο Hot-100 μετά το 1995.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Eddie διαγνώστηκε με εκκολπωματίτιδα και αναγκάστηκε να μπει στο χειρουργείο αναβάλλοντας την ιαπωνική περιοδεία του συγκροτήματος.
Τον Απρίλιο του 2013, το συγκρότημα εμφανίστηκε για πρώτη φορά εκτός Αμερικής, με τον Ροθ στο μικρόφωνο, μετά το 1984, παίζοντας στο «Stone Festival» του Σίδνεϊ.
Δύο χρόνια αργότερα, κυκλοφόρησαν τον πρώτο, ζωντανά ηχογραφημένο δίσκο τους με τον Ροθ στα φωνητικά, με τίτλο «Tokyo Dome Live in Concert», το οποίο σκαρφάλωσε στο αμερικάνικο Top-20.