Αν και τα κοινωνικά φαινόμενα, όπως συχνά και τα πολιτισμικά, είναι εξαιρετικά σύνθετα και συνιστά ένδειξη τουλάχιστον αφέλειας να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να τα εγκλωβίσει σε μια συνοπτική περιγραφή που εκ των πραγμάτων επιβάλλει ένα άρθρο σε εφημερίδα, η περίοδος που διανύουμε, την οποία έχω ορίσει ως «νεομεσαιωνικό μετακαπιταλισμό», χαρακτηρίζεται, θεωρώ, από τις ακόλουθες θεμελιώδεις συνθήκες.
Κάποιες από αυτές προϋπήρχαν του «νεομεσαιωνικού μετακαπιταλισμού» σε μικρότερη ένταση και έκταση, αλλά ο συνδυασμός όλων και η ανάδυση συναφών καινούργιων καθορίζουν αποφασιστικά την εποχή μας:
1) Ηγεμονοποίηση των υπόλοιπων πεδίων ανθρώπινης δράσης από τη σφαίρα του οικονομικού. Περίπου έναν αιώνα πριν (από διαφορετική, βεβαίως, οπτική) ο Ζορζ Μπατάιγ καταδίκαζε την απομόνωση της σφαίρας του «οικονομικού» από τους υπόλοιπους τομείς ανθρώπινων δραστηριοτήτων και επιδιώξεων. Σήμερα, ωστόσο, η εν πολλοίς αυτονομία του οικονομικού εις βάρος του «πολιτικού» και του «κοινωνικού» έχει ξεπεράσει οποιοδήποτε προηγούμενο. Υπάρχει, επομένως, πιστεύω, μια μετεξέλιξη της υποκατάστασης του «πολιτικού» από το «κοινωνικό» (που είχε διαγνώσει η Χάνα Αρεντ περίπου εβδομήντα χρόνια πριν, ως αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού που θα ονομάζαμε σήμερα βιοπολιτική από το κράτος, επί τη βάσει κυρίως στατιστικών και σχετικών μεθόδων) σε υποκατάσταση του «πολιτικού» από το «οικονομικό».
Η πρόσφατη παγκόσμια και εγχώρια οικονομική κρίση έχουν καταδείξει το φαινόμενο αυτό σε όλο του το μεγαλείο: μια ολόκληρη ήπειρος (η Ευρώπη) και οι πολιτικοί ηγέτες της δεν δίστασαν να ομολογήσουν την αδυναμία τους να τιθασεύσουν τις λεγόμενες παγκοσμιοποιημένες «αγορές», οι οποίες, αν αναλύσει κανείς τις κατά καιρούς δηλώσεις των ευρωπαίων πολιτικών, είχαν περιβληθεί με την αύρα μιας σχεδόν υπερβατικής, αλλά άκρως παρεμβατικής, δύναμης, που δεν μπορεί να υποβληθεί παρά σε ελάχιστους – στην καλύτερη περίπτωση – περιορισμούς πολιτικής υφής.
Στην Ελλάδα, συμβολικό σύμπτωμα μιας τέτοιας εξέλιξης είναι, μεταξύ άλλων, η χρήση, τα τελευταία χρόνια, ενός όρου με εμβληματική βαρύτητα για την περιγραφή των φορέων του διεθνούς οικονομικού ελέγχου στη χώρα: εννοώ τη λέξη «θεσμοί» (αντί των «τρόικα» ή «κουαρτέτο»), που παραδοσιακά αναφέρεται κυρίως σε δομές και συστήματα κατοχύρωσης της αυτόνομης πολιτικής λειτουργίας μιας κοινωνίας. Σχετική είναι και η επέκταση της χρήσης του όρου «κεφάλαιο» (capital) σε διάφορες άλλες κατηγορίες/τομείς και η συμπαρομαρτούσα οικονομικοποίησή τους: π.χ. «ανθρώπινο κεφάλαιο» (human capital), «πληροφοριακό κεφάλαιο» (information capital), «γνωσιακό κεφάλαιο» (knowledge capital), «διανοητικό κεφάλαιο» (intellectual capital).
