Ο Γάλλος φιλόσοφος Μπερνάρ Ανρί Λεβί και ο πρόεδρος της οργάνωσης «JFK–Justice for Kurds» Τόμας Κάπλαν καταδικάζουν την επιθετικότητα της Τουρκίας κατά των Κούρδων της Συρίας, αλλά και τη γενικότερη προκλητική της στάση απέναντι στη Δύση και τα πολλαπλά μέτωπα που έχει ανοίξει.
Οι δύο άνδρες υπογράφουν δισέλιδη καταχώρηση που δημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση των Νew York Times υπό τον τίτλο: «Ήρθε η ώρα να τα χαλάσουμε με τον Ερντογάν», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις πολεμοχαρείς διαθέσεις του Τούρκου προέδρου που απειλούν τα συμφέροντα της Δύσης.
H JFK είναι μια γαλλοαμερικάνικη οργάνωση με έδρα τη Νέα Υόρκη για την προστασία των Κούρδων και την αφύπνιση της διεθνούς κοινής γνώμης για το κουρδικό ζήτημα. Φέτος, συμπληρώθηκε ένας χρόνος από την συμπλήρωση ενός έτους από την εισβολή της Τουρκίας στη βόρεια Συρία.
H ανακοίνωση καταδικάζει την επιθετικότητα της Τουρκίας κατά των Κούρδων της Συρίας και στηλιτεύει την Αμερικανική αποχώρηση από εκεί, αφήνοντας εγκαταλελειμμένους στο έλεος της Τουρκίας, τους σύμμαχους Κούρδους των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά του ISIS.
Αναφορά και στα ελληνοτουρκικά
«Από την Κύπρο έως τη Λιβύη, από τα νησιά του Αιγαίου έως τη Συρία, από το Ιράκ έως το Λίβανο, από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη έως τις μακρινές ακτές της Ερυθράς θάλασσας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ενισχυμένος από τη στρατιωτική του συμμαχία με το Κατάρ, συνιστά μια απειλή για την περιοχή», αναφέρεται στην ανακοίνωση τη JFK.
Επίσης στην πρώτη σελίδα, υπάρχουν αποσπάσματα δηλώσεων του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, ενδεικτικά της επιθετικότητάς του, μεταξύ των οποίων:
«Δεν υπάρχει κάποια δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη χώρα μας» και «Δεν θα διστάσουμε να θυσιάσουμε μάρτυρες σε αυτήν τη μάχη – είναι οι λαοί της Ελλάδας, της Γαλλίας κάποιων χωρών της βόρειας Αφρικής και του Κόλπου έτοιμοι να κάνουν τέτοιες θυσίες;».
«Πώς θα σταματήσουμε τον Ερντογάν»
Στην ιστοσελίδα του Justice for Kurds, υπάρχει εκτεταμένο άρθρο των Μπερνάρ Ανρί Λεβί και Τόμας Κάπλαν, όπου ζητούν από τη Δύση να περιορίσει τον Ερντογάν, χαρακτηρίζοντάς τον «διαταραγμένη προσωπικότητα».
«Ο αυταρχικός πρόεδρος της Τουρκίας θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα της Δύσης… Στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι Γάλλοι Λαμαρτίνος και ο Σατωβριάνδος είχαν εξουσία, η Τουρκία ήταν γνωστή ως «ο ασθενής της Ευρώπης».
Δύο αιώνες αργότερα, η Τουρκία είναι αυτή που με γρήγορους ρυθμούς αρρωσταίνει την Ευρώπη – και όχι μόνο την γηραιά ήπειρο, αλλά και την ευρύτερη Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή.
Τα συμπτώματα της νέας ασθένειας είναι γνωστά: η αιματηρή εισβολή στη βόρεια Συρία, η καταστολή της Δημοκρατίας στη δυτική Λιβύη, η αντιπαράθεση με την Κύπρο και τώρα με την Ελλάδα ανοιχτά του Καστελόριζου, ο πόλεμος που έχει ενορχηστρώσει μεταξύ Αζερμπαιτζάν και της μικροσκοπικής δημοκρατίας της Αρμενίας, και τα πρόσφατα σχόλια του Ερντογάν στους Τούρκους βουλευτές ότι «η Ιερουσαλήμ είναι η πόλη μας».
[…]
Για να μην αναφέρουμε τη μοναδική προσωπικότητα (εντάξει, τη διαταραγμένη προσωπικότητα…) του ανθρώπου που, μέχρι νεωτέρας, ενσωματώνει αυτόν τον εκρηκτικό συνδυασμό.
Το πραγματικό ερώτημα είναι τι μέσα διαθέτει η Δύση για τον περιορισμό της τουρκικής απειλής.
Βλέπουμε τρία, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα:
1. Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Στην πραγματικότητα, είναι από το 1952. Και γνωρίζουμε ότι η συνθήκη του ΝΑΤΟ δεν περιέχει καμία διάταξη για την αποπομπή ενός μέλους.
Αλλά αυτός είναι ένας λόγος για να αποδεχτούμε παθητικά την εγγύτητα με ένα καθεστώς που, στο Κουρδιστάν, σκοτώνει τους πιο αξιόπιστους συμμάχους μας στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους ; Δεν είμαστε υποχρεωμένοι τουλάχιστον να εξετάσουμε το ζήτημα του διπλού παιχνιδιού που παίζεται από μια χώρα που αποκτά μαχητικά F-16 από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αντιπυραυλικά συστήματα S-400 από τη Ρωσία;
Και δεν θα πρέπει να αποφύγουμε να σπρώξουμε τη χώρα στην αγκαλιά του Πούτιν όταν μπορούμε να δούμε πολύ καλά ότι οι επιθέσεις φιλίας της Άγκυρας πολλαπλασιάζονται όχι μόνο με τον Πούτιν αλλά και με τον αντίπαλο του ΝΑΤΟ, τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) ;
Η Τουρκία πρέπει να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ. Το λιγότερο που πρέπει να κάνουμε είναι να της υπενθυμίσουμε αυστηρά τα άρθρα 1 και 2 της Συνθήκης, τα οποία δεσμεύουν τα μέλη να «διευθετήσουν οποιαδήποτε διεθνή διαφορά στην οποία ενδέχεται να εμπλακούν με ειρηνικά μέσα».
2. Η σημερινή πολεμοχαρής και αυταρχική Τουρκία έχει έναν άλλο βίαιο σύμμαχο που χρηματοδοτεί τις προκλήσεις της, όπως όταν, το καλοκαίρι του 2018, ο Ερντογάν κράτησε όμηρο τον Αμερικανό πάστορα Andrew Brunson και οι αμερικανικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε βάρος της απειλούσαν να βυθίσουν το τουρκικό νόμισμα. Αυτός ο σύμμαχος είναι το Κατάρ. Και, ειρωνικά, η ίδια η αμερικανική κυβέρνηση που επέβαλε αυτές τις κυρώσεις ανακοίνωσε πρόσφατα, ότι θα προσφέρει στο Κατάρ το πολυπόθητο καθεστώς ενός «μεγάλου μη NATO-ικού συμμάχου…». Θυμηθείτε, ότι το καθεστώς αυτό παρέχει ευνοϊκή πρόσβαση στον στρατιωτικό εξοπλισμό του Πενταγώνου και στις τεχνολογίες που το συνοδεύουν. Και να θυμάστε ότι επωφελούνται από αυτήν την κατάσταση σήμερα χώρες όπως το Ισραήλ, η Αυστραλία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, η Νέα Ζηλανδία και η Ουκρανία.