Η προφανώς μη αναστρέψιμη αυτή πραγματικότητα θέτει περαιτέρω το εξής εξαιρετικά σημαντικό και σύνθετο ερώτημα: ποιο είναι το περιεχόμενο της έννοιας και του ρόλου του «πολίτη» σήμερα στις λεγόμενες «δημοκρατικές» (<«κράτος» του «δήμου») κοινωνίες, όταν αυτές τελούν υπό την οιονεί μεταφυσική ηγεσία του οικονομικού εις βάρος του πολιτικού αλλά και του κοινωνικού;
Αν ολόκληρα κράτη ή διακρατικές εταιρείες, όπως η ευρωζώνη, παραδέχονται, λίγο-πολύ, αδυναμία να ελέγξουν άμεσα και αποφασιστικά το μορμολύκειο των ψηφιοποιημένων «αγορών», ποια περιθώρια ελέγχου ή επέμβασης απομένουν στους πολίτες, οι οποίοι απέχουν πολλαπλά επίπεδα από το υπερβατικό-παρεμβατικό, παγκοσμιοποιημένο «οικονομικό»; Αναμφίβολα, στον λεγόμενο δυτικό κόσμο η μέχρι τώρα μετακλασική ιστορία δεν έχει να υποδείξει κανένα καλύτερο (από ηθική αλλά και πρακτική, κοινωνική άποψη) πολιτικό σύστημα από αυτό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ποιες λύσεις εξισορρόπησης του «πολιτικού» και του «οικονομικού» οι ταγοί της είναι σε θέση να προτείνουν και πώς μπορούν ή πόσο επιθυμούν να παρεμποδίσουν την ολοένα αυξανόμενη περιθωριοποίηση των πολιτών και τον αποκλεισμό τους, ουσιαστικά, από τη λήψη αποφάσεων οι οποίες επηρεάζουν άμεσα τους ίδιους και τις επόμενες γενεές;
2) Γενικευμένη ελεγχόμενη ψηφιοποίηση ποικίλων δραστηριοτήτων – από τις διαπροσωπικές σχέσεις, διάφορες μορφές επικοινωνίας, προσωπικές αγοραστικές συνήθειες, μέχρι τη λειτουργία των λεγόμενων αγορών κ.τ.λ. Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό και με τις πρωτόγνωρες επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις, δημιουργεί μια καινούργια αίσθηση, αλλά και εκδοχή, της πραγματικότητας, που κείται συχνά πέραν του πεδίου άμεσης αντίληψης των ατόμων/πολιτών. Εδώ, ενίοτε τα όρια μεταξύ καθημερινής πραγματικότητας και, τρόπον τινά, υπερβατικής, δηλαδή αποστασιοποιημένης, πιθανής πραγματικότητας και των αντίστοιχων χωροχρόνων γίνονται δύσκολα διακριτά για το σύνολο των πολιτών.
3) Επιτάχυνση και πολλαπλασιασμός των επιπτώσεων της άμετρης παρέμβασης του ανθρώπου στη φύση σε βαθμό συγκρίσιμο, εν πολλοίς, με τις κοσμογονικές εξελίξεις των γεωλογικών περιόδων· εξ ου και η χρήση του όρου «ανθρωπόκαινο» για να τις χαρακτηρίσει (κατ’ αναλογία π.χ. προς τα «παλαιόκαινο» ή «πλειστόκαινο»). Η κλιματική αλλαγή και οι διάφορες οικολογικές καταστροφές σε ολόκληρο τον πλανήτη αποτελούν τις πιο απτές εκφάνσεις της παρεμβατικότητας αυτής.
Ο συνδυασμός των τριών βασικών αυτών συνθηκών και συναφών επιμέρους, σχετιζόμενων γενικά με τεχνολογικές εξελίξεις και προσδοκίες (π.χ. πιθανή «συμβίωση» του ατομικού, ανθρώπινου εγκεφάλου με τον ηλεκτρονικό και υπέρβαση των ορίων ισχύος και ζωής του πρώτου μέσω του δεύτερου, εγκατάσταση ανθρώπινων μικροαποικιών στο Διάστημα κ.ά.) οδηγεί σε έναν επαναπροσδιορισμό της ίδιας της έννοιας του «ανθρώπινου» και των σχέσεών του με την πραγματικότητα, τα όρια και το περιεχόμενο της οποίας επίσης επαναπροσδιορίζονται δραματικά.
Τι σημαίνει, λοιπόν, η κατηγορία του «ανθρώπου» στην εποχή του «νεομεσαιωνικού μετακαπιταλισμού»; Ποιο το περιεχόμενο του όποιου (μετα)ανθρωπισμού; Ποια η λειτουργία/αξία των αντίστοιχων, ανθρωπιστικών και κοινωνικών, επιστημών και ποιες οι ιδανικές προτεραιότητές τους σήμερα; Πρόκειται για ζητήματα θεμελιώδους σημασίας τα οποία θα θίξω τις ερχόμενες εβδομάδες.