Μήπως το Κατάρ που κάνει συμπαιγνία με την Άγκυρα, για να αποσταθεροποιήσει την Αίγυπτο, τορπιλίζει την ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ του Άμπου Ντάμπι και της Ιερουσαλήμ, και υποστηρίζει τις πολεμικές προσπάθειες της Χαμάς και της Χεζμπολάχ, αξίζει μία θέση σε αυτή το συμμαχία;»
Όταν συνειδητοποιήσετε τον ρόλο που δεν σταμάτησε ποτέ να παίζει το Κατάρ, ακόμη και όταν φιλοξενεί μια από τις μεγαλύτερες αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις της περιοχής, για να αποφύγει τις διεθνείς κυρώσεις κατά του Ιράν, δεν είναι παράλογο να συνάψει μία συμμαχία που σίγουρα θα καταχραστεί, εάν οι σχέσεις με την Τουρκία χειροτερεύσουν;
Και πώς δεν θα μπορούσαμε να ελπίζουμε, ωστόσο, ότι τα τελευταία ηγετικά « μυαλά» στην Ουάσινγκτον θα καθυστερήσουν μια απόφαση , που ελήφθη βιαστικά και μπορεί να δώσει μόνο φτερά στον Οθωμανό δικτάτορα που μοιράζεται με τον Πούτιν την περίφημη τιμή του να είναι δημόσιος εχθρός Νο. 1 των δημοκρατιών;
Ένα μήνυμα προς τον επόμενο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών: Αν θέλετε να συγκρατήσετε την Τουρκία, φύγετε από το Κατάρ.
3. Και τέλος υπάρχει το ζήτημα της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν είμαστε καν σίγουροι αν το ζήτημα υπάρχει στο μυαλό των ευρωπαίων ηγετών. Ωστόσο, η διαδικασία προσχώρησης, που ξεκίνησε το 2005, παραμένει ενεργή. Δεκαέξι κεφάλαια μιας διαπραγμάτευσης που αποτελείται, νόμιμα, από 32, έχουν ανοίξει και, με μία εξαίρεση, παραμένουν ανοιχτά.
Αφήνοντας στην άκρη τα 3 δισ. ευρώ που πήρε με εκβιασμούς για τους μετανάστες η Τουρκία από την ΕΕ, η Άγκυρα λαμβάνει κάθε χρόνο εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για βοήθεια.
Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι κανείς στην Ευρώπη δεν πιστεύει πραγματικά σε αυτή τη διαδικασία και είναι μια από τις παρεκκλίσεις, ή ίσως μέρος της αδράνειας, για την οποία είναι γνωστή η γραφειοκρατία της ΕΕ.
Δεν μπορούμε όμως να πούμε το ίδιο για την Τουρκία. Για οποιονδήποτε διαβάζει τον χάρτη του κόσμου με τα μάτια των παν-τουρκικών, νεο-χεττιτικό και νεο-βυζαντινών ιδεολόγων που δίνουν το ιδεολογικό πλαίσιο στο νεο-Οθωμανικό όραμα του Ερντογάν και που βλέπουν την Ευρώπη σαν μια γη προς κατάκτηση – όπως ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής, ο Μωάμεθ ο Πορθητής ή ο Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς – το ζήτημα έχει μια τελείως διαφορετική, συμβολική ανάγνωση.
Δεν κατανοούμε γιατί δίνουμε στην Άγκυρα το δώρο αυτού του συμβολισμού. Θα ήταν αυτοκτονία να συνεχίσουμε να αφήνουμε τους λύκους να βάζουν πόδι στις ανοιχτές πόρτες της Ένωσης, έτσι ώστε να μπορέσει να την κατακρημνίσει πιο εύκολα.
Μια πόρτα πρέπει να είναι κλειστή ή ανοιχτή, είπε ο Τσώρτσιλ στον Ισμέτ Ινονού τον Ιανουάριο του 1943. Ανάμεσα στις αξίες τις Ευρώπης και τη συμφωνία που είχε υπογράψει με τους Ναζί πριν δύο χρόνια, ο Τούρκος πρόεδρος είχε αναγκαστεί να επιλέξει. Έτσι πρέπει να μιλάμε στον Ερντογάν σήμερα. Έτσι θα τον κρατήσουμε υπό έλεγχο.